Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

Όχι άλλο Νταλάρα, Πάριο κι Αλεξίου

Όχι άλλο Νταλάρα, Πάριο κι Αλεξίου.




Θέμα πρώτον: καινούργιος δίσκος του Γιώργου Νταλάρα ("Γι' αυτό υπάρχουνε οι φίλοι"). Θέμα δεύτερον: καινούργιος δίσκος του Γιάννη Πάριου ("Συμπέρασμα ένα"). Θέμα τρίτον: καινούργιος δίσκος της Χάρις Αλεξίου ("Η αγάπη θα σε βρει όπου και να 'σαι").



«Ποιο είναι το ζήτημα; Γιατί να μη βγάλουν ο Νταλάρας κι η Αλεξίου δίσκο;» θα ρωτήσετε. Το ζήτημα είναι ότι εδώ και σαράντα χρόνια, τα ίδια και τα ίδια άτομα επιμένουν να απασχολούν το σύνολο της καλλιτεχνικής επικαιρότητας και να διεκδικούν το σύνολο της δόξας και της πίτας του ελληνικού τραγουδιού. Και έχουν παγιωθεί σε τέτοιο βαθμό οι της παλαιάς φρουράς ώστε έχουν γίνει πλέον μέτρο σύγκρισης των πάντων, ορίζοντας ασφυκτικά τους όρους και τα κριτήρια του παιχνιδιού. Και του τραγουδιού, κάθε τραγουδιού. Πολιτικό τραγούδι, λέει, γράφει η Αλεξίου. Και επιστρατεύονται κοινές συνεντεύξεις με τους διευθυντές της ΕΡΑ2 και του Μελωδία για να πειστούμε. Μεγαλύτερος, λέει, ερμηνευτής του ρεμπέτικου τραγουδιού ο Νταλάρας. Και επιστρατεύεται το Μέγαρο κάθε χρόνο, για να πειστούμε. Αν δύο τόσο μεγάλοι πυλώνες όπως το πολιτικό τραγούδι και το ρεμπέτικο τραγούδι έχουν καταληφθεί «και με τη βούλα», τότε σίγουρα το ζήτημα της «παλιάς φρουράς» δεν είναι απλά θέμα φιλολογικής σημασίας.



Διάβασα οργισμένα άρθρα κατά της απάντησης της Μόνικας στη Δήμητρα Γαλάνη, όταν η τελευταία την αναζήτησε για να της προτείνει να συνεργαστούν. «Ναι, ειδικά αυτή έχει φρικάρει! Παίρνει συνέχεια τηλέφωνο και της λένε πως δεν είμαι διαθέσιμη και τσαντίζεται» φέρεται να είπε η νεαρά τραγουδοποιός αναφερόμενη στη Γαλάνη. Χίλια δίκια της δίνω της Μόνικας, κι ας μη συμφωνώ με την ορολογία της. Αντί να την κατακεραυνώνουμε, ας αναρωτηθούμε μέχρι πότε θα επιτρέπουμε στα κατεστημένα ονόματα να βρίσκουν σωσίβιο πλάι στα ανερχόμενα αστέρια. Φτάνει! Όχι άλλες φιλικές συμμετοχές, όχι άλλες κηδεμονίες.



Οι τρόποι της παλιάς φρουράς είναι ενδεικτικοί του πανικού της. Η Τάνια Τσανακλίδου αποκάλεσε τον καλό συνάδελφο Αντώνη Μποσκοΐτη «κομπλεξικό», «συμπλεγματικό» και «κάτι σαν το Χίτλερ» σε κουβέντα της με τη Μαργαρίτα Μυτιληναίου, επειδή τόλμησε αυτός να γράψει μια όχι και τόσο υμνητική κριτική για τον τελευταίο της δίσκο. Αξιότερη λόγου ήταν όμως η προσπάθεια της ραδιοφωνικής παραγωγού να κατακεραυνώσει τον συνάδελφό της! Το λάβαμε το μήνυμα: δεν επιτρέπεται καμία παρέκκλιση, καμία φυγή απ’ το κοπάδι, κανένα σπάσιμο της συναίνεσης. Ολόκληρες μουσικές ιστοσελίδες και περιοδικά επιστρατεύονται υπέρ βωμών και εστιών, δηλαδή υπέρ της παρουσίασης του νέου δίσκου του Νταλάρα από το στάδιο της σύλληψης του πρώτου τραγουδιού μέχρι το στάδιο πώλησης του νιοστού αντιτύπου. Ταυτόχρονα, η κριτική δεν τολμά να γράψει το αυτονόητο, ότι δηλαδή ο τελευταίος δίσκος του Νταλάρα είναι μέτριος, και εστιάζει σε εντελώς εξω-μουσικά κριτήρια που σχετίζονται με την τελειομανία και τον επαγγελματισμό του καλού μας τραγουδιστή. Αναμφισβήτητες αυτές οι αρετές του Νταλάρα. Δυστυχώς όμως, η τελειομανία και ο επαγγελματισμός του ερμηνευτή ποτέ δεν μπόρεσαν να υποκαταστήσουν την έλλειψη έμπνευσης των δημιουργών.



Με δεδομένη αυτή την έλλειψη, γιατί δεν διαβάζουμε για την Αναστασία Μουτσάτσου; Για την Καλλιόπη Βέττα; Για τη Σοφία Παπάζογλου; Για τη Λιζέττα Καλημέρη; Για τη Γιώτα Νέγκα; Για φωνές που βρίσκονται στην ακμή της καριέρας τους; Τα ονόματα είναι ενδεικτικά, προσθέστε εσείς τα δικά σας. Γιατί κάνουν όλοι κριτική στη Μελίνα Ασλανίδου για κάποιες ατυχείς επιλογές της, και δεν μιλά κανείς για τις ατυχείς επιλογές της Αλεξίου που κρατάνε δυο δεκαετίες; Γιατί κάποιοι παραπονιούνται που μιλάμε, δήθεν, πολύ για τη Νατάσα Μποφίλιου; Είναι μήπως αμαρτία να υποδέχεσαι μια μεγάλη φωνή που τολμά να είναι ηλικίας κάτω των τριάντα; Γιατί η Αρετή Κετιμέ έπρεπε να έχει μπάρμπα στην Κορώνη για να βγάλει - επιτέλους!!! - προσωπικό δίσκο; Ως πότε θα κάνει ο Γεράσιμος Ανδρεάτος δεύτερη φωνή στον Νταλάρα στο Μέγαρο; Και σε ποια ηλικία θα πρέπει να φτάσει ο Ανδρεάτος για να ανοίξει το Μέγαρο μόνο γι’ αυτόν; Γιατί ξεχάσαμε την παθιασμένη ερμηνεία του Παντελή Θεοχαρίδη στη «Μικρή Πατρίδα» και γιατί χρειάστηκε ο Νταλάρας για να κάνει γνωστό το τραγούδι; Γιατί δεν ακούω λέξη για τον Κώστα Μάντζιο την ώρα που ο Νταλάρας διασκευάζει το «Απόψε γίνε», τραγούδι που ο Μάντζιος έκανε γνωστό; Και ενώ οι παλαιοί μένουν στο απυρόβλητο, οι νεότεροι λαμβάνουν τα βέλη της κριτικής. Γιατί τόση δυσαρέσκεια επειδή η φωνή του Χαρούλη μοιάζει με του Ξυλούρη; Μας περισσεύει δηλαδή;



Τελικά, ο Πάριος, αν και ως προς τα προσωπικά μουσικά μου ακούσματα βρίσκεται μακρύτερα από τους υπόλοιπους της μαγικής τριάδας του Πανούση, αν και ο ίδιος αδίκησε βάναυσα με το ρεπερτόριό του τη φωνή του, μου είναι ο πιο συμπαθής και με την πιο αξιοπρεπή στάση. Δεν τον ακούσαμε σε κοινές συνεντεύξεις της ελληνικής ραδιοφωνίας, δεν βγήκε σε εξώφυλλα του χώρου, δεν μας σερβιρίστηκε με κουταλάκι του γλυκού επιχρυσωμένο και έντεχνο. Σε σχέση με τους άλλους δύο, είναι αυτός που αδίκησε τον εαυτό του και την καριέρα του κάνοντας λάθος επιλογές, ούτε συζήτηση. Αλλά ξέρει που ανήκει και δεν διεκδικεί χώρο μεγαλύτερο από αυτόν που αρμόζει στην τωρινή καλλιτεχνική του δράση. Και ας τρελαίνονται κάποιοι που έβγαλε το νέο cd του από μια εφημερίδα. Γιατί; Πιο πολύ τρελαίνομαι που βρέθηκαν 200.000 να την αγοράσουν…



Είναι υποχρέωση κάθε προβληματισμού να προτείνει και λύσεις. Ιδού μία: άμεση απόσυρση της παλιάς φρουράς μέσω ανοιγμάτων. Τονίζω, μέσω ανοιγμάτων, όχι μέσω διαταγμάτων. Ανοίξτε τα παράθυρα (δηλαδή τις σελίδες των περιοδικών, τα στούντιο, τις ραδιοφωνικές εκπομπές) στο νέο αίμα, σε νέους ερμηνευτές. Δεν γίνεται να ακούμε τα ίδια ονόματα εδώ και σαράντα χρόνια. Ακόμα και οι Beatles δεν μεσουράνησαν για πάνω από μια δεκαετία. Ακόμα και ο Καζαντζίδης, η φωνή των φωνών, τραγούδησε ουσιαστικά για 15-20 χρόνια και μετά τέλος. Προστατέψτε τις μεγάλες μας αγάπες από τη φθορά της έκθεσης και από τον φασισμό του «φρέσκου» και «νέου» ήχου. Η ιστορία κρίνει κάθε μεγάλη προσωπικότητα από το τέλος της, και επιτέλους πρέπει όλοι αυτοί που κόπτονται για τον Νταλάρα και την Αλεξίου να τους δείξουν τον αξιοπρεπέστερο δρόμο για τη δύση της καλλιτεχνικής τους καριέρας, όσο σκληρό κι αν ακούγεται αυτό. Δεν είναι έκφραση αγάπης το να συντηρείς εγωπάθειες και ανασφάλειες μέσω της κολακείας. Θεωρώ μεγαλύτερη έκφραση αγάπης το παρόν - κακογραμμένο και βιαστικό ίσως - σημείωμα, παρά τις φασόν υμνολογίες που διαβάζω για τους νέους δίσκους της "Χαρούλας" και του "Γιώργου".



Και όχι, η μπάλα δεν πρέπει να πάρει μόνο τους ερμηνευτές αλλά και τους δημιουργούς. Ας συμβιβαστούμε επιτέλους με την ιδέα ότι ο Σαββόπουλος ίσως και να τελείωσε δημιουργικά, όπως και ο Ξαρχάκος, όπως και ο Μαρκόπουλος. Δεν γίνεται η μουσική ανασκόπηση του 2009 να ξεκινάει με όρους περίπου ως εξής: «άσχημο το 2009, και πώς να μην είναι εφόσον δεν έβγαλε ακόμα δίσκο ο Μούτσης». Αν είναι δυνατόν, να περιμένουμε από τον - τεράστιο, ούτε συζήτηση - Μούτση να σώσει το ελληνικό τραγούδι.



Πίσω στο θέμα μας. Δεν γίνεται να βρίσκεις τις προθήκες του Metropolis στρωμένες με δεκάδες αντίτυπα του νέου δίσκου της Αλεξίου, και να μη βρίσκεις πρώτο τραπέζι πίστα το «Φαγιούμ» του Νεοκλή Νεοφυτίδη ή τον Homo Logotypus της Δανάης Παναγιωτοπούλου. Δεν γίνεται να αγκομαχούν ο Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης με τη Μαρία Παπαγεωργίου για να εκδώσουν δίσκο και άλλοι να βγάζουν δίσκους-εργολαβία κάθε χρόνο. Δεν γίνεται, τέλος, να δηλώνει ο Μητσιάς σε συνεντεύξεις και δελτία τύπου ότι εξέδωσε δίσκο για να βοηθήσει τους νέους δημιουργούς, και να μην επισημαίνει κανένας πώς οι νέοι δημιουργοί βοηθάνε αυτόν! Χάρη τους κάνει, δηλαδή; Πηγαίνοντας πέρα από το «χάσμα των γενεών» και μιλώντας και για τους παλαιότερους, δεν είναι δυνατόν να βγάζει η Μαρίζα Κωχ δίσκο - και τι δίσκο, δισκάρα! - και να περνάει στα ψιλά, απλά και μόνο επειδή δεν έχουμε άλλες σελίδες, άλλες εκπομπές, άλλες προθήκες διαθέσιμες. Τόσο απλά! Και πώς να έχουμε; Στατιστικά δείτε το: ο χρόνος έχει δώδεκα μήνες. Αν τον ένα μήνα ασχολούμαστε με τον νέο δίσκο του Νταλάρα, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο του Πάριου, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Αλεξίου, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Τσανακλίδου, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Γαλάνη, τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο του Μητροπάνου - δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε σε ανθρώπινο επίπεδο πόσο πολύ χαιρόμαστε που ο μεγάλος μας τραγουδιστής είναι πλέον καλά στην υγεία του - τον άλλο μήνα με τον νέο δίσκο της Πρωτοψάλτη, τον άλλον μήνα με τον νέο δίσκο του Μητσιά, τότε πολύ απλά …κλείσαμε για όλη τη χρονιά.




«Δηλαδή», θα ρωτήσετε, «για όλα τα κακά φταίνε οι μεγάλοι τραγουδιστές του ελληνικού πενταγράμμου;». Όχι, δεν φταίνε για όλα. Φταίνε όμως για αρκετά. Φταίνε που έβαλαν τη σφραγίδα τους στη μανία των ζωντανών ηχογραφήσεων, η οποία μανία κατακρεούργησε μια και καλή το μουσικό έργο ως αδιαίρετη καλλιτεχνική αξία. Πόσες φορές θα εμφανιστεί στο Ηρώδειο ο Μητσιάς; Πόσες ζωντανές ηχογραφήσεις με τα ίδια τραγούδια θα βγάλει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου; Πόσοι Κεραμικοί, πόσα Μετρό και πόσοι Ζυγοί θα κληθούν «από καρδιάς» για να μπαλώσουν τις τρύπες της έλλειψης δημιουργίας; Φταίνε επίσης που, μέσα στην αγωνία τους να μείνουν στην επιφάνεια, προσέδωσαν κύρος σε περιπτώσεις όπως αυτή του καθ’ όλα συμπαθούς Μιχάλη Χατζηγιάννη και των αισθητικά συνοδοιπόρων του. Μας δίνει τραγούδια ο Μιχάλης; Τον υμνούμε και το ρίχνουμε στον «φρέσκο ήχο». Δεν μας δίνει; Τότε στρεφόμαστε στο «ποιοτικό». Συνήθως κάνουμε και τα δύο, μια εδώ και μια εκεί. Στην προσπάθεια να βρεθεί ένα τραγούδι της προκοπής, επιστρατεύονται μέχρι και επανεκτελέσεις τραγουδιών ηλικίας τριών δεκαετιών και βάλε, μέχρι και ανέκδοτα τραγούδια από τα συρτάρια μεγάλων ποιητών. Ο τελευταίος δίσκος του Νταλάρα περιέχει ένα τραγούδι που είχε μείνει απ’ έξω από το «Ρεμπέτικο» του Ξαρχάκου. Αποσιωπώ τις εύλογες απορίες μου, π.χ. γιατί να βγει ένα τραγούδι που οι συντελεστές του είχαν παλαιότερα «κόψει», όπως επίσης γιατί να κληρονομεί και το «Ρεμπέτικο» ο Νταλάρας, όταν υπάρχουν ακόμα η Σωτηρία Λεονάρδου και ο Νίκος Δημητράτος - να 'ναι πάντα καλά και οι δυο τους. Το κρίσιμο ερώτημα είναι άλλο: Για πόσο καιρό ακόμα θα τρώμε από τα έτοιμα;




Τέλος, δεν γίνεται τη σεζόν 2009-2010 να καταλαμβάνεται ο μεγαλύτερος συναυλιακός χώρος της Αθήνας - ναι, στο Παλλάς αναφέρομαι - από τον Σαββόπουλο και την Αλεξίου, και κάποιοι άλλοι να παίζουν σε σκηνές των 100 ατόμων. Πώς θα βγει το καινούργιο όταν έχουμε μάθει όλοι μας σε μια λογική ρετρό και αναπόλησης; Θα μου πεις, μπορεί να γεμίσει ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου το Παλλάς; Μπορεί να το γεμίσει η Μποφίλιου; Ξέρω ’γω; Δοκίμασε εσύ, και βλέπουμε. Μήπως ήξερε κανείς από πριν αν ο Νταλάρας θα γινόταν Νταλάρας; Κι όμως, από την πρώτη στιγμή του δόθηκε η δυνατότητα να κάνει προσωπικό δίσκο, του δόθηκε ενθάρρυνση, του δόθηκε αυτονομία, του δόθηκε γήπεδο.



Φυσικά κανείς δεν μπορεί - και δεν πρέπει - να απαγορεύσει στην παλιά φρουρά να βιοπορίζεται από την τέχνη της. Υπήρξαν οι καλύτεροι, ούτε συζήτηση. Και αγαπήθηκαν παλλαϊκά, ούτε συζήτηση επίσης. Έφτασαν εκεί που έφτασαν με την αξία τους, με το μεγαλείο της φωνής τους, με τη φλόγα της τέχνης τους. Τροφοδότησαν τα όνειρα και τα πάθη ενός λαού για τέσσερις δεκαετίες. Όμως, είναι πια καιρός να καταλάβουν ότι δεν μπορεί να διεκδικούν, ούτε να απολαμβάνουν a priori τη σημερινή τους παντοκρατορία. Ας πάρουμε το αγγλοσαξονικό παράδειγμα. Κανένας δεν είπε να μη βγάλει δίσκο η Joan Baez. Όμως ένα υγιές μουσικό σύστημα δεν κάνει αυτή την κίνηση σημαία όλης της χρονιάς παρά της δίνει τη σημασία που αναλογεί σε μια μεγάλη καλλιτέχνιδα, η οποία βρίσκεται στη δύση της καριέρας της. Το ίδιο και ο Bob Dylan, θα βγάλει τον δίσκο του αλλά δεν θα δείτε μια χώρα ολόκληρη να τρέχει από πίσω του. Δεν θα τον δείτε, με άλλα λόγια, να βγαίνει εξώφυλλο στο ίδιο αγγλοσαξονικό περιοδικό λαϊκής μουσικής τρεις φορές το χρόνο, όπως ο Νταλάρας στην Ελλάδα.



Αν ένας εξωγήινος που επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1975, ξαναέκανε μια βόλτα σήμερα, θα έτριβε τα μάτια του: Νταλάρας, Πάριος, Αλεξίου, σαν να μην πέρασε μια μέρα. Είμαι σίγουρος ότι θα προβληματιζόταν, και δεν θα χρειαζόταν να ξέρει τον - ομώνυμο με τον τίτλο του άρθρου - στίχο του Τζίμη Πανούση για να το κάνει αυτό. Τώρα, γιατί θα προβληματιζόταν ο εξωγήινος και δεν προβληματιζόμαστε εμείς, αυτό είναι ένα ζήτημα που ανάγεται στο χώρο της πολιτικής οικονομίας, της κοινωνιολογίας της τέχνης, και της κοινωνικής ψυχολογίας. Ίσως και της αστρονομίας, δηλαδή, αν μιλάμε για φιλότεχνο εξωγήινο.
ηρ.οικ.

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Για το "Λέει η ζωή" του Γιώργου Αλτή




ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΤΗΣ
ΛΕΕΙ Η ΖΩΗ
ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ


Το κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής μουσικής παραγωγής σήμερα, σε σχέση με τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες του 20ου αιώνα, είναι η εκκωφαντική απουσία του λαϊκού τραγουδιού. Οι ρίζες αυτής της απουσίας πρέπει να αναζητηθούν στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και στην άνοδο ενός ευτελούς συρφετού τραγουδιού που λανθασμένα ονομάστηκε σκυλάδικο - δεν φταίνε σε τίποτα οι συμπαθείς τετράποδοι φίλοι μας. Η συγκεκριμένη εξέλιξη οδήγησε τις πιο υγιείς δυνάμεις του τραγουδιού στο να διαχωρίσουν τη θέση τους από την πλημμυρίδα του κιτς και της παρακμής που εισχωρούσε στις λαϊκές πίστες, οικοδομώντας και προσχωρώντας στο ρεύμα που ονομάστηκε «έντεχνο». Χωρίς να αμφισβητεί κανένας τα επιτεύγματα του «έντεχνου» τις δύο τελευταίες δεκαετίες, είναι γεγονός ότι η συγκεκριμένη εξέλιξη ώθησε τον λαϊκό ήχο στο περιθώριο. Ακόμα χειρότερα, αυτή η περιθωριοποίηση του «λαϊκού» γύρισε ως μπούμερανγκ στην πηγή του, έτσι ώστε σήμερα να καθίσταται εμφανές το τέλος του έντεχνου τραγουδιού, με τη στροφή των μεγάλων «εθνικών» τραγουδιστών στον Μιχάλη Χατζηγιάννη και τη σχολή του λαϊκο-ποπ.


Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η προσπάθεια επιστροφής στο καλαίσθητο, άμεσο και φωτεινό λαϊκό τραγούδι είναι ένα κρίσιμο στοίχημα για το ποια ακριβώς μουσική θα ακούγεται σ’ αυτήν εδώ τη γωνιά της γης τα επόμενα 10, 20 ή 30 χρόνια. Ο Γιώργος Αλτής φαίνεται ότι διαθέτει και τη λαϊκή φλέβα, και τις γνώσεις, και το μεράκι, για να συνεισφέρει σε μια τέτοια προσπάθεια. Έτσι εξάλλου δείχνει και ο νέος δίσκος του, «Λέει η ζωή», που κυκλοφορεί από τον ολοένα και πιο δραστήριο «Μετρονόμο», την εταιρεία που εκδίδει και το ομώνυμο, σημαντικό περιοδικό ελληνικής μουσικής. Δέκα τραγούδια και δύο οργανικά συνιστούν μιαν ολοκληρωμένη πρόταση μουσικής δημιουργίας, η οποία σέβεται και ακολουθεί τους λαϊκούς δρόμους χωρίς όμως να μιμείται παλιές δόξες, ούτε να βγαίνει εκτός «θέματος» και εκτός εποχής. Τα τραγούδια, σε στίχους του Σπύρου Πετρέλλη (5) και του ίδιου του συνθέτη (4), ερμηνεύουν τέσσερις εξαιρετικές γυναικείες φωνές, η Φωτεινή Βελετσιώτου, η Άννα Καραγεωργιάδου, η Μαρία Κώτη και η Μαριλένα, ενώ δύο τραγούδια κρατάει ο Αλτής για τη δίχως εξάρσεις φωνή του.


Στην ορχήστρα κυριαρχούν τα δύο μπουζούκια του Αλτή και του Νίκου Κατσίκη. Οι δυο τους είναι παλιοί γνώριμοι από το κουαρτέτο μπουζουκιών Ραστ, που ίδρυσαν πριν από μια δεκαετία μαζί με τον Θανάση Βασιλά και τον Παντελή Κωνσταντινίδη. Είναι εμφανές ότι ο συνθέτης δούλεψε το κάθε τραγούδι μαζί με τους μουσικούς, ξεχωριστά, συλλογικά. Γιατί η ίδια η μουσική παραγωγή είναι μια συλλογική διαδικασία, όσο κι αν θέλουν να μας πείσουν για το αντίθετο οι μύστες των νέων τεχνολογιών και των κομπιούτερ-συνθετών. «Λέει η ζωή», λοιπόν, λέει και ο δίσκος του Αλτή, που έρχεται τέσσερα χρόνια μετά από την πρώτη του δουλειά με τίτλο «Ασ’ την αγάπη να σε σκοτώσει». Ο πολυπράγμων μουσικός έχει εκδώσει και το βιβλίο «Οκτώ Λαϊκά Πορτραίτα» από τις εκδόσεις «Λαϊκό Τραγούδι», όπου αφηγείται τις ζωές οχτώ μεγάλων σολίστ του μπουζουκιού. Τέλος, καλωσορίζουμε το εικαστικό εξώφυλλο του δίσκου και τις όμορφες ζωγραφιές του ένθετου, φιλοτεχνημένες από τον Τάκη Σιδέρη. Είναι κι αυτή μια ένδειξη επιστροφής σε μια άλλη αισθητική, που μπορεί και τη λαϊκή μούσα να εκφράζει, αλλά και το ωραίο να υπηρετεί.

Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

Η Νέα Τάξη Πραγμάτων ξεκινά από την Ερμούπολη






Η Ειρήνη Φ., η καλή φίλη και ανταποκρίτρια των Μ.Π. στη Σύρο, στέλνει αυτό το όμορφο βίντεο-κλιπ. Την "Απουσία" έγραψαν και ερμηνεύουν οι "Νέα Τάξη Πραγμάτων", το χιπ-χοπ συγκρότημα που απαρτίζουν ο Ιωσήφ Πρίντεζης και ο Λάγνης (Χρήστος Πανοηλίας). Οι ΝΤΠ στήθηκαν το 1998 και έκαναν τα πρώτα τους βήματα στην Ερμούπολη. Δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε τα τεράστια στεγανά ενός Αθηναϊκοκεντρικού συστήματος που έχει πνίξει κάθε γόνιμη φωνή της επαρχίας. Σε αυτά τα στεγανά, οι ΝΤΠ αντέταξαν τις μελωδίες και την ποίησή τους, και φαίνεται ότι κερδίζουν το στοίχημα. Το 2004 κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο "Ήρθε η στιγμή να επιβληθεί", ενώ πρόσφατα εκδόθηκε ο δίσκος "Δυστυχώς Επτωχεύσαμεν", από όπου και η νέα εκδοχή της "Απουσίας" που ακούγεται στο βίντεο.


Το συγκεκριμένο τραγούδι είναι ένα εκπληκτικό δείγμα ενός χιπ-χοπ χωρίς στήσιμο και φιγούρα, χωρίς στυλάκι. Με όπλα έναν πηγαίο λυρισμό και μια ποιητικότητα χωρίς μελό, οι ΝΤΠ έγραψαν ένα δυνατό κομμάτι που προκρίνει το ρυθμό χωρίς όμως να θυσιάζει τη μελωδικότητα. Πόσο μακριά ταξιδεουν το μαντολίνο και η απαγγελία της γνωστής ηθοποιού Στεφανίας Γουλιώτη... Θα επανέλθουμε σύντομα με αναφορά σ' ολόκληρο το δίσκο και με μια πιο άμεση γνωριμία με το συγκρότημα. Μέχρι τότε, "το όνειρο που ζήσαμε / και τώρα δεν αγγίζω" συνεχίζει να είναι εδώ και να αγγίζει.
ηρ.οικ.





ΑΠΟΥΣΙΑ


(Νέα Τάξη Πραγμάτων)

Κάποτε είχα μια αγάπη που λαβώθηκε νωρίς
μα την κράτησα γιατί ένιωθα ανασφαλής
Κάποτε είχα μια αγάπη που άργησα να την πληγώσω
και όταν με πρόδωσε έπρεπε να τη σκοτώσω
θυμάμαι πριν να σε γνωρίσω έκλαιγε όλη η πλάση
και όλοι ψάχναν μια ελπίδα, την ελπίδα που είχα χάσει
όταν πλέον σε είδα είπα πως βρήκα την ελπίδα
αλλά μάλλον είχα βρει μια ακόμη παλλακίδα
Μόνη ασπίδα η λογική που κατέρρευσε και αυτή
όταν έδωσα και ένιωσες το πρώτο μας φιλί
μόνιμη θλίψη η χαρά και η νικοτίνη στα κρυφά
μα τότε είχα μέσα μου μια τζούρα μοναξιά
μα τώρα εξέπνευσα, εξέπνευσα της σχέσης τον καπνό
δώθηκα και προδώθηκα ψάχνοντας για το θεό
μέσα από την ένωση 2 σωμάτων μέσα από την αγάπη
αλλά δάκρυ μετά το δάκρυ δεν αντίκρυσα την άκρη
μονάχα έφτασα στα άκρα σε έδιωξα από κοντά μου
προτιμώντας να κρατήσω το κενό μες την καρδιά μου
προτιμώντας τη μοναξιά μου να γίνει η μνηστή μου
αφού ο δρόμος μου για λύτρωση ήταν η καταστροφή μου

Όταν η απουσία γίνει τρόπος ζωής
όταν ο πόνος γίνει δρόμος διαφυγής
όταν στα πρόσωπα του κόσμου βλέπω το προσωπό σου
όταν το δάκρυ μου στο χάρισα και έγινε δικό σου
όταν το εγώ μου είναι μισό και το αστέρι μου θολό
όταν ξέρω πως υπάρχω μα δεν γίνεται να ζω
όταν μέσα μου κοιτώ βλέπω ένα απύθμενο κενό
γιατί δεν έπαψα στιγμή να σ'αγαπώ

Θυμάμαι τα ξανθά μαλλιά σου ν'ανεμίζουν
και τα πράσινα σου μάτια το άπειρο να ατενίζουν
θυμάμαι το χαμόγελό σου, τα 2 σου χείλη
όμως τώρα δεν είμαστε ούτε φίλοι
να'ταν η απόσταση γυαλί και ο χρόνος ψεύτης
να είμασταν πάντα μαζί και όταν στα χέρια μου πέφτεις
να σε σηκώνω και σαν κλέφτης να σου κλέβω τα αισθήματα
τα θρύμματα απ'τα ποιήματα αιώνια καταλλύματα
να'ταν ανέγγικτη στιγμή που τώρα έχει χαρακτεί
να μην ένιωθα ποτέ την ανάγκη για φυγή
ένας σταυρός είναι όλη η γη και πάνω εγώ να ατενίζω
το όνειρο που ζήσαμε και τώρα δεν αγγίζω
γυαλίζω τα όσα χώρισα μπροστα μου σε συγχώρησα
πιστή συνοδοιπόρισσα το ξέρω ολιγόρησα
και την ψυχή μου αφόρησα να γίνει κομμάτια
βιώνοντας την υδονή σε βρώμικα κρεβάτια
σημαδια αγνόησα προχώρησα με βλέμμα θολωμένο
κάθε βράδυ ξυπνώ και κάθε μέρα πεθαίνω
δεν ξέρω τι περιμένω πάντως όχι να φανείς
αφού η απουσία σου έγινε τρόπος ζωής
Όταν η απουσία γίνει τρόπος ζωής
όταν ο πόνος γίνει δρόμος διαφυγής
όταν στα πρόσωπα του κόσμου βλέπω το προσωπό σου
όταν το δάκρυ μου στο χάρισα και έγινε δικό σου
όταν το εγώ μου είναι μισό και το αστέρι μου θολό
όταν ξέρω πως υπάρχω μα δεν γίνεται να ζω
όταν μέσα μου κοιτώ βλέπω ένα απύθμενο κενό
γιατί δεν έπαψα στιγμή να σ'αγαπώ.

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

Για τον πρώτο δίσκο των GoJam Group




GoJam Group
GoJam Group
Μελωδικό καράβι


Η ενασχόληση με την ελληνική μουσική είναι μια προνομιακή δραστηριότητα. Ο λόγος; Ο πλούτος και η ποικιλομορφία που αυτή εγκυμονεί, ακόμα και σήμερα, σε μια περίοδο ύφεσης των δημιουργικών ρευμάτων στους κόλπους της. Ένδειξη αυτού του πλούτου αποτελεί και ο πρώτος, ομώνυμος δίσκος του GoJam Group που κυκλοφόρησε πέρυσι. Το συγκρότημα αποτελούν ο Γιάννης Αγγελόπουλος (ντραμς), ο Πέτρος Βαρθακούρης (μπάσο), ο Γιώργος Τσιατσούλης (ακορντεόν) και ο Λευτέρης Χαβουτσάς (κιθάρα, ντουντούκ). Ο δίσκος περιέχει 10 ορχηστρικά, συνθέσεις του Τσιατσούλη (6), του Χαβουτσά (3) και του Βαρθακούρη (1), που τοποθετούνται στο χώρο της τζαζ, με παράλληλες αναφορές στη Μεσογειακή και παγκόσμια μουσική (world music).


Στην “Korinna” και στο “Tomatito” η ατμόσφαιρα παραπέμπει σε μια νεωτεριστική εκδοχή του flamenco και στις καλύτερες στιγμές - συγχωρήστε την ιεροσυλία της σύγκρισης - ενός Al di Meola και ενός Paco de Lucia. Ταυτόχρονα, οι GoJam δε διστάζουν να ενσωματώσουν επιδέξια το παραδοσιακό ηχόχρωμα, με τη βοήθεια του κλαρίνου του Αλέξανδρου Αρκαδόπουλου στο “The funky akoma” και της ποντιακής λύρας του Σωκράτη Σινόπουλου στο “Kortsopon do Brasil”, αλλά και μόνοι τους στο “Kenurgio spiti”. Φαίνεται ότι το συγκρότημα έχει χωνέψει δημιουργικά τη δουλειά πρωτοπόρων του συγκεκριμένου ρεύματος, όπως οι Mode Plagal. Προσθέστε κάποια «κινηματογραφικά» μοτίβα και τους φωνητικούς αυτοσχεδιασμούς της Μάρθας Μαυροειδή στο μελαγχολικό “Mundial”, τις funky πινελιές στο “Pareaki”, και έχετε ένα μέρος μόνο του παζλ ήχων και ρυθμών που συνθέτει ο δίσκος.


Το δυνατό σημείο του GoJam Group είναι η αίσθηση του «ζωντανού», ένα στοιχείο αυτοσχεδιασμού που συνοδεύεται όμως από την αυστηρότητα και τη δομή της ενορχήστρωσης για ηχογράφηση στο στούντιο. Προφανώς και το συγκρότημα έχει συνυπάρξει ζωντανά επί σκηνής ουκ ολίγες φορές - εδώ και πέντε χρόνια για την ακρίβεια - και αυτό αποτυπώνεται όχι μόνο στην καλή «χημεία» που αποπνέει το τελικό αποτέλεσμα, αλλά και στην πρόσκληση που αναγράφουν αγγλιστί στο εσώφυλλο: “Support Live Music!” (Υποστηρίξτε τη ζωντανή μουσική). Αν και χωρίς ένθετο, ο δίσκος σε κερδίζει και αισθητικά, με τα εικαστικά μοτίβα που έχει φιλοτεχνήσει ο Χαβουτσάς. Μόνη μου ένσταση είναι τα βάναυσα greeklish των τίτλων, που ίσως και να αποπνέουν έναν επαρχιωτισμό και την αφόρητη καταπίεση της «παγκόσμιας» αγοράς και του «φρέσκου» ήχου. Συνολικά πάντως, μιλάμε για μια παραγωγή που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από τις αντίστοιχες βορειο-Ευρωπαϊκές, και που αξίζει της προσοχής μας.

Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Για το "Να τα πούμε;" της Εστουδιαντίνας Νέας Ιωνίας





ΕΣΤΟΥΔΙΑΝΤΙΝΑ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ
ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ;
ΚΑΜΠΑΝΑΚΙ

Μια ευχάριστη έκπληξη περίμενε πρόσφατα τους αναγνώστες της εφημερίδας VETO της 20ης Δεκεμβρίου: ένα cd με κάλαντα των Ελλήνων, με τη συμμετοχή της Εστουδιαντίνας Νέας Ιωνίας, σε παραγωγή του Μιχάλη Κουμπιού και Γιώργου Νταλάρα. Τα 17 κάλαντα, από κοινότητες μέσα και έξω από τα την Ελλάδα, ερμηνεύουν αφιλοκερδώς γνωστοί και αγαπημένοι τραγουδιστές που εκπροσωπούν κάθε έκφανση του τραγουδιού, από την παραδοσιακή μουσική (Χρόνης Αηδονίδης, Χαράλαμπος Γαργανουράκης, Αρετή Κετιμέ) και το ρεμπέτικο (Μπάμπης Τσέρτος) μέχρι τη ροκ (Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Διονύσης Τσακνής), το έντεχνο (Γεράσιμος Ανδρεάτος, Γιάννης Ζουγανέλης), το νέο-λαϊκό (Πίτσα Παπαδοπούλου, Πασχάλης Τερζής) κ.α. Κάθε ένας από τους 20 συνολικά καλλιτέχνες και συγκροτήματα (Encardia) τραγουδά κάλαντα του τόπου καταγωγής του, με εξαίρεση τον Γιώργο Νταλάρα, ο οποίος ανοίγει το δίσκο με το πανελλήνιο «Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά».

Η σημειολογία της πανελλήνιας εμβέλειας του Νταλάρα που δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια τοπική εκδοχή των εορταστικών τραγουδιών είναι προφανής, και σταματώ εδώ για να μη γίνω κακός. Εξάλλου, μόνο συγχαρητήρια αξίζουν στους εμπνευστές και συντελεστές ενός τέτοιου εγχειρήματος, καθώς ο δίσκος προσφέρει απλόχερα αρώματα περιοχών και εθίμων ακριβών. Και φυσικά, συγχαρητήρια αξίζουν πάνω απ’ όλα στην ορχήστρα Εστουδιαντίνα που, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Ανδρέα Κατσιγιάννη, συνεχίζει να κρατάει ψηλά τη σημαία μιας παράδοσης ζωντανής και βασανιστικά επίκαιρης. Οι σολίστες της Εστουδιαντίνας που παίζουν στο cd είναι οι: Δήμος Βουγιούκας, Κυριάκος Γκουβέντας, Γιάννης Καραμανιώλας, Σταύρος Κουσκουρίδας, Κώστας Μερετάκης, Θοδωρής Μέρμηγκας, Νίκος Μέρμηγκας και Νίκος Μπάϊπας.

Τώρα, το γεγονός ότι ο εκδότης της Veto Μάκης Τριανταφυλλόπουλος καθίσταται και διαχειριστής των μουσικών μας πραγμάτων δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση σε κανέναν. Οι κυριακάτικες εφημερίδες και οι προσφορές τους είναι μια κάποια λύσις, σε συνθήκες πλήρους απαξίωσης του μουσικού προϊόντος. Κάποιοι τρομάζουν και θεωρούν ότι η πώληση cd μαζί με την εφημερίδα απαξιώνει ακόμα περισσότερο την εργασία των καλλιτεχνών. Διαφωνώ. Μόνο ικανοποίηση με γεμίζει η γνώση ότι π.χ. ο Σαββόπουλος και ο Μικρούτσικος - δύο δημιουργοί που μοίρασαν πρόσφατα τραγούδια τους μέσω εφημερίδων - φτάνουν εν έτη 2009 σε 100.000 νοικοκυριά. Αυτό ονομάζεται άνοδος του μέσου πολιτισμικού επιπέδου του λαού, και όλα τα υπόλοιπα είναι ελιτισμός και αυταρέσκεια των «εκλεκτών». Τώρα, αν σ’ αυτή τη διαδικασία επιθυμεί να συμμετάσχει και ο Τριανταφυλλόπουλος αφήνοντας για λίγο τον "κίτρινο τύπο" του - ίσως και για να τον νομιμοποιήσει περισσότερο στις συνειδήσεις των πολιτών - αυτό είναι πρόβλημά δικό του, καθώς και των παραγωγών που συνεργάστηκαν μαζί του. Ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος εκδότης είναι που χρησιμοποιεί το μουσικό προϊόν για να προωθήσει τις πωλήσεις της εφημερίδας του. Άλλοι μεγαλο-εκδότες, εξάλλου, είναι εδώ και χρόνια οι επίσημοι διαχειριστές της μουσικής παραγωγής στην Ελλάδα εξαγοράζοντας δισκογραφικές εταιρείες, γιατί όχι κι αυτός; Οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους δεν σταματούν ούτε στο ελληνικό τραγούδι για να εξασφαλίσουν όρους οικονομικής επιβίωσης και συλλογικής νομιμοποίησης. Σημειώστε ότι 20.000 Ευρώ από τα έσοδα των πωλήσεων της εφημερίδας θα δοθούν στα παιδικά χωριά SOS. Αγνοώ, τέλος, αν τα αντίτυπα αυτού του εξαιρετικού πράγματι δίσκου που περίσσεψαν θα διατίθενται προς πώληση στα καταστήματα δίσκων.

Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ)

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010

Πέθανε ο Ντανιέλ Μπενσαΐντ

Σε ηλικία 64 χρονών, έφυγε πριν από μερικές μέρες ο σημαντικός διανοητής Ντανιέλ Μπενσαΐντ. Μία από τις "ψυχές" του Μάη του '68, ο Γάλλος φιλόσοφος δεν ξεπούλησε το αγωνιστικό παρελθόν του για ολίγα γαλλικά φράγκα ή ευρώ - όπως τόσοι άλλοι - αλλά αντίθετα στρατεύθηκε στα προτάγματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς ως δάσκαλος (καθηγητής φιλοσοφίας στο Paris VIII) και πολιτικός (ηγετική φιγούρα της Ligue Communiste Revolutionnaire). Τα κείμενά του μένουν ευτυχώς πίσω του, πολύτιμη συνεισφορά σε έναν επίκαιρο και ανοιχτό μαρξισμό. Ως ελάχιστο φόρο τιμής, τα Μ.Π. αναδημοσιεύουν τη συνέντευξη που έλαβε από τον Ντανιέλ Μπενσαΐντ ο καλός φίλος Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η ΕΠΟΧΗ" στις 7 Μαΐου 2006.
ηρ.οικ.






O ΝΤΑΝΙΕΛ ΜΠΕΝΣΑΪΝΤ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΙΓΜΑ ΤΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΟΥ-ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ


Τη συνέντευξη πήρε ο Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος

Ο Ντανιέλ Μπεν Σαΐντ δεν χρειάζεται συστάσεις. Οι αναγνώστες της «Εποχής» τον γνωρίζουν καλά, αφού η εφημερίδα μας έχει φιλοξενήσει αρκετά άρθρα του. Ο καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Παρίσι - Σεν Ντενί είναι στην Αθήνα, στο πλαίσιο των συναντήσεων και σεμιναρίων του 4ου ΕΚΦ. Προσπαθήσαμε να διαγράψουμε μαζί του το στίγμα του «κινήματος των κινημάτων», όπως τα Φόρουμ έχουν συχνά αποκληθεί, κι όπως το στίγμα τους διαγράφεται σήμερα. Υπάρχουν πολιτικά αποτέλεσμα από τη δράση του κινήματος στην Ευρώπη μέχρι σήμερα, απέφερε πολιτικούς καρπούς στο πλαίσιο ορισμένων συγκεκριμένων αγώνων; Με δεδομένο το προηγούμενο της Φλωρεντίας που οδήγησε στις μεγαλειώδεις αντιπολεμικές διαδηλώσεις κατά του πολέμου στο Ιράκ, μπορούμε να προσδοκούμε από την Αθήνα τη δρομολόγηση ανάλογων δυναμικών κινητοποιήσεων που θα μετρήσουν ενάντια στην σημερινή αμερικανική πολεμική απειλή προς το Ιράν, ενάντια σε έναν ακόμη πόλεμο; Και τι γίνεται με τη βαρύνουσα σχέση κινηματικών διαδικασιών και πολιτικής λειτουργίας; Αυτά ήταν τα, ομολογουμένως, κρίσιμα ερωτήματα που του θέσαμε. Δ.Π.Α.


Είστε στην Αθήνα με αφορμή τη διοργάνωση του 4ου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ. Συμμερίζεστε τον όρο «κίνημα των κινημάτων» γι’ αυτό το κίνημα;

Σε ό,τι αφορά τον όρο «κίνημα των κινημάτων», δεν έχω καμιά αντίρρηση αν πρόκειται για μια χρήση περιγραφική της εκπληκτικής ευρύτητάς του, της ποικιλίας των αντιστάσεων που συσσωρεύει. Από την άλλη, βλέπουμε ότι σε κάποιες χώρες χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο αποδίδοντας στο κίνημα αυτό σχεδόν στρατηγικό ρόλο. Στο πλαίσιο αυτό το αντιπαραθέτουν με τα πολιτικά κόμματα και την εκλογική διαδικασία και το βλέπουν ως παράγοντα που μπορεί από μόνος του να οδηγήσει στον κοινωνικό μετασχηματισμό. Αυτό αποτελεί για παγίδα. Αν παρατηρήσει κανείς τι γίνεται στη Λατινική Αμερική απ’ όπου επέστρεψα, σε χώρες όπως η Βολιβία ή η Βενεζουέλα οι οποίες αντιστέκονται στα σχέδια ένταξής τους σε μια μεγάλη βορειοαμερικανική αγορά, αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει μια αναγκαία συμπληρωματικότητα μεταξύ της κοινωνικής δραστηριότητας και του ανταγωνισμού για την εξουσία.

Θα χαρακτηρίζατε αυτό το κίνημα ως «αντιπαγκοσμιοποιητικό» ή προτιμάτε να το ορίζετε ως ένα κίνημα υπέρ «της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης»;

Θα προτιμούσα τον όρο «για μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση» [alter-mondialiste], με την έννοια ότι το κίνημα ανιχνεύει ένα διαφορετικό σχέδιο για τον κόσμο. Δεν πρόκειται για ένα καταφύγιο όσων φοβούνται ότι ο κόσμος «ανοίγει», ούτε για μια αναδίπλωση με εθνικιστικά χαρακτηριστικά. Αντίθετα, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα δυναμικό κίνημα που θέτει ως πρόταγμά του τη διεθνιστική αλληλεγγύη.

Έχουν περάσει πέντε χρόνια από το πρώτο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε και, βεβαίως, από τη διεθνή διαδήλωση της Γένοβας. Μπορούμε να μιλήσουμε για συγκεκριμένα πολιτικά αποτελέσματα ως απόρροια της δράσης αυτού του κινήματος; Για παράδειγμα, θεωρείτε ότι συνεισέφερε σε αγώνες όπως ήσαν οι αγώνες εναντίον του Ευρωσυντάγματος και της οδηγίας Μπολκενστάιν ή, πιο πρόσφατα, κατά της Σύμβασης Πρώτης Πρόσληψης στη Γαλλία; Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, πιστεύετε ότι η «κουλτούρα» του Φόρουμ παραμένει ζωντανή;

Βρισκόμαστε σε καθεστώς νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας το τελευταίο τέταρτο του αιώνα. Σ’ αυτό το διάστημα, όχι, δεν έχουμε κάποια θεαματική νίκη. Μπορούμε, όμως, να υποστηρίξουμε ότι το κίνημα άσκησε σοβαρή κριτική στη νεοφιλελεύθερη πολιτική, συνέβαλε στην επιτυχία της καμπάνιας του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα (του αριστερού «ΟΧΙ», κι αυτό πρέπει να τονιστεί) και, βεβαίως, στην αντιπαράθεση με την οδηγία Μπολκενστάιν. Συνέβαλε επίσης στην ανάδειξη των προβλημάτων του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου και των μεταναστών – είδαμε τι έγινε πρόσφατα στις ΗΠΑ, με τον ξεσηκωμό της ισπανόφωνης κοινότητας – και τροφοδότησε μικρές και μεγαλύτερες αντιστάσεις. Αν μετράμε από το 1999 και το Σιάτλ, έχουν γίνει πολλά – και δεν έχουμε μόνο τα Φόρα της Φλωρεντίας ή της Αθήνας τώρα, αλλά και τις εμπειρίες του Καράκας, του Μπαμακό και του Καράσι. Από την άλλη, η κοινωνική δραστηριότητα έχει στις μέρες μας τα όριά της. Είτε μιλάμε για τα Φόρα της Λατινικής Αμερικής και εστιάσουμε στα φαινόμενα Λούλα και Τσάβες, είτε για το κίνημα στην Ευρώπη και θυμηθούμε τι έλεγε ο Μπερτινότι στη Φλωρεντία περί του «κινήματος των κινημάτων», είναι φανερό ότι βρισκόμαστε σε μια καμπή. Κατά τη γνώμη μου, η αυταπάτη ότι το κίνημα είναι από μόνο του αρκετό, ολοκληρώνεται από έναν ψευδεπίγραφο πολιτικό ρεαλισμό. Δεν το συζητάμε: και βέβαια έπρεπε να ψηφίσουμε κατά του Μπερλουσκόνι. Άλλο όμως αυτό, και άλλο η συναίνεση σε κυβερνητικό επίπεδο για θέματα όπως το ΝΑΤΟ και το Ευρωσύνταγμα.

Μιας και το θίξαμε: υπάρχει μεγάλη συζήτηση στους κόλπους του κινήματος σ’ ό,τι αφορά τη σχέση του με τα πολιτικά κόμματα. Υπάρχει μια ορισμένη εκδοχή της Αριστεράς που θεωρεί ότι ο ρόλος των αριστερών κομμάτων σ’ αυτό το κίνημα ήταν κυρίαρχος εξαρχής και τέτοιος πρέπει να παραμείνει και, στην απέναντι όχθη, υπάρχουν κάποιοι που διακηρύσσουν τον «θάνατο της Αριστεράς» χάριν αυτού του «νέου» (του κινήματος ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση). Πού βρίσκεται η αλήθεια;

Υπάρχει μια εκ νέου δραστηριοποίηση σε κοινωνικό επίπεδο – το είδαμε και με τη γαλλική Σύμβαση, το CPE. Αυτή είναι μια αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη. Όσο δεν δημιουργείται γι’ αυτήν τη δραστηριοποίηση μια αντίστοιχη πολιτική έκφραση, η πλάστιγγα θα γέρνει προς όφελος της Δεξιάς. Δείτε, ας πούμε, τι έγινε με τον Μπερλουσκόνι στην Ιταλία. Είναι ανησυχητικό το ότι τα ποσοστά αυτής της γελοίας παράταξης ήταν τόσο υψηλά. Και η έλλειψη μιας Αριστεράς – πείτε τη ριζοσπαστική ή επαναστατική – ίσως να έχει το ίδιο αποτέλεσμα και στη Γαλλία. Θα πρέπει να είμαστε διαλεκτικοί. Να σεβαστούμε, κατ’ αρχάς, την αυτονομία των κοινωνικών κινημάτων και τις δημοκρατικές διαδικασίες τους. Να δούμε, όμως, ότι τα πολιτικά κόμματα είναι φορείς μιας συγκεκριμένης πρότασης. Τα Κοινωνικά Φόρα είναι ένα μωσαϊκό κινημάτων, κάθε ένα απ’ αυτά φέρνει τις εμπειρίες του. Χρειάζεται, ωστόσο, να δημιουργήσουμε και μια εναλλακτική πρόταση που να τα συνθέτει όλα αυτά. Χρειάζεται να καταλάβουμε τον στίβο της πολιτικής. Η ATTAC είναι ένα δημοκρατικό, ενωτικό κίνημα. Αν θέλει να μείνει τέτοιο, δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη λειτουργία ενός πολιτικού κόμματος. Εξάλλου, όταν ένα κόμμα κρύβεται, υπάρχει ο κίνδυνος της χειραγώγησης των κινημάτων. Χρειάζεται μια καθαρή σχέση ενώπιον όλων.

Μια συγκεκριμένη τάση του κινήματος μάς προτείνει να αντισταθούμε αγνοώντας το κράτος, φτιάχνοντας χώρους «εκτός κράτους». Δεν θεωρείτε ρεαλιστική μια τέτοια προοπτική.

Όχι, καθόλου. Προφανώς είναι αναγκαίο να καταλάβουμε όσο το δυνατόν περισσότερους χώρους. Στην Αργεντινή, για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια της κρίσης υπήρξαν απόπειρες αυτοδιαχείρισης εργοστασίων. Το περιβάλλον, ωστόσο, παραμένει καπιταλιστικό. Υπήρξαν, επίσης, εμπειρίες από τη λειτουργία συνεταιρισμών. Πρόκειται για εγχειρήματα κατά τα οποία κάποιες μερίδες του πληθυσμού μαθαίνουν να αυτοοργανώνονται, να μάχονται για την αυτονομία τους. Τέτοια εγχειρήματα είναι χρήσιμα και θα έπρεπε να πολλαπλασιαστούν, αλλά σε καμιά περίπτωση δε θα πρέπει να τα δούμε αντιπαραθετικά ως προς την εξουσία: το κράτος συνεχίζει να υπάρχει. Η εκλογή του Μοράλες στη Βολιβία είναι χαρακτηριστική του πώς τέτοια πειράματα, μεταφερόμενα στο πεδίο της εξουσίας, δίνουν στους αγώνες ένα διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης. Είναι ενδιαφέρον να δούμε ποια θα είναι τα δικαιώματα των εργατών στους τομείς της παραγωγής που έχουν εθνικοποιηθεί στη Βολιβία. Από μόνο του ένα κίνημα δεν μπορεί να προκαλέσει όσα προβλήματα προκαλεί στις ΗΠΑ η Βενεζουέλα, παίζοντας ενεργό ρόλο στην οικονομική συνεργασία των χωρών της Λατινικής Αμερικής στα πλαίσια τoυ MERCOSUR. Ασφαλώς υπάρχουν κίνδυνοι όταν πρόκειται για την εξουσία. Η ιστορική εμπειρία των κινημάτων του 20ου αιώνα, τα οποία πήραν την εξουσία για να αλλάξουν τον κόσμο, έδειξε αυτούς τους κινδύνους. Όμως, όσο ενδιαφέρον κι αν έχουν, για παράδειγμα, οι προσπάθειες των Ζαπατίστας, οι αυτοοργανωμένες κοινότητες και τα άλλα τους επιτεύγματα, το μεξικανικό κράτος εξακολουθεί να υπάρχει, όπως άλλωστε και η ελεύθερη αγορά της Β. Αμερικής. Ακριβώς επειδή οι Ζαπατίστας το καταλαβαίνουν, έχουν εκπονήσει την Άλλη Καμπάνια, η οποία αφορά ολόκληρη τη χώρα. Ασφαλώς, ο συσχετισμός δύναμης στην παρούσα φάση δε μας επιτρέπει να θέσουμε το ζήτημα της εξουσίας με σαφήνεια. Αλλά, κατά τη γνώμη μου, είναι επικίνδυνο αυτό να το κάνουμε θεωρία. Μια τέτοια θεωρία εκκινεί από μια θέση αδυναμίας, που, προφανώς, σχετίζεται με ό,τι ζήσαμε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα και της εικοσαετούς νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας. Αυτή η ηγεμονία, ωστόσο, δεν είναι προορισμένη να διαρκέσει για πάντα.

Βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας νέας πολεμικής σύγκρουσης στο Ιράν. Μπορούμε τελικά να περιμένουμε κάτι απ’ τα κινήματα;

Σε ό,τι αφορά αυτό το κίνημα, δε θα πρέπει να ξεχνάμε για κανένα λόγο ότι η 15η Φεβρουαρίου και τα αντιπολεμικά συλλαλητήρια των εκατομμυρίων διαδηλωτών όλο τον κόσμο, εμπεριείχαν τη δυναμική της Φλωρεντίας, τη δυναμική των Φόρουμ.

Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010

Για τον "Γυναικείο ρόλο" του Γεράσιμου Νεόφυτου




ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΣ
ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΡΟΛΟΣ
SEVEN ISLANDS


Τον «Γυναικείο Ρόλο» με τα 15 τραγούδια σε στίχους και μουσική Γεράσιμου Νεόφυτου υποδύονται τρεις εξαιρετικές φωνές: η Δήμητρα Παπίου, η Ηρώ Σαΐα και η Μάρθα Φριντζήλα. Ο δίσκος φέρει έντονο ένα άρωμα Σταμάτη Κραουνάκη, καταρχήν ερμηνευτικά. Η Παπίου είναι μια από τις μούσες του καλού συνθέτη («Αυτή η νύχτα μένει»), η Φριντζήλα έχει επίσης συνεργαστεί μαζί του («Χ Σκηνής»), ενώ και η εξαιρετική Ηρώ Σαΐα υπήρξε ιδρυτικό μέλος της ομάδας «Σπείρα-Σπείρα» που στήθηκε πριν από μια δεκαετία από τον «Κράου». Κυρίως όμως, αυτό το άρωμα Κραουνάκη αναδύεται από την έντονη θεατρικότητα των τραγουδιών, μια θεατρικότητα που αποτυπώνεται σε αναφορές στον Δαμιανό και τη Τζίλντα («Είδωλα»), στα ρυθμικά μοτίβα - αρκετά ταγκό και ρούμπες - και στη δίχως εξάρσεις ενορχήστρωση που δίνει τον πρώτο λόγο στην ερμηνεία. Ο Γιώργος Τρανταλίδης υπογράφει τις ενορχηστρώσεις, τη μίξη και την παραγωγή. Κάποιες «μπλε» στιγμές του δίσκου μπορούν να αποδοθούν στις πινελιές του γνωστού ντράμερ, μιας ιστορικής φιγούρας στην ελληνική τζαζ σκηνή.


Οι στίχοι εκφράζουν ένα παράπονο, άλλοτε θυμό, άλλοτε μελαγχολία, μαζί με μια νότα συνέχειας και αισιοδοξίας, κάτι σαν το ουράνιο τόξο μετά τη μπόρα. Κάποιες φορές οι στίχοι γίνονται αρκετά «εγκεφαλικοί», περισσότερο απ’ όσο προστάζει η αμεσότητα και η φλόγα αυτού που αντιλαμβάνομαι ως «γυναικείο ρόλο». Στον Νεόφυτου είναι διακριτή η επιρροή της Νικολακοπούλου και των επιγόνων της. Στο τέλος («Τρέξε Λόλα») δεν λείπει και ο αιχμηρός κοινωνικός σχολιασμός: «Μια πρόταση δεν γράψαμε / θλιμμένοι αντιγράψαμε / την ένδοξη αθλιότητα του νεοπλουτισμού».


Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στην εικαστική αισθητική του cd, με μια αιφνιδιαστική κούκλα στο εξώφυλλο και ένα προσεγμένο ένθετο. Εκτός από τους στίχους και τις ατμοσφαιρικές ασπρόμαυρες φωτογραφίες των συντελεστών, εκεί θα βρείτε ένα εκ βαθέων σημείωμα του Νεόφυτου. Αποφεύγω να διαβάζω την άποψη των δημιουργών για το έργο τους, ιδιαίτερα καθώς έχουν πολλαπλασιαστεί τώρα τελευταία τα κρούσματα μουσικών που τα λένε μια χαρά στα κείμενα και τις συνεντεύξεις τους, αλλά αδυνατούν να αγγίξουν τον ακροατή με την τέχνη τους, με το τραγούδι γυμνό δηλαδή. Με τον «Γυναικείο ρόλο», όμως, ο Γεράσιμος Νεόφυτος αποδεικνύει ότι ένας δημιουργός μπορεί να κάνει και τα δύο, αρκεί να κινητοποιείται από αβίαστη έμπνευση και ταλέντο, και όχι μόνο από κούφιο ναρκισσισμό.

Ηρακλής Οικονόμου
(Εφημερίδα Η ΕΠΟΧΗ - "Οι ακροάσεις της Εποχής")

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010

Έκκληση για βοήθεια στην Αϊτή




Η Ελληνική Εθνική Επιτροπή της UNICEF απευθύνει έκκληση στους πολίτες να συμβάλουν στην προσπάθεια για την παροχή άμεσης βοήθειας στα παιδιά στην Αϊτή. Για το σκοπό αυτό όποιος επιθυμεί μπορεί να καταθέτει τη βοήθειά τους στο λογαριασμό 169/480021-48 της Εθνικής Τράπεζας ή και μέσα από το www.unicef.gr

-----

Ο Σωτήρης Κακίσης μας θυμίζει ένα ανεκπλήρωτο χρέος:
"Η πρώτη χώρα πού αναγνώρισε την Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν η Αϊτή. Μόλις είχε τελειώσει το δικό της απελευθερωτικό πόλεμο εναντίον των Γάλλων αποικιοκρατών, κατεστραμμένη οικονομικά, διά του Προέδρου της Μπουαγιέ έστειλε στο Παρίσι στον Αδαμάντιο Κοραή έγγραφη αναγνώριση της πρώτης ελληνικής κυβέρνησης και 25 τόνους καφέ να εκποιηθούν για να αγορασθούν όπλα γιά τόν δικό μας αγώνα. Επίσης έστειλε 100 εθελοντές στρατιώτες να πολεμήσουν στο πλευρό των Ελληνων. Πότε έγιναν αυτά; Στις 15 Ιανουαρίου 1822. Αυτές τις μέρες δηλαδή..."

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

Βαβέλ 1992: Η απίθανη συνέντευξη του Τζίμη Πανούση στον Σωτήρη Κακίση (αυστηρώς ακατάλληλο)


(Τζίμης Πανούσης, φωτό: Σωτήρης Κακίσης)




Τζίμης Πανούσης

του ΣΩΤΗΡΗ ΚΑΚΙΣΗ



Περιοδικό Βαβέλ τεύχος 129 (Φεβρουάριος ’92)

Ο Τζίμης ο Πανούσης, ο Τζιμάκος, έχει την εξής χάρη: μιλάει για τα πιο ουσιαστικά πράγματα χαριεντιζόμενος, σαν παιδί τ' ανακατεύει όλα, χωρίς καμία τύψη χώνεται παντού, τη χώνεται παντού. Απαντάει χωρίς ν' απαντάει, σαν μαγική εικόνα είναι τα λόγια του, διφορούμενα. Σε κάνει να μην ξέρεις την αλήθεια του απ' το ψέμα, το σοβαρό από τ' αστείο.
Όσες φορές μιλάμε μας πιάνουνε τα γέλια, κι εναντίον μου ασκεί τη γοητεία του κωμικού, με γελάει, με ξεγελάει, διαρκώς με πειράζει. Δεν πειράζει. Έχω κι εγώ τον τρόπο μου να τον παγιδεύω, να τον φέρνω απροόπτως προ τον ευθυνών του! Να ‘τος πάλι σήμερα, να ΄μαστε ορμητικοί εντός του νέου έτους, χάλια, χάλιες, αλλά και πολύ πρώτοι, τελείως αμετανόητοι!
Ψευτο-OFF THE RECORD δια δεύτερην φοράν:




(Τζίμης Πανούσης, Σωτήρης Κακίσης, φωτό: Γιώργος Σταθόπουλος)



ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΑΚΙΣΗΣ: Κύριε Πανούση, θα μιλήσουμε;

ΤΖΙΜΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ: Θ’ απειλήσουμε;

– Ό,τι θέλετε. Πείτε:

Να μιλάω κι εγώ;

– Να μιλάτε κι εσείς. Κι όχι μόνο να μιλά­τε, να μιλάτε και δυνατά για ν’ ακούγεστε.

Κλείστε το μαγνητόφωνο, να δούμε τι θα θυμόσαστε μετά απ’ όσα σας πω.

– Άστε τ' αστειάκια για μια φορά. Εδώ χανόμαστε, και δεν γαμάμε κιόλας.

Γι’ αυτό κι εγώ είμαι πολύ χαρούμενος. Μετά χαράς βλέπω την κατάσταση να ξεφεύγει από τον έλεγχό μου. Κι αυτό είναι ένα χτύπημα για τον εγωισμό μου, το οποίο δέχομαι αδιαμαρτύρητα.

– Δέχεστε αδιαμαρτύρητα να πηγαίνουμε κατά διαόλου, χωρίς να μπορείτε να μας σώσετε, όπως τόσες άλλες φορές;

Αδιαμαρτύρητα!

– Και σας έχει ξεφύγει η κατάσταση παντού ή μιλάμε μόνο σε πολιτικό επίπεδο;

Σε πολιτικό, σε πολιτικό επίπεδο. Γιατί είμαι πολιτικό ζώον. Σας αναγκάζω ν’ ανάψετε τσιγάρο τώρα;

– Μ’ αναγκάζετε.

Κι εγώ έχω δεχτεί πολλά πλήγματα. Αυτό με τις καπνοβιομηχανίες, που βάζουνε πια στα πακέτα αντί είκοσι, εικοσιπέντε τσιγάρα, τι σας λέει;

– Ως μη καπνιστής, συλλαμβάνομαι επ’ αυτού του πλήγματος απληροφόρητος.

Βέβαια. Βάζουνε, χώνουνε πέντε τσιγάρα παραπάνω. Τσόντα. Στην ίδια τιμή.

– Πού τα χώνουνε;

Φτιάχνουνε μεγαλύτερα πακέτα, ξέρω ‘γώ;

– Κι αυτό είναι πολιτικό θέμα;

Ε, δεν είναι;

– Εξηγείστε μας.

Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Δεν μπορώ, δυστυχώς. Εδώ κι ένα χρόνο γίνεται αυτό το πράγμα. Το κάνουνε για να χτυπήσουνε το Μάλμπορο.

– Το οποίο;

Το οποίο Μάλμπορο δεν έχει ακόμα απαντήσει. Κρατάει μια πολιτική α λα Μακ Ντόναλντς.

– Δηλαδή;

Μια πιο συντηρητική άποψη μάρκετινγκ, ένα κράτημα.

– Ένα είδος αναμονής εν ετοιμότητι;

Ανα-μουνίς, ανα-μουνί. Κι αυτό είναι το όλον πρόβλημα. Αυτή η αντανάκλαση, αυτός ο καθρέφτης μέσα στο μυαλό, που μας βγάζει συνεχώς γκρο-πλαν το γυναικείο γεννητικό όργανο.

– Συνεχώς;

Συνεχώς και αδιαλείπτως. Ώστε να βρίσκομαι εγώ στη δυσάρεστη θέση να μπορώ να συζητάω μόνο πολιτικά. Και να ‘μαι αναγκασμένος να σας πω πως πρέπει σιγά-σιγά να ετοιμαζόμαστε. Γιατί μπορεί να λέω υπερβολές, να ‘χω μια κινδυνολογία έμφυτη, αλλά το ένστικτό μου σχεδόν ποτέ δεν μ’ έχει ξεγελάσει. Είμαστε πολύ άσχημα.



(Γιώργος Πανουσόπουλος, Γιώργος Σταθόπουλος, Τζίμης Πανούσης, φωτό: Σωτήρης Κακίσης)



– Προ ολίγου καιρού όμως διαδίδατε πως ο Γκορμπατσώφ είναι ο Αντί-Χριστος. Ε, πάει ο Γκορμπατσώφ.

Κάνετε μεγάλο λάθος. Μέχρι να κυκλοφορήσουνε αυτά που λέμε, αυτά που ξέρουμε σήμερα, θα ‘χουνε τελείως ανατραπεί. Πόσες έχουμε τώρα; Δύο Ιανουαρίου...

– Τρεις.

Τρεις πήγε; Πώς περνάει η ώρα! Απ’ τις δύο είμαστ’ εδώ. Τέσσερις του μηνός, τέσσερις, τελοσπάντων, Ιανουαρίου, είναι η μεγάλη έκλειψη της σελήνης, μεσημεριάτικα. Ηλίου, σόρυ. Ηλίου. Αυτά είναι. Ψάχνω να βρω έναν αστρολόγο σοβαρό να μου τα συνδέσει όλα μεταξύ τους. Γιατί στις τέσσερις, ημέρα Σάββατο, θα ‘χουμε...

– Τον αγώνα Παγκράτι – Πανιώνιος και Ιωαννίδης – ΑΕΚ.

Μα δεν μπορείτε μια φορά να σοβαρευτείτε; Θα ‘χουμε την αντεπίθεση του Αντί-Χριστου, την εξ όλων αναμενόμενη. Γιατί μπορεί να παραιτήθηκε, αλλά πίσω έχει η Ραΐσα την ουρά. Και θα προσέξατε ποια μέρα παραιτήθηκε.

– Μη με εκθέτετε διαρκώς. Πείτε τε όλα εσείς να τελειώνουμε.

Παραιτήθηκε ανήμερα τα Χριστούγεννα. Πρόκειται για φοβερή σύμπτωση, με το «σύμπτωση» σε εισαγωγικά.

– Κι αυτό τι δείχνει;

Αυτό δείχνει πως το Καλό κέρδισε μια μάχη, αλλά όχι τον πόλεμο. Ο Αντί-Χριστος δεν πρόκειται να κάτσει καλά. Θα ξαναχτυπήσει σύντομα εκεί που πονάμε, και «πού σε πονεί και πού σε σφάζει»!

– Εσείς βάσει ποίας λογικής έχετε αναγνωρίσει στο πρόσωπο του Γκορμπατσώφ τον Αντί-Χριστο;

Είχα δει κάτι φωτογραφίες του σ’ ένα αστυνομικό τμήμα. Μα κοροϊδευόμαστε; Το σημάδι στο κούτελό του μπρίκια κολλάει;

– Όχι αλλά λέγεται πως του ‘χε ρίξει καφέ ζεματιστό ο Στάλιν.

Ο Στάλιν είναι ο πατέρας του. Ο Στάλιν είναι ο πραγματικός παΤέρας του Γκορμπατσώφ. Αυτό φαίνεται μ’ ένα απλό κομπιούτερ, με δυό-τρεις γραφικές μεταλλαγές.

– Πείτε, πείτε, μέχρι να μας δέσουνε.

Λέω, λέω. Παίρνουμε μια φωτογραφία του Στάλιν όχι πολύ ξερο-ψημένη, βγάζουμε στο μίξερ το μουστάκι, και της ρίχνουμε το κόκκινο σημάδι στο κούτελο. ‘Η, το αντίθετο: βάζουμε στον Γκορμπατσώφ ένα μουστάκι, του βγάζουμε μ’ έναν τρίφτη το σημάδι, τ’ αφήνουμε λίγο να κρυώσει, κι έχουμε τον Στάλιν αυτοπροσώπως. Πρόκειται για σατανική σύμπτωση, ομιλούμε περί εκπληκτικής ομοιότητος.

– Πώς το εξηγείτε αυτό;

Λέγεται πως ο Στάλιν είχε πάει στην περιοχή της Σταυρούπολης, κι είχε φυλακίσει τον πατέρα-Γκόρμπυ, ο οποίος ήταν αντι-κομμουνιστής, και του πήρε τη μάνα. Κι έτσι κολλάνε όλα, επαληθεύονται τα ρηθέντα κατά τας γραφάς: Μαρία Γκορμπάτσοβα, η μη-Παρθένος Μητέρα του, κι Ιωσήφ, ο επί της Γης Πατήρ του.

– Και Μέγας Μαραγκός, αν υπολογίσουμε τα φέρετρα.

Ακριβώς. Γι ‘αυτό βγάζω το συμπέρασμα ότι οδηγούμεθα, εκόντες-άκοντες, στην Αποκάλυψη.

– Του Ιωάννου.

Του Ιωσήφ. Του Σήφη.

– Κι ο τόπος; Πάλι η Ελλάς; Τα Βαλκάνια ίσως, σε ηπειρώτικη συσκευασία Αποκαλύψεως;

Ο Μιχάλης ο Γκορμπατσώφ έχει κατά νου όλους τους πυρηνικούς αριθμούς, τους έχει συγκρατήσει σαν τηλέφωνα. Έδωσε την τσάντα στον Γιέλτσιν με τους κωδικούς, αλλά ο Γιέλτσιν είναι χαμηλής νοημοσύνης κι είναι σαν να μην τους έχει.

– Αυτό τώρα για το άι-κιού του Γιέλτσιν πώς το λέτε;

Αυτό το διαπιστώσαμε επι τόπου, όταν είχε έρθει στην Ελλάδα και πήγε στο Διογένης Παλάς.

– Κι ο Τσερνιένκο είχε έρθει μου φαίνεται, και του ‘χε πάρει συνέντευξη στην Ομόνοια ο Οικονόμου.

Ο συγχωρεμένος;

– Ο ζων. Και; Μη σας αποσπώ: Είμαστε στο Διογένης Παλάς.

Ε, είναι γνωστά, ευρέως γνωστά τα συμβάντα. Τα ξέρει ο κόσμος.

– Πως πήγε στον Λεπά ο Γιέλτσιν;

Ναι. Κι εκεί που πετάγανε οι άλλοι τα πιάτα, πέταξε κι αυτός μια φρουτιέρα. Και χτύπησε έναν δημοσιογράφο. Είναι γνωστά τα κατορθώματά του επί ελληνικού εδάφους Τα ‘χουνε γράψει όλα οι εφημερίδες. Που είναι και το μεγάλο μου πρόβλημα.

– Οι εφημερίδες; Τις διαβάζετε και μπερδεύεστε;

Δεν μπερδεύομαι, αλλά αυτό είναι το μεγαλύτερο ελλάτωμά μου. Και το να βλέπεις τηλεόραση δεν είναι ελάττωμα;

– Αναλόγως. Άμα δεν μπορείς να μείνεις σε κανάλι πάνω από δέκα δευτερόλεπτα, πέφτουνε τα λόγια του ενός στο στόμα του άλλου.

Καλή ώρα μ’ εμάς εδώ. Όχι, εγώ είμαι πια αντι-ζαπιστής. Γιατί είμαι εγωιστής και δεν θέλω να με παίρνει μπάλα ο εγωισμός μου. Κι αν και με τρώει το χέρι μου, συγκρατούμαι και τον αφήνω τον άλλο να μιλήσει.


(Τζίμης Πανούσης, φωτό: Σωτήρης Κακίσης)



– Δεν παθαίνετε αυτά που παθαίνει ο κύριος Δέπος στο κανάλι του Λεβέντη, όταν παίρνει φόρα, φόρα κατηφόρα;

Το σπρώχνω μακριά το τηλε-κοντρόλ, δεν τον σβήνω τον άλλο στα καλά καθούμενα. Όσο για το Βήμα στον Πολιτισμό του Καπετάν-Γιωργάκη Δέπου, το βλέπω ανελλιπώς. Τα βλέπω όλ’ αυτά τα καλτ. Αλλά όπως λέει ο μεγάλος φίλος μας και διανοητής, ο Ριζόπουλος, που αν και χημικός διαθέτει μια τελείως σουρρεαλιστική διαύγεια, αύριο-μεθαύριο εγώ δεν θα βρίσκω δουλειά.

– Σας αφήνουνε δεύτερο και καταϊδρωμένο τα γεγονότα;

Ε, βέβαια. Γιατί εμείς ζούμε από την υπερβολή. Με την υπερβολή. Όταν η πραγματικότητα σε ξεπερνάει συνέχεια, την έβαψες. Πώωωω! Το ‘δατε αυτό το βυζί;

– Πού;

Στην τηλεόραση, μπροστά στα μάτια σας. Μα ακούτε εμένα και τυφλωνόσαστε; Εδώ γίνεται χαμός! Να κι ένας κώλος! Να κι άλλος!

– Μα, άμα είναι να βαίνουμε προς την Αποκάλυψη, τι χολοσκάτε μήπως χάσετε τη δουλειά σας;

Δεν είναι έτσι. Είμαι τρομερά σίγουρος δε, επανέρχομαι, 99 τοις εκατό, πως θα περάσουμε πολύ άσχημα φέτο. Δεν μ’ αρέσει καθόλου η κατάσταση, ‘τοιμάζονται διάφορα πράγματα στην Ελλάδα. Γι’ αυτό κοιτάω να βγάλω συνάλλαγμα έξω, όσο πιο πολλά μπορώ. Στο Παρίσι με βλέπω.

– Μέτοικος, Μουστακί;

Να βρω κι εγώ ένα σπίτι εκεί, στο Σηκουάνα, για τα προς το παρόν, για τα ενδο-Βαλκανικά.

– Μήπως αν βγάζατε το συνάλλαγμα σε καμιά Βουλγαρία, σε καμιά Ρουμανία; Εκεί θα ‘σαστε άρχων, κόμης.

Δεν μπορώ να ζήσω στη Βουλγαρία.

– Γιατί;

Γιατί δεν έχει...

– Μουλέν Ρουζ;

Κρέιζυ Χορς.

– Μα τι λέτε; Ντιπ τρελός είσαστε;

Απ’ την άλλη Κρέιζυ Χορς είμαστε κι εμείς. Άκουσα πως δίνουμε τώρα τη Θράκη σε μιαν αυτονομία μουσουλμανική, να πάρουμε αντιπαροχή τη Βόρειο Ήπειρο σαν καραμέλα, για να ησυχάσουμε. Και δίνουμε και λίγο Αιγαίο, λένε, σωτέ, για να ‘ρθουμε πάλι στα ίσια μας.

– Από Αιγαίο ξέρετε ακριβώς ονόματα;

Όχι, δεν μπορώ να σας πω. Άλλωστε όλ’ αυτά δεν πιστεύω πως ενδιαφέρουνε πια κανένανε.

– Εκτός από τους κατοίκους της Χίου ίσως.

Θα διαβαστούμε λέτε και στη Χίο;

– Και όχι μόνο. Μέσα μας όμως, μέσα σας, δεν γίνονται και μέσα σας ανακατατάξεις τέτοιες αισθημάτων και απόψεων;

Μπα. Τίποτα. Έχω, βέβαια, μια τρικυμία εσωτερική, πολλά μποφώρ, αλλά όσες οδηγίες κι αν βγαίνουνε να σταματήσει ο απόπλους μου, πέφτουνε στο κενό. Δεν είδατε που το πρώτο παιδί που γεννήθηκε το 1992 ήτανε με εξωσωματική; Τρομερό! Όλο είμαστε σε διακοπές κι η Συνέχεια είναι όλο Σε Λίγο.

– Σε λόγο;

Σε λόγο, σε λίγο.



(Αλέκος Φασιανός, Γιώργος Σταθόπουλος, Τζίμης Πανούσης, Σωτήρης Κακίσης)



– Δεν ολοκληρώνουμε πια εννοείτε;

Ναι, τα φινάλε έχουνε καταργηθεί. Έχει καταντήσει παρελθόν το φινάλε. Ό,τι και να κάνουμε ό,τι και να βλέπουμε, κόβεται συνέχεια η ροή του με το Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΕ ΛΙΓΟ.

– Μέγκα-Στάιλ.

Κρατηθείτε για μετά. Κι έτσι είναι και στη ζωή μας. Διακόπτουμε τη ζωή μας με σκέψεις τι θα κάνουμε μετά, τι θα κάνουμε μετά, και τελικά δεν κάνουμε τίποτα. Κι αυτό εμένα μ’ αρέσει. Γιατί είμαι ανώμαλος!

– Τα κανάλια φταίνε λέτε γι’ αυτό μας το κατάντημα;

Όχι. Τι να φταίνε τα κανάλια; Φτάνουμε στο κλασικό φιλοσοφικό ερώτημα.

– Αν πέσει ένα δέντρο στο δάσος και δεν είναι κανείς εκεί γύρω, πώς ξέρουμε ότι έκανε θόρυβο;

Αυτό το ξέρουμε. Αυτό ξέρω πως το ξέρουμε. Ή το ξέραμε και το ‘χουμε ξεχάσει, και θα το ξαναθυμηθούμε αργά ή γρήγορα. Γιατί με μπερδεύτε συνέχεια;

– Ορίστε, μιλήστε ελεύθερα.

Μα δεν μπορώ να μιλήσω. Μου ‘χετε απέναντι ανοιχτή την τηλεόραση, μια φανέλα του Ντασάεφ και μια υδρόγειο φωτισμένη. Δωμάτιο είν’ αυτό ή καμαρίνι; Το Κεφάλι της Γάτας παίζει τώρα;

– Τον Φάκελλο Αμαζών.

Έτσι. Να μην μείνουμε στο Κεφάλι της Γάτας, να δούμε και τίποτα παρακάτω. Μια συνάδελφος, ας πούμε, κόβει το στήθος για να κάνει καριέρα. Ένας άλλος είχε κόψει το χέρι του για να γράψει καλύτερα.

– Παλιότερα οι ζωγράφοι δαγκωνόντουσαν και κόβανε και τ’ αυτιά τους.

Όλοι κάτι πρέπει να κόψουμε. Εγώ δεν έχω βρει ακόμα τι πρέπει να κόψω. Ό,τι κόβω, το ξαναρχίζω.

– Σας ξαναβγαίνει;

Μου ξαναβγαίνει μπροστά.

– Όπως:

Έχω κόψει συμβολικά το τσιγάρο.

– Το σεξ;

Άλλο αυτό! Το ‘χετε κι εσείς αυτό; Που ψάχνουμε όλα τα έργα για βυζιά. Αν δεν έχει βυζί το έργο, δεν με συγκινεί. Καλά κάνουνε οι μοναχοί στ’ Άγιον Όρος και κόβουνε ό,τι κόβουνε. Τις γυναίκες π.χ. Που δεν αφήνουνε ούτε θυλυκιά κατσίκα να μπει, μην τους περισπάσει. Τι βλακείες καθόμαστε και λέμε τώρα; Είμαι πολύ, πάρα πολύ χάλια.

– Ο Παπανδρέου το ‘χει κόψει το σεξ;

Όχι! Εμείς δεν είμαστε πουριτανοί. Έχουμε έναν ιδιότυπο, επαρχιώτικο πουριτανισμό άλλου τύπου, καμία σχέση με τον πουριτανισμό των αγγλο-σαξώνων. Παρ’ όλα αυτά, παρουσιάστηκε ένας φθόνος για τον άνθρωπο, που πήρε την κοπέλα, ας πούμε. Κι αυτό το ‘χουνε πιάσει ακόμα κι οι ειδικοί που φτιάχνουμε το ίματζ του Μητσοτάκη, και τον βάζουνε να ‘ναι όλο σε οικογενειακές στιγμές, πολύ άσχημες, επίτηδες. Να πηγαίνει να παίρνει τη γυναίκα του απ’ το κομμωτήριο, να της μιλάει με επιτιμητικό ύφος, να φαίνεται καθαρά πως τη μισεί. Αυτό περνάει ωραία στον κόσμο, τον αγγίζει τον Έλληνα. Τον συμπονάμε τον κακομοίρη, τον λυπόμαστε, και τον βγάζουμε πρωθυπουργό, να ξεχαστεί λίγο. Είναι σοφός ο Έλληνας. Σ’ αυτό το μπάχαλο που είμαστε, μόνο ο Μητσοτάκης θα μπορούσε να είναι πρωθυπουργός.

– Κι ο Λεβέντης, οι Κεντρώοι Οικολόγοι, δεν μπορούν να μας σώσουν;

Αυτές είναι ιδεατές καταστάσεις, για τις οποίες χρειάζεται υψηλό χιούμορ άλλου βεληνεκούς. Αυτό δεν το διαθέτουμε όλοι. Δεν μπορούμε να ζητάμε τέτοια από την πλειοψηφία. Και περνάμε καλύτερα έτσι, αφήνοντας τη λάντζα, τις καλλιόπες, στους διαφόρους κατάλληλους. Δεν καταδέχεται ο Έλληνας να πέσει τόσο χαμηλά. Γι’ αυτό και δεν γεννάμε, γι’ αυτό συρρικνωνόμαστε με το έτσι-θέλω. Γιατί όπως είπε ο σύντροφος ο Δέπος πριν από λίγο...

– Κανάλι 67, Δευτέρα-Πέμπτη στις εφτά...

... ο υπερπληθυσμός είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα σήμερα. Εμείς μη-γεννώντας είμαστε μπροστά, μετά-μοντέρνοι, οικολόγοι, χιλιάδες χρόνια μπροστά. Τώρα θα μου πείτε, πού οδηγούμαστε;

– Ναι, πού πάμε με τον Αντί-Χριστο, με τον Μητσοτάκη, με τη Λιάνη;

Με τη Λιάνη; Δεν τη θίξαμε αυτήν; Εμένα θα μ’ άρεσε να ζω μαζί της, γιατί έχει μεταφυσικές ανησυχίες. Είναι άτομο που αναλαμβάνει υπεύθυνα πόστα, που έχει γνώμη, που δουλεύει, που σκίζεται, που κάνει αυτή όλα τα δύσκολα, Την Παραμονή τον έντυσε τον Παπανδρέου, τον πέταξε έξω και τον έβαλε να ξαναμπεί για να κάνει ποδαρικό. Τα ξέρω όλα σας λέω.



(Πορτραίτο του Τζίμη Πανούση από τον Αλέκο Φασιανό, φωτό: Σωτήρης Κακίσης)



– Μπορείτε να τα ξέρετε, αλλά δεν μας δίνετε καμία συγκεκριμένη απάντηση.

Είναι γιατί έχω την αίσθηση πως ό,τι πω και ό,τι κάνω είναι πολύ πρόσκαιρο. Και το κάνω με μια αυτή άντε να τελειώνουμε. Να σας πω πάντως τι με συγκινεί πραγματικά; Οι αναφορές μου οι καλλιτεχνικές, αυτές που αισθάνομαι πραγματικά συναδέλφους μου, που τις καταλαβαίνω απόλυτα, είναι όλες αυτές οι κοπέλες που προσπαθώντας να κάνουνε τέχνη και καριέρα, κάνουνε τα πάντα, είναι αδίστακτες.


– Που πηδιούνται αδιακρίτως;

Ναι. Αυτές είναι πιο κοντά στην Τέχνη. Η Τέχνη είναι πάντα ερήμην αυτού που την κάνει. Αν έχεις επίγνωση αυτού που κάνεις, κινδυνεύεις, γίνεσαι αυτό που λέμε «κουλτουριάρης». Ψεύτης, αποτυχημένος. Εγώ συγκινούμαι μόνο από κείνους που πιστεύουν πως αυτό που κάνουν είναι ξεφτίλα. Που κάνουν ό,τι κάνουν βιοποριστικά, για να μην πεθάνουν της πείνας. Στα σκυλάδικα, σε κάτι τέτοιους περιθωριακούς χώρους, γίνεται κάτι κάθε νύχτα.


– Σ’ εκείνο το καμπαρέ στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας που λέγαμε;

Εκεί, πραγματικά συγκινήθηκα πάρα πολύ. Με τις ρουμάνες τις χορεύτριες. Που δεν χωράγανε στην πίστα. Τόσο πολλές ήτανε. Επειδή θα ΄τανε φτηνές πολύ, τις είχανε πάρει όλες. Και βγαίνανε στη σκηνή μόνο με τον ιδιοκτήτη.


– Με τον ιδιοκτήτη;

Ναι, ο ιδιοκτήτης τραγούδαγε. Με ντύσιμο εκπληκτικό, με μια κοιλιά τεράστια, με τη ζώνη δεμένη χαμηλά, κάτω απ΄την κοιλάρα του, ολίγο πάνω από τους όρχεις. Χορογραφίες τέλειες. Αυτό είναι τέχνη, Όχι τ’ άλλα τα αμήχανα, τα τίποτα.


– Κι η Μιμή Ντενίση;

Η Μιμή Ντενίση είναι μανεκέν. Προσπαθεί να γίνει εθνική μας σταρ, λέει τώρα. Πρέπει να τη βοηθήσουμε όλοι.


– Τίνι τρόπω;

Συνεχίζοντας να κάνουμε ό,τι κάνουμε. Με ο,τιδήποτε κάνουμε τη βοηθάμε, βοηθάμε όλοι με νύχια και με δόντια να γίνει η Μιμή Ντενίση εθνική μας σταρ. Γιατί έχει ανάγκη ο τόπος την αλλαγή.


– Να πάμε από το ξανθό στο μαύρο;

Αυτή η αλλαγή είναι καλή. Νομίζω πως Καραμανλής-Βουγιουκλάκη κλείνουνε πια. Πρέπει να κλείσει ένας κύκλος, ν’ ανοίξει κάνα τετράγωνο.


– Να συνεχίσουμε με Ντενίση στη θέση Βουγιουκλάκη;

Όχι, με Ντενίση στη θέση Καραμανλή. Και στη θέση της Βουγιουκλάκης μια αδελφή, ποια θα ‘ναι. Μην είμαστε και τελείως συγκεκριμένοι, ν’ αφήνουμε και κάτι σιβυλλικό. Κι ο Γκάλης.


– Τι, ο Γκάλης;

Παίρνει λίγα. Να πάρει κι άλλα, να μην μπορεί να τα πάρει, να πούνε πως παίρνει κοκαΐνη, να πάει σαν Σούγκαρ, σαν Μωρό του Ελαφιού, να παίξουνε οι νεότεροι, να τη γλιτώσουμε φτηνά, μέχρι να τα πάρουνε κι αυτοί, να ‘ρθουνε άλλοι.


– Κι ο Μαραντόνα έτσι πήγε.

Επειδή αυτός είναι και κοντός. Άλλο μεγάλο θέμα οι κοντοί! Μεγάλο πρόβλημα. Όχι ότι εγώ σκίζω. Πόσο είστε εσείς;


-Ένα κι ογδόντα.

Κι εγώ ένα κι εβδομήντα πέντε είμαι. Αλλά κι ο Μικρούτσικος ισχυρίζεται πως είναι ένα κι εβδομήντα πέντε! Δεν τον κάνω πάνω από ένα κι εξήντα οχτώ. Δύσκολα πατάς γκάζι όταν είσαι κοντός. Εγώ φτάνω γιατί έχω εκτόπισμα και πιέζω προς τα κάτω το κάθισμα. Αν δεν είχα εκτόπισμα, θα πήγαινα όλο με ταξί. Οι κοντοί, πάντως, έχουνε χαρίσματα σεξουαλικά.


– Τεράστια όργανα;

Τεράστια. Άλλο να σας το λέω, κι άλλο να το δείτε. Αλλά αισθάνονται μειονεκτικά γιατί μας έχει πάρει μπάλα το αμερικάνικο πνεύμα υπέρ της ποσότητας. Στις καθημερινές εκφάνσεις όμως του βίου δημιουργείται μια αναπτέρωση λόγω της υποστήλωσης του οργάνου, και η μεγαλοσύνη σου μεταφυσικά σιγά-σιγά παίρνει το δρόμο της. Ο Παράδεισος περιμένει.


– Ποιους θα θέλατε σε μια γωνιά του Παραδείσου μαζί σας;

Εγώ είμαι άνθρωπος που μ’ αρέσει ν’ ακούω. Δεν τη βρίσκω να μιλάω. Θα ‘θελα μαζί μου μερικούς εκλεκτούς πεθαμένους. Τον Βαμβακάρη, π.χ. Που ‘χε πει εκείνο το ωραίο ανέκδοτο στην Αντίπαρο, που πήγαινε κι αυτός. Που ‘χανε κοιμίσει έναν Εγγλέζο τουρίστα παλιά κάτι Έλληνες στο κρεβάτι τους, κι αυτός τον έχωσε στη γυναίκα. Και της λέει ο άντρας, «Πες του τίποτα!». Κι είπε η γυναίκα, «Τι να του πω, που δεν ξέρω ξένα;»


– Του Βαμβακάρη είν’ αυτό;

Του Βαμβακάρη. Να σας πω κι ένα αίνιγμα;


-Πείτε.

Από τι παθαίνεις φλεβίτιδα;


-Από την ορθοστασία.

Γι’ αυτό έχω και στον πούτσο μου!

– Μάλιστα.

Δεν είναι φοβερό που δεν μπορώ να μιλήσω ποτέ σοβαρά; Και γαμώ τις άμυνες!

– Κι από τους ζώντες, κανένας δεν σας κάνει, για συνομιλητής;

Τι να πούμε; Αν ξέρει κανένας καμιά ιστορία, θα ‘θελα να μου την πει.


– Πώς να τελειώσουμε;

Με Βαμβακάρη πάλι. Μ’ ένα τραγούδι του Βαμβακάρη.


– Σας ακούμε:

«Τι πάθος ατελείωτο που είναι το δικό μου! Όλοι να θέλουν τη ζωή, κι εγώ το θάνατό μου ! »



(Περιοδικό Βαβέλ, τεύχος 129, Φεβρουάριος ’92)



(Τζίμης Πανούσης, φωτό: Σωτήρης Κακίσης)