Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Ο Βαγγέλης Δεληκούρας γράφει στον Αλέξη Βάκη, και δεν εξηγεί



ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΘΛΟΣ ΔΕΝ ΜΕΝΕΙ ΤΕΛΙΚΑ ΑΤΙΜΩΡΗΤΟΣ

του Βαγγέλη Δεληκούρα


(Το κείμενο έλαβε ο Αλέξης Βάκης και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΟΑΣΙΣ)

Γεννήθηκα το ’56 στην Αθήνα. Μεγάλωσα στα Θυμαράκια, κοντά στην Αγίου Μελετίου. Το ’74 μπήκα στο Πολυτεχνείο της Πάτρας και αμέσως σχεδόν ξεκίνησα να τραγουδάω, αρχικά στη μπουάτ Κατώι. Ήξερα όλα τα τραγούδια του Θεοδωράκη, τα αντάρτικα (μιας και η οικογένειά μου ήταν αριστερή), όπως και όλα τα ποπ της εποχής: Beatles, Al Bano, Adamo κ.α.. Επίσης, το εμπορικό λαϊκό ρεπερτόριο που διαφημίζανε τότε τα ραδιόφωνα. Το πρώτο σουξέ που με δόνησε ήταν το Δεν καταλαβαίνω τίποτα, του Κοινούση. Ήταν τα χρόνια που ο πολύς κόσμος άρχιζε να ανακαλύπτει τα ρεμπέτικα. Αλλά και η εποχή που τρέχαμε στις Εσπερίδες του Γιάννη Αργύρη, με τα επαναλαμβανόμενα αστεία, όπου η επανάληψή τους ήτανε ήδη ένα τρομερό αστείο.

Τη δεύτερη χρονιά στο Κατώι μου έτυχε το λαχείο να συνεργαστώ με τον Μπάμπη Γκολέ, με τον οποίο ήταν σαν να πέρασα δέκα μουσικά πανεπιστήμια σε χρόνο μηδέν: ήρθα σε επαφή με έναν τεράστιο πλούτο ρεπερτορίου, με μια ανάλαφρη και ξεσηκωτική αντίληψη του ρυθμού και με έναν τρόπο ερμηνείας που με έκανε για πρώτη φορά να καταλάβω πως αν θες να είσαι ελεύθερος στην ερμηνεία πρέπει κάπως να τσαλακωθείς. Γιατί μέχρι τότε ήμουνα μίμος του Μπιθικώτση και έπαιρνα ένα εύκολο χειροκρότημα. Ως ακροατής, πήγαινα συχνά στα μπουζούκια (στον Γαβαλά ή στον Αγγελόπουλο) και αισθανόμουνα ότι ήμουνα στον Παράδεισο. Όλα αυτά που ένιωθα στα μπουζούκια ήταν μια πολύ βασική πτυχή, την οποία θέλησα αργότερα να βγάλω σαν καλλιτέχνης. Με τον Γκολέ εξελίχτηκα αρκετά και ως κιθαρίστας: έμαθα τους λαϊκούς δρόμους, δούλεψα τα μπασοκίθαρα, όλα αυτά. Ταυτόχρονα, έπεσα με τα μούτρα στο ρεπερτόριο που αργότερα λανσάραμε με τα Παιδιά από την Πάτρα: δηλαδή Γαβαλά, Μενιδιάτη και τα σχετικά, συν τα λαϊκοδηματικά της εποχής (τα τραγούδια του Σκαφίδα π.χ.), συν τα «μοντέρνα» λαϊκά, όπως το Εσύ είσαι τα καράβια μου, ένα πολύ ωραίο απτάλικο που έλεγε ο Κόλλιας. Μου δημιουργήθηκε λοιπόν η ενθουσιώδης επιθυμία και απόφαση να φτιάξω μια σύγχρονη λαϊκή ορχήστρα που να παίζει όλα αυτά.

Το ’78 γνώρισα σε μια φοιτητική συγκέντρωση τον Λάμπρο Καρελά να παίζει με το ακορντεόν τραγούδια όπως Το μελαχροινάκι, Παντρεμένοι κι οι δυο, το Βάνα του Αγγελόπουλου κλπ., και τρελάθηκα, είπα «τι σούπερ σταρ είναι αυτός!» Έτσι, ο πρώτος που προσέγγισα ήταν ο Λάμπρος, οπότε γνώρισα και τον Αργύρη, με τον οποίο ήταν κολλητοί, παίζανε μαζί. Αρχίσαμε να κάνουμε πρόβες. Μπουζούκι έπαιζε ο Ανδρέας Ανδρικόπουλος, που την επόμενη χρονιά τον αντικατέστησε ο Χρήστος Παπαδόπουλος. Λίγο αργότερα, γνώρισα έναν εκπληκτικό –όσον αφορά το μουσικό αυτί και τον τρόπο που έπαιζε τα κομμάτια- μπουζουξή, τον Παναγιώτη τον Μανωλάκο από τη Σπάρτη, που έπαιζε σε ένα από τα κυριλέ μαγαζιά της Πάτρας, το Λίντο. Με τον Παναγιώτη και το Χρήστο άρχισε να πραγαματοποιείται το όραμά μου για διφωνίες με ηλεκτρικά μπουζούκια («ερωτεύτηκα τον κρυστάλλινο ήχο των μπουζουκιών», που έλεγε και ο Κρίστοφερ Λη.) και τους υποχρέωσα, τρόπον τινά, να πάρουν λαμπάτους ενισχυτές Fender. Μετά από κάποιες υποχρεωτικές ανακατατάξεις –ο Λάμπρος έφυγε μια χρονιά με την Οπισθοδρομική Κομπανία, ο Χρήστος αποσύρθηκε για ένα διάστημα ώστε να πάρει πτυχίο κλπ-, το χειμώνα του ’82- 83 (και ενώ τον προηγούμενο χειμώνα είχαμε περάσει μια εξαιρετική χρονιά στο υπόγειο Χάραμα μαζί με τον Γκολέ) ήταν η πρώτη χρονιά που παίξαμε και οι πέντε μαζί. Γνωρίσαμε μεγάλη επιτυχία.

Την επόμενο χρόνο ηχογραφήσαμε και τον πρώτο μας δίσκο, τον οποίο χρηματοδότησε ο Στέφανος Οικονόμου. Ο δίσκος κυκλοφόρησε από τους αδελφούς Φαληρέα, οι οποίοι πλήρωσαν εις είδος, έδωσαν δηλαδή στο Στέφανο 1500 δίσκους έναντι των εξόδων που είχε κάνει για την παραγωγή. Ο δίσκος σάρωσε σε πωλήσεις. Τότε ήταν που πήραμε το όνομα Τα Παιδιά από την Πάτρα, που -για την ιστορία- ήταν δική μου ιδέα. Σιγά- σιγά, τα πράγματα πήραν το δρόμο που πήραν. Δώσαμε και μια συναυλία στο Λυκαβηττό το ’84  (αναφέρομαι στη μία από τις δύο συναυλίες που κάναμε κολλητά τότε), η οποία ήταν και η τελευταία ολοκληρωμένα καλή παράστασή μας. Ποτέ δεν πετύχαμε ξανά κάτι τέτοιο, από κει και πέρα υπήρχαν–κατά τη γνώμη μου- μόνο στιγμές πια.

Εν σχέσει με τους μετέπειτα καυγάδες στο συγκρότημα, εκείνο που κατάλαβα τελικά είναι τη δυσκολία του να υπάρξει συνεννόηση ανάμεσα στους ανθρώπους, ειδικά σε κάτι τόσο φλου όπως τα τραγούδια. Επίσης κατάλαβα ότι το ποιος κάνει κουμάντο είναι το πρώτο πράγμα που καθορίζει τις σχέσεις των ανθρώπων. Αν αυτό ήταν λυμένο, οι άνθρωποι θα ήταν πολύ αγαπημένοι μέσα στην ιεραρχία που θα είχε συμφωνηθεί. Αυτό το κατανόησα πολύ αργότερα, όταν αδυνατούσα να περάσω μια γραμμή σε πράγματα που αυτονόητα είχαν πετύχει: τις επιλογές των τραγουδιών, τον τρόπο παιξίματος, όλα αυτά. Πως να στο πω, βρέθηκα στο συγκρότημα κάνοντας πράγματα που λάτρευα. Από ένα σημείο και πέρα όμως, αισθάνθηκα ότι δεν μπορούσα πια να διαφυλάξω ούτε τον ατομικό μου χώρο. Επίσης, τα πράγματα είχαν πάρει μια φθίνουσα πορεία, την ίδια στιγμή που το τοπίο άλλαζε δραματικά.

Ό,τι είχαμε πετύχει πάντως με τα Παιδιά από την Πάτρα, το πετύχαμε –παρά τις μεταξύ μας διαφωνίες- όντας ελεύθεροι και χωρίς να πρέπει να λογοδοτήσουμε σε κάποιον. Περάσαμε μέσα από τη μύτη της βελόνας και βγήκαμε αλώβητοι. Είναι τεράστια τύχη αυτό, και πληρώνεται βεβαίως. Για να το πω και λίγο μεγαλοπρεπώς, όπως λέει και ο Βιντάλ «κανένας άθλος δεν μένει τελικά ατιμώρητος».




8 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Στος

Μουσικά Προάστια είπε...

Σωστός, και μάγκας.

Ανώνυμος είπε...

Ο Βαγγεληs ειναι απλουστατα..ο καλυτεροs ανθρωποs-μακραν.

Ανώνυμος είπε...

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΨΥΧΗΣ ΑΠ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ.ΒΑΓΓΕΛΗ ΔΕΛΗΚΟΥΡΑ ΝΑ ΣΑΙ ΚΑΛΑ ΟΠΟΥ ΚΙ ΑΝ ΕΙΣΑΙ.ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΑΣ ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΑΥΤΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΑΣ.ΣΑΚΙΣ ΑΠΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΗΜΑΘΙΑΣ.

Ανώνυμος είπε...

ο Βαγγελης ηταν η σπονδυλικη στηλη ο στυλοβατης, ο ιθυνων νους, ο ανθρωπος ορχηστρα αλλα και συναμα ο κυματοθραυστης του συγκροτηματος. Ηταν απο μονος του το 80% των Παιδιων απ την Πατρα, κι ας θιγονται οι υπολοιποι. Το τεμπαρισμα του που ηταν μοναδικο, ηταν η δραστικη ουσια του φαρμακου. Το παιξιμο του ηταν η σιωπηλη και αδηλωτη αγωνια της μουσικης επιβιωσης σ ενα "ξενο χωρο" οπου τα καταφερε πανηγυρικα ανοιγοντας την δικη του σχολη.Μαγκας.

Ανώνυμος είπε...

που να ειναι αραγε τωρα ξερει κανεις?

jorge.zgouras είπε...

* Έτυχε να γνωρίσω τον Ανδρέα Ανδρικόπουλο, ο οποίος μού είπε ότι ο Βαγγέλης Δεληκούρας ήταν ο πλέον συνειδητοποιημένος από όλην την κομπανία..
** Ο Ανδρέας επίσης μού είπε - (σε ερώτηση σχετικά με το ότι ο ίδιος πήγε φαντάρος και ίσως έχασε μιά ευκαιρία για κάτι καλύτερο με το συγκρότημα), ότι δεν μετάνοιωσε πού δεν συνέχισε αυτήν την δουλειά και πώς τελικά ήταν καλύτερα έτσι..

Δημήτρης Κατσιάνος είπε...

Ο Βαγγέλης Δεληκούρας είναι προσωπικός μου μουσικός ήρωας.
Πρόκειται για μεγάλη προσωπικότητα, πρωτοποριακός στιχουργός, μουσικός, ενορχηστρωτής και συνθέτης, ο άνθρωπος ειναι σπουδαιος.
Είναι ξεκάθαρα ιδιοφυής.