Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Ευχαριστούμε


Ανήκουμε στη γενιά που μεγάλωσε με τον Σάκη Μπουλά.
Η επόμενη γενιά μεγάλωσε με τον Σάκη Ρουβά.

Δημ. Κατσιάνος - Ηρ. Οικονόμου

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Μιχάλης Γρηγορίου: "Βίος Παράλληλος" (23)

ΒΙΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΣ
Ανέκδοτες ημερολογιακές σημειώσεις του συνθέτη Μιχάλη Γρηγορίου
Ενότητα: "Εσυ, ο χρονος, ο θανατος κι εγώ" 
Επεισόδιο 23ο


Πεμπτη 9/12/2010

Να σου πω, σε εποχες ριζικων μεταβολων των κοινωνικων συνθηκων και των πολιτιστικων προτυπων δεν εχει νοημα να προσπαθει κανεις να αντλησει διδαγματα και τροπους δρασης και αντιμετωπισης των νεων προβληματων βασισμενος στις βολικες βεβαιοτητες καποιου παρελθοντος. Αυτο προσπαθω να κανω οταν ανατρεχω στις εικονες που ειχα για την μουσικη πριν απο πολλα χρονια. Ομως, οι παληες μου βεβαιοτητες και οι παληες μου φαντασιωσεις, που περιελαμβαναν την δημιουργια εργων για synthesizers παιγμενων απο εμενα, την κυκλοφορια cds με κυκλους τραγουδιων βασισμενων σε ποιητικα εργα, την συνθεση εργων οργανικης μουσικης με “αφηγηματικη” λειτουργια, κλπ, καταληγουν να μην εχουν καμμια αντιστοιχια με οσα συμβαινουν σημερα στην Ελλαδα –και ισως και διεθνως. Θα προσεθετα ωστοσο και το εξης :  Εγω, οντας γαλουχημενος –δηλαδη πολιτιστικα προγραμματισμενος- μεσα απο διαφορα τετοια προτυπα δεν ειμαι σε θεση, αλλα ουτε και διατεθειμενος, να αντιμετωπισω την οποια σημερινη πραγματικοτητα αναζητωντας “νεους τροπους” που δεν με αντιπροσωπευουν, δεν με συγκινουν και, εν τελει, δεν με κινητοποιουν. Αν στις μερες μας π.χ τα νοηματικα περιεχομενα και οι κοινωνικες λειτουργιες της μουσικης περνανε μεσα απο ιδιωματα “rock” ή  Jazz, μεσα απο απλοϊκες μπαλλαντες που παιζονται σε μπαρακια, κλπ, τουτο δεν σημαινει πως εγω μπορω και θελω να κινηθω προς τετοιες κατευθυνσεις. Mε τον ιδιο τροπο με τον οποιο ουτε θελησα ποτε να κινηθω προς τις ανοητες κατευθυνσεις μιας ψευτο-avant garde που ειχε αποτελεσει στο παρελθον τον “καθως πρεπει” τροπο εκφρασης των λεγομενων, τοτε, “συγχρονων” συνθετων. 

Δες, σε περιοδους τετοιων ριζικων μεταβολων, οπου η εννοια της συνθεσης “εργων” οργανικης μουσικης, με synthesizers ή χωρις, που αντλουν διδαγματα απο την κλασσικη παραδοση και παρουσιαζονται σε συναυλιες εχει παψει να υπαρχει, οπου η δυνατοτητα κι’ η σημασια της κυκλοφοριας νεων cd με εντεχνους “κυκλους τραγουδιων” εχει εξανεμιστει, ειναι ματαιο να επιχειρω εγω -ως εκπροσωπος μιας διαφορετικης γενηας, αλλα και διαφορετικων αξιων και διεκδικησεων- να “ακολουθησω το ρευμα”. Σε τετοιες εποχες η σοφη σταση ειναι να φευγει κανεις απο το πεδιο μιας σπασμωδικης και ματαιης αντιπαραθεσης με μια αλλαγμενη πραγματικοτητα που δεν τον αντιπροσωπευει και δεν τον ενδιαφερει. 



Frederic Chopin


Tεταρτη 14/12/2010


Ξερεις,  υπαρχουν μερικα πραγματα που οσες φορες κι’ αν τα ξανακουσει κανεις εξακολουθουν να μοιαζουν απιστευτα, οπως το Larghetto απο το 2ο κοντσερτο του Chopin. Πραγματικα ενα κομματι απιστευτης γοητειας, τουλαχιστον για τα δικα μας μυαλα που εχουν εκπαιδευτει πανω στα προτυπα της δυτικης μουσικης. Εξ’ ισου απιστευτο κι’ ομως απολυτως αναμενομενο ειναι πως αν ακουγε το ιδιο κομματι ενας αγροτης ή ενας ραπερ δεν θα καταλαβαινε και δεν θα ενοιωθε απολυτως τιποτα ! Οσο θαυμαστα κι’ αν ειναι τα συμβολικα επιτευγματα του ανθρωπινου μυαλου δεν παυουν να στερουνται παντελως αντικειμενικοτητας. Ομως, κι’ ο αγροτης και ο ραπερ θα θεραπευοντουσαν εξ’ ισου αποτελεσματικα απο την εφαρμογη μιας φαρμακευτικης θεραπειας, η οποια οφειλεται επισης σε καποια επιτευγματα του ανθρωπινου μυαλου, που βασιζονται επισης σε καποιες συμβολικες του λειτουργιες, αφου προϋποθετουν την ανακαλυψη και την αξιοποιηση των μεθοδων της χημειας. 

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

Ελισσάβετ Καρατζόλη - "Κλείσε τα σκούρα"


Δελτίο Τύπου

Ελισσάβετ Καρατζόλη 

Κλείσε τα σκούρα

Η Ελισσάβετ Καρατζόλη, η αγαπημένη φωνή με τις κλασικές σπουδές και τις εκλεκτές συνεργασίες στο χώρο του έντεχνου τραγουδιού, επιστρέφει με νέα δισκογραφική δουλειά και με δύο παραστάσεις στον Σταυρό του Νότου Club, την Κυριακή 16 και 23 Φεβρουαρίου. 

Στον δεύτερο προσωπικό της δίσκο, «Κλείσε τα σκούρα» που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Μετρονόμος, τραγουδάει 11 συνθέσεις του ξεχωριστού νέου τραγουδοποιού Αλέξανδρου Εμμανουηλίδη σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου και των πρωτοεμφανιζόμενων στη δισκογραφία, Σπύρου Αραβανή και Χρήστου A. Μιχαήλ καθώς και μια σύνθεσή της στο ποίημα της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ, «Η ευλογία της έλλειψης». 

Στις παραστάσεις στον Σταυρό του Νότου Club θα παρουσιάσει τα νέα της τραγούδια καθώς ένα μουσικό ταξίδι από τον Τσιτσάνη μέχρι τους Muse και από το μελοποιημένο Ναπολεόντα Λαπαθιώτη έως τον Leonard Cohen.

Συμμετέχουν οι τραγουδιστές Παναγιώτα Τσίτσου και Φαίδων Κεφαλέας. 
Παίζουν οι μουσικοί: Πέτρος Βασιλειάδης (μπάσο), Αλέξανδρος Λιβιτσάνος (πλήκτρα), Δημήτρης Μποσινάκος (τύμπανα), Μάριος Λαζ Ιωαννίδης (κιθάρα) και Φοίβος Μποζάς (σαξοφωνο). 



Info:
Κυριακή 16 και 23 Φεβρουαρίου,
Σταυρός του Νότου Club, Φραντζή & Θαρύπου 37, Νέος Κόσμος, τηλ: 2109226975.
Ώρα έναρξης: 21:30 Τιμή εισόδου: 10 ευρώ(με κρασί ή μπύρα)

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Ένα υστερόγραφο του Σωτήρη Κακίση για τον Κώστα Πασχάλη




Ένα υστερόγραφο του Σωτήρη Κακίση για τον Κώστα Πασχάλη


Δεν πίστευα πως θα τον γνώριζα ποτέ. Τον γνώρισα όμως, όπως και τον Νίκο Ζαχαρίου, τον άλλο μέγιστο Έλληνα αρχιτραγουδιστή της όπερας. Έψαχνα σ΄ ένα κλασικό δισκοπωλείο τη ζωντανή Νόρμα της Κάλλας με τον Ντελ Μόνακο, κρατούσα στα χέρια μου τα cd, όταν κάποιος με χτύπησε στην πλάτη: -Την άλλη Νόρμα να πάρετε, πάλι με Κάλλας, Ντελ Μόνακο, που είμαι κι εγώ…

Από τον Νίκο Ζαχαρίου γνώρισα και τον Κώστα Πασχάλη. Γίναμε φίλοι. Τους πήρα, νομίζω, και τις τελευταίες τους συνεντεύξεις, μία μάλιστα και των δύο μαζί, κοινή. Με τον Κώστα Πασχάλη συνδεθήκαμε περισσότερο, νομίζω πως είμαι ο τελευταίος που τον είδε εν ζωή, ακριβώς την παραμονή του ξαφνικού του θανάτου. Με αποχαιρέτησε για τελευταία φορά από το κεφαλόσκαλο του σπιτιού του.

Πώς συνδέονται οι δυό τους και με τη Δέσπω Διαμαντίδου: ήθελε η Δέσπω να ‘ρθεί να φάμε, να γευτεί εν στενώ κύκλω άλλη μια φορά τη μαγειρική της μητέρας μου. -Ναι, αλλά μην καλέσεις τίποτα… ηθοποιούς, μου είπε στο τηλέφωνο. –Ποιόν θες, Δέσπω μου; -Εγώ τον Ζαχαρίου και τον Πασχάλη θέλω. Αυτούς τους δύο θαυμάζω εγώ !

Ήρθαν αμφότεροι με χαρά, τη συνόδευσαν κι οι δύο ως εξαίρετοι καβαλιέροι, τα ιερά για μας τέρατα εκείνο το βράδυ στη Σεμέλης. Κι εκείνοι την αγάπαγαν από μακριά. (Η Δέσπω κι ο Νίκος Ζαχαρίου ήσαν Πειραιώτες. Υπήρχε και κάποια συγγένεια μεταξύ τους, αν δεν κάνω λάθος, όχι μόνο εκλεκτή αλλά και αίματος).



Η Δέσπω Διαμαντίδου, ο Κώστας Πασχάλης και ο Νίκος Ζαχαρίου στο σπίτι της Νανάς Κακίση
(φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του Σωτήρη Κακίση) 


Ο Νίκος Ζαχαρίου κάποτε μού ΄λεγε: -Πού έχουν φτάσει τα πράγματα στην Ελλάδα, κύριε Κακίση! Τι είναι όλοι αυτοί τώρα που βλέπουμε στην τηλεόραση, είναι ηθοποιοί; Η Δέσποινα η Στυλιανοπούλου μπροστά τους φαντάζει Παξινού, Παπαδάκη! Κι ο Κώστας Πάσχάλης, ο ηθοποιός εκτός από τραγουδιστής κι αυτός τέλειος, έν’ απόγευμα που πάλι είχα ανέβει στην Εκάλη με μια Καβαλλερία με Σουλιώτη, Ντελ Μόνακο, γύρισε σε μια μαθήτριά του που ήταν ακόμα εκεί: -Την ακούς; της είπε. Καταλαβαίνεις; -Ακούω, είπε αυτή. Πρέπει όμως να φύγω, κύριε Πασχάλη. –Έχεις κάτι επείγον; -Μα ξέρετε. Αν φτάσω μετά τις εννιά στο Μπουρνάζι εκεί που μένω, θα γυρίζω καμιά ώρα, για να βρω πάρκιν. Κι ύστερα, όταν είχε φύγει το κορίτσι αυτό, όταν τον ρώτησα εγώ, -Πώς είναι η φωνή της; -Καλή είναι η φωνή της. Αλλά το μυαλό της; Το πρόβλημά της είναι πώς θα παρκάρει στο Μπουρνάζι! Τι καριέρα μπορεί να κάνει στην όπερα στο εξωτερικό μ’ αυτά τα μυαλά;

Ήθελα να πω, λοιπόν, δυο λόγια κι εγώ γι’ αυτόν τον άνθρωπο, που έφυγε όπως κι η Δέσπω έναν κρύο Φεβρουάριο όχι μακρινό. Για τη δόξα αυτή της Ελλάδας την πραγματική, τόσα χρόνια στη Βιέννη, τόσα χρόνια πρώτος παντού, ο ισάξιος ενός Γκόμπι, ενός Γουώρεν, ενός Μπαστιανίνι.

Να τον θυμηθώ σαν υπερβατική μου οικογένεια ξανά. Και να μην ξεχάσω κι αυτό, μια κι όλα δένουν τελικά μαγικά: η Δέσπω στη Νέα Υόρκη δεν έχασε μάθημα στο Τζούλιαρντ της Κάλλας τότε. Και μού ‘λεγε κι αυτή μετά: -Ξέρεις ποιος ήταν συνέχεια στην πρώτη σειρά; Ο Ντε Νίρο! Ο Ντε Νίρο κοίταγε την Κάλλας στα μάτια, στα χείλια, κάθε βράδυ κατευθείαν στην καρδιά. Να μάθει όσα μπορούσε περισσότερα εκείνες τις μέρες από τη δική μας θεά.



Η Κάλλας στην Αθήνα.
Ο Κώστας Πασχάλης τέταρτος από δεξιά, όρθιος στην πίσω σειρά.

ΠΡΩΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:

ΡΕΝΑ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ blog, 18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010
http://vlahopoulou.blogspot.gr/2010/02/blog-post.html

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Συνέντευξη του Κώστα Πασχάλη στον Σωτήρη Κακίση



 (Kostas Paskalis, Macbeth, Glynbourne, 1972)



ΚώΣΤΑΣ ΠΑΣΧάΛΗΣ:

«Η φωνή είναι μόνο ένα όργανο»... 


από τον ΣΩΤήΡΗ ΚΑΚίΣΗ


ΒΗΜΑgazino, 10 Σεπτεμβρίου 2006

Ολοκλήρωσε τη μνημειώδη σταδιοδρομία του όχι πολύν καιρό πριν, τραγουδώντας στην Ελλάδα Σιμόν Μποκανέγκρα, σε σκηνοθεσία μάλιστα δική του της τόσο ιδιαίτερης αυτής όπερας του Βέρντι. Για μια ακόμα φορά τέλειος, εκτός συναγωνισμού όπως πάντα, ο μέγιστος Έλληνας βαρύτονος, με την τεράστια διεθνή καριέρα δεκαετιών, ο μυθικός σχεδόν πια, ο δικός μας KOSTAS PASKALIS.

Ξαναγύρισε και μένει πια μόνιμα στην πατρίδα του, διδάσκοντας τραγούδι και υποκριτική στα νέα παιδιά, προσπαθώντας να τα ξεκινήσει από λίγο πιο πέρα ίσως από ‘κει που ξεκίνησε μια φορά κι έναν καιρό αυτός, για να θριαμβεύσει όπου γης, για να φτάσει εκεί που έφτασε στο παγκόσμιο στερέωμα. Ο ανεπανάληπτος Μακβέθ και Ιάγος, ο τρομερός Μπάρναμπα και Ντον Τζιοβάνι, ο πάνω από 300 φορές επί σκηνής Ριγκολέττο, ο αρχιτραγουδιστής της Βιέννης, της Σκάλας του Μιλάνου, του Κόβεντ Γκάρντεν, της Μετροπόλιταν, του Γκλάιντμπορν, όταν μιλάει για όλ’ αυτά μιλάει χωρίς έπαρση, χωρίς υπερβολή, χωρίς αλαζονεία.

Καμμιά φορά μόνο κρατάει τρυφερά στα χέρια του το περίφημο εκείνο μπλοκάκι με σημειωμένες μέσα τις χιλιάδες του εμφανίσεις επακριβώς. Έτσι: σαν φυλαχτό του εαυτού του παράξενο. Έτσι: σαν περίληψη ταπεινή μιας ζωής απίστευτης, ενός κόσμου όπου βασίλευσε, μισόν αιώνα και, πραγματικά με το σπαθί του!



-Κάλλας,Τεμπάλντι, ή Μάγκντα Ολιβέρο; Κορέλι, Ντελ Μόνακο, ή Τζων Βίκερς; Γκόμπι, Μπαστιανίνι, ή Κώστας Πασχάλης; Τί λέτε, κύριε ...Πασχάλη;

-Τί να πω, κύριε Κακίση; Δεν λέμε καλύτερα Λέοναρντ Γουώρεν, Άλντο Πρότι; Δεν λέμε ...άλλα λόγια, ν’ αγαπιόμαστε; Πώς μπορώ ν’ απαντήσω εγώ σε μια τέτοια ερώτηση; Κωμικό λίγο δεν είναι;

-Όμως πάντα, εκτός από τα μεγάλα δίδυμα, υπάρχουνε τραγουδιστές εξίσου μέγιστοι, με αρετές πολλές φορές επιπλέον, ανάλογες. Κι εσείς, με την απίστευτη καριέρα σας, με όλους αυτούς έχετε συμπρωταγωνιστήσει. Ίσως όχι τόσο με τους άλλους βαρύτονους...

-Και με τους βαρύτονους! Με τον Γκόμπι παραδείγματος χάρη έχω τραγουδήσει. Τραγούδησα μαζί του στη Μετροπόλιταν Φάλσταφ. Αυτός έκανε τον Φάλτσταφ, εγώ έκανα τον Φορντ. Κι ήταν κι η Τεμπάλντι. Με όλους σχεδόν έχω συνυπάρξει.

-Εκτός από την Κάλλας;

-Εκτός από την Κάλλας, που δεν την πρόφτασα. Αν κι είχαμε κάποτε υπογράψει τα συμβόλαια να ηχογραφήσουμε μαζί Τραβιάτα με τον Κράους, τελικά ούτε τότε τραγουδήσαμε μαζί. Το ακύρωσε αυτό το σχέδιο η Κάλλας, ίσως γιατί φοβήθηκε, μια κι ήταν ήδη με πρόβλημα στη φωνή και στην καριέρα της.

-Τελείωσε ηχογραφώντας μια Τόσκα, με Γκόμπι και Μπεργκόντζι, θυμάμαι.

-Ναι. Αλλά δεν μπορείς να πεις πως ήταν από εκείνες που μείνανε. Ούτε τα κοντσέρτα της με τον Ντι Στέφανο τα τελευταία στην Ιαπωνία. Εκεί το βάρος μάλλον το κράτησε ο Ντι Στέφανο, που άντεχε τότε λίγο περισσότερο.

-Η αποθέωσή τους όμως ήταν απίστευτη. Γιατί η έκφρασή τους παρέμενε πάντα φοβερή και τρομερή.

-Μα ναι. Πού να ξαναβρεί κανείς τέτοια έκφραση; Πού να ξαναβρούμε Κάλλας; Ακόμα και χωρίς φωνή, η Κάλλας μάγευε...

-Σαν εκείνον τον βαρύτονο στην Ιταλία το 1800 νομίζω, που ήταν τελείως άφωνος, αλλά θριάμβευε λόγο απαράμιλλης ηθοποιίας, κι έμεινε γνωστός ως «il baritono senzavoce”, «ο βαρύτονος χωρίς φωνή» !

-Ε, καλά, μη φτάσουμε κι εκεί! Εγώ προσωπικά, κάτι τέτοιο δεν θα ήθελα να το ...υποστώ ποτέ. Αστείο να το λέμε, αλλά ο ίδιος που θα τ’ άκουγε να το λένε γι’ αυτόν, δεν νομίζω πως θα πέταγε κι από τη χαρά του.

-Εδώ είναι όμως το κατάλληλο σημείο να πούμε και για όλη την υπόθεση της όπερας: όπου, εκτός από τη μεγάλη φωνή, τη μεγάλη μουσικότητα, απαιτείται και ηθοποιία μεγάλη, κι έκφραση ιδανική. Κάτι, που εσείς ειδικά, το στηρίξατε, και με την καριέρα, και με τη διδασκαλία σας, πάντα πολύ.

-Την προσπάθεια σ’όλους αυτούς τους τομείς δεν θα πάψω ποτέ να τη ζητάω από τους μαθητές μου. Γιατί, εντάξει η φωνή. Η φωνή όμως είναι μόνο ένα όργανο. Ένα βιολί ας πούμε, ένα πιάνο, ένα βιολοντσέλλο, ένα κόρνο. Σπουδάζεις, λοιπόν, για να μπορείς να εκφράζεσαι με αυτό το όργανο. ΄Ετσι και με τη φωνή. Με τη διαφορά πως το όργανο-φωνή δεν πουλιέται, και δεν αγοράζεται. Σου το χαρίζει η Φύση, κι εσύ από ‘κεί και πέρα πρέπει να το μελετήσεις, να το εκγυμνάσεις, να το φτάσεις στο σημείο όπου θα μπορείς με αυτό να εκφράζεις σωστά τη μουσική, το αίσθημα, τις αισθήσεις τις τραγουδιστικές όλες.

-Και πάλι δεν φτάνει αυτό στην όπερα. Στην όπερα πρέπει να είσαι και ηθοποιός, το τέλειος τραγουδιστής δεν σε σώζει.

-Βέβαια. Θα έλεγα, κινδυνεύοντας να μοιάζει αυτό εγωιστικό, πως η οπερατική τέχνη στέκει ψηλότερα από τις υπόλοιπες τέχνες, γιατί απαιτεί πολύ περισσότερα προσόντα εν συνόλω. Όπως είπατε κι εσείς πριν λίγο, πέρα από τη φωνή, πέρα από τη μουσική γνώση, πέρα από την τραγουδιστική έκφραση, απαιτείται και ηθοποιία υψηλή. Η όπερα είναι πολυσύνθετη υπόθεση, κι η κορυφή της, λόγω ακριβώς αυτής της πολυπλοκότητας, πάρα πολύ δύσκολη.



 (Κώστας Πασχάλης, φώτο: Βασίλης Καρύδης)



-Ξεκινήσαμε μιλώντας για Κάλλας, για Τεμπάλντι. Να ένα πολύ καλό παράδειγμα αυτής της διαφοράς: η Τεμπάλντι με μια φωνή αγγελική, αλλά στη σκηνή χωρίς ανάλογες ικανότητες.

-Ναι, γιατί η προσωπικότητα της Κάλλας ήταν κι εκεί σαρωτική. Αλλά μη λέμε μόνο για την Τεμπάλντι. Θυμάστε την τουρκάλα, την Γκεντσέρ;

-Τη Λεϊλά Γκεντσέρ. Που και σαν να διαδέχτηκε μια περίοδο την Κάλλας στη Σκάλα;

-Ναι, που τη διαδέχτηκε, αλλά που ξαναπήγε το πράγμα πίσω, όχι μπροστά. Η Κάλλας, βέβαια, καθόρισε το κάθε τι. Γι’ αυτό κι εγώ συμμερίζομαι του Τζεφιρέλλι την άποψη, πως η όπερα χωρίζεται σε «πριν και μετά Κάλλας».

-Κι ο Γκόμπι ήταν στην κατηγορία αυτή, πιστεύω, της ολοκληρωμένης έκφρασης. Ίσως κι η Έλενα Σουλιώτη...

-Η καριέρα της Σουλιώτη διακόπηκε απότομα, οπότε δεν μπορούμε να την αντιπαραβάλλουμε με Κάλλας ή Γκόμπι. Ο Γκόμπι ήταν άριστος ηθοποιός, εκφραστικότατος, αν κι η φωνή του δεν θα έλεγα πως ήτανε κι η καλύτερη εκείνης της εποχής.

-Του Γουώρεν, του Μπαστιανίνι; Για να μην ξαναπώ του Πασχάλη και ξαναθυμώσετε.

-Του Γουώρεν, του Μπαστιανίνι, οι φωνές ήσαν φωνές πρώτης κατηγορίας αναμφισβήτητα, με το τραγικό τέλος και για τους δύο. Ο Γκόμπι όμως, ό,τι του έλειπε από φωνή, το συμπλήρωνε με όλα του τα υπόλοιπα.

-Ο Κώστας Πασχάλης, που το μεγάλο λεξικό της όπερας του Grove τον αναφέρει, εκτός των άλλων, και ως  “an arresting actor”, συναρπαστικό, καθηλωτικό, δηλαδή, ηθοποιό, ξεκινάει πολύ νέος την άνοδό του: στα εικοσιένα σας, αν δεν απατώμαι, πρωταγωνιστείτε κιόλας στη Λυρική ως Ριγκολέττο.

-Αλήθεια είναι αυτό. Στις 30 Ιανουαρίου του 1951, κάποια συγκυρία με οδήγησε να αναλάβω και να φέρω σε πέρας στα 21 μου ένα ρόλο, που αλλιώς δεν θα φανταζόμουνα πως θα τον τραγουδούσα ούτε στα 35 μου.

-Αρρώστησε και ο Μαγκλιβέρας, και ο Ευστρατίου τον ίδιο καιρό;

-Ακριβώς. Έτσι βρέθηκε η μεγάλη ευκαιρία για μένα. Ξέρετε, ευκαιρίες υπάρχουν αρκετά συχνά, αλλά πρέπει κανείς να είναι και προετοιμασμένος να τις εκμεταλλευθεί, να τις αρπάξει. Εγώ τότε π.χ., μια και σπούδαζα και για διευθυντής ορχήστρας, ήμουνα μουσικά αρκετά έτοιμος. Αυτή δε η επιπλέον μου μουσική γνώση με βοήθησε όχι μόνο τότε, και πολλές άλλες φορές έκτοτε.

-Μην ξεχνάμε και το πώς βρεθήκατε στη Βιέννη, σε Χορό Μετεμφιεσμένων υπό τη διεύθυνση μάλιστα του Μητρόπουλου, αντικαθιστώντας με τόλμη, πολύ νέος πάλι, ολόκληρο Έττορε Μπαστιανίνι.

-Ballo in Maschera είχα, βέβαια, ήδη τραγουδήσει εδώ, στα ...ελληνικά όμως. Εκεί η πρόκληση ήταν, βέβαια, η εκμάθηση του έργου στα ιταλικά μέσα σε ελάχιστο χρόνο, και μετά η εμφάνισή μου δίπλα σε Νίλσον και Ντι Στέφανο, εκτός Ελλάδας, με τον Μητρόπουλο μάλιστα να διαμαρτύρεται στην αρχή «-Τί μου τον φέρατε αυτόν τον άγνωστο Έλληνα εδώ πέρα;»!

-Εσείς όμως την ευκαιρία δεν τη χάσατε. Και τους κερδίσατε όλους, συν τον Μητρόπουλο.

-Ευκαιρίες, είπαμε, πάντα δίνονται. ‘Ετσι έγινε και με τον πρώτο μου Μάκβεθ του Γκλάινμπορν. Το ’64.

-Το περίφημο dvd είναι του ’72, με τον δεύτερό σας εκεί Μάκβεθ, τον επίσης ιστορικό;

-Ναι. Αλλά το ’64 πάλι μιλάγαμε για ένα ρόλο που εγώ δεν τον είχα ακόμα τραγουδήσει, που δεν τον ήξερα. Κι υπήρξε πάλι μια συγκυρία. Μετά τον πρόωρο θάνατο του Μητρόπουλου, εγώ παρέμεινα στη Βιέννη, και μάλιστα, με συμβόλαιο του Μητρόπουλου τραγούδησα και στο Ισραήλ κοντσερτάντε Ballo με τον Σαντσόνιο, τον επίσης μεγάλο μαέστρο. Αυτός με πρωτοκάλεσε και στη Σκάλα, κάποια χρόνια αργότερα.

-Ας επανέλθουμε όμως στον Μάκβεθ του ’64:

-Ας επανέλθουμε. Πέρασε από τη Βιέννη τότε ο μουσικός υπεύθυνος του Γκλάινμπορν, ο οποίος έψαχνε παντού για έναν βαρύτονο φρέσκο, ικανό να τραγουδήσει τον επώνυμο ρόλο. Κι ένας ατζέντης τότε, ο Ντιτς, του μίλησε για μένα.

-Για τον Έλληνα που ήδη είχε μόνιμο συμβόλαιο με την όπερα της Βιέννης, κι οποίος θα  πρωταγωνιστούσε εκεί για είκοσι ολόκληρα χρόνια...

-΄Ηρθανε μάλιστα και με είδανε το ίδιο βράδυ στον Ριγκολέττο. Με κάλεσαν την επομένη σε μια ιδιωτική οντισιόν, και πήγα εγώ, και τους τραγούδησα κι Ανδρέα Σενιέ, αν θυμάμαι καλά. Μακβέθ όμως δεν ήξερα να τους πω. Μετά από πέντε μέρες ο Ούγγρος του Γκλάινμπορν ξαναήτανε στη Βιέννη. Πάλι τα ίδια: «-Μακβέθ;», με ρωτάει. «-Τι ώρα φεύγει τ’ αεροπλάνο σας;», αποφασίζω και τον ρωτάω κι εγώ. «-Το απόγευμα, στις έξι». Ήταν ακόμα έντεκα το πρωί. «-Μπορείτε να με ξαναδεχτείτε στο ξενοδοχείο σας κατά τις τέσσερις, να σας τραγουδήσω τη μεγάλη άρια του Μακβέθ;». «-Σύμφωνοι», μου λέει κι αυτός.

-Μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό σας...

-«-Πώς θα τα καταφέρεις, βρε παιδί μου;», μου λέει ο Ντιτς. «-Μην ανησυχείς», του λέω. Στις τέσσερις ήμουνα έτοιμος, μια άρια δεν είναι δα κι όπερα ολόκληρη. Απλώς, του την τραγούδησα από μέσα, για λίγη παραπάνω σιγουριά. «-Κλείσαμε!», μου λέει τελειώνοντας.

-Τόσο απλά;

-Τόσο απλά. Και στο Γκλάιμπορν πάλι, ενώ ο Ντιτς τό ‘χε σκάσει από την πρεμιέρα για να ψαρέψει ...σολομό στην Ισλανδία, ήταν κάτω ο μέγας τότε Μπινγκ της Μετροπόλιταν, και με είδε. 21 Μαϊου του 1964, την ημέρα της γιορτής μου, θυμάμαι. Κι ήρθε μετά να με γνωρίσει και να με συγχαρεί, κι εγώ μάλιστα δεν τον κατάλαβα. Μου είπε, «-Θα τα ξαναπούμε σύντομα». Αυτό το «σύντομα» σήμαινε τηλεγράφημά του σε μια ‘βδομάδα, που μου εξέφραζε την επιθυμία της Μετροπόλιταν να τραγουδήσω στη Νέα Υόρκη «Δύναμη του Πεπρωμένου», «Forza del Destino».

-Με;

-Με Κορέλι, Σιέπι και Αντονιέτα Στέλα...



(Ο Δημήτρης Μητρόπουλος στον Κώστα Πασχάλη)



-Πάλι θα σας ...επιτεθώ με ονόματα, κύριε Πασχάλη: Οδυσσέας Λάππας, Νίκος Μοσχονάς, Έλενα Νικολαϊδη, Νίκος Ζαχαρίου, Τερέζα Στράτας, Τατιάνα Τρογιάνος, Έλενα Σουλιώτη, Αγνή Μπάλτσα, Κώστας Πασχάλης, και, και, και, πέρα κι από την Κάλλας. Τόσα ονόματα απίστευτα στο χώρο της όπερας, όλα με αίμα ελληνικό στις φλέβες τους. Τι είχατε, τι έχετε εσείς όλοι ιδιαίτερο, που σας οδήγησε στην κορυφή ενός τόσο απαιτητικού κόσμου; Συμπληρώνατε με κάτι το ανθρώπινο την εγκεφαλικότητα της Δύσης άραγε;

-Κατ’ αρχήν, αυτό το μεσογειακό της καρδιάς, το έχουμε πράγματι. Όπως ίσως κι οι ιταλοί, κι οι ισπανοί. Ύστερα, το ελληνικό τραγουδιστικό στοιχείο υπήρξε ανέκαθεν πολύ αξιόλογο. Έχουμε μια γλύκα στη φωνή θά ‘λεγα, για να το εντοπίσουμε λίγο απλά, μια και ρωτάτε. Αυτό ακριβώς συγκινεί επιπλέον τις ψυχές των ανθρώπων. Ο καθένας απ’ όλους αυτούς που αναφέρατε είχε και κάτι το εξαιρετικό στην εποχή του. Κι εγώ έχω μέχρι και τον Λάππα δει, μόνο τον Αγγελόπουλο δεν πρόλαβα.

-Τον Λάππα τον είδατε;

-Βέβαια. Τραγούδησα και μαζί του! Παλιάτσους, εδώ. Νομίζω πάντως πως εμάς όλους μας βοήθησε κι η γλώσσα. Τα ελληνικά είναι γλώσσα των φωνηέντων, τα φωνήεντά μας είναι όλα ανοιχτά, πλήρη και γενναιόδωρα. Τα ελληνικά δεν είναι όπως οι βόρειες γλώσσες, πνιγμένα στα σύμφωνα, με όλη τη «σκληράδα» που αυτό συνεπάγεται. Από αυτήν  την άποψη είμαστε και εκ φύσεως προικισμένοι, και μπορούμε, ιδίως το ιταλικό ρεπερτόριο, να το εκφράσουμε υποδειγματικά. Κι από κοντά, είπαμε, πήγαινε κι η καλή μας ηθοποιία.

-Ενώ στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, οι ηθοποιοί μας του κινηματογράφου ούτε μιά Καλημέρα, που λέει ο λόγος, δεν καταφέρνουν να  πούνε με φυσικότητα...

-Ίσως πάλι, πηγαίνοντας στο εξωτερικό, φεύγοντας από την πατρίδα μας, εντείναμε τις προσπάθειές μας, για να τα καταφέρουμε. Τώρα, αν κουβαλούσαμε και μαζί μας κάποιο ακόμα πιο μυστικό, ευεργετικό εφόδιο, ομολογώ πως κι εγώ ακόμα δεν μπορώ να το αποκωδικοποιήσω. Πάντως, κάτι κάναμε όλοι μαζί εμείς, εκεί στα ξένα.

-Τα εντός έδρας βέβαια πράγματα παραμένουν προβληματικά...

-Ναι. Έχουμε να κάνουμε με εγωισμούς επί εγωισμών, κι ο καθένας προσπαθεί να βγάλει από τη μέση τον άλλον, για νά ‘ναι αυτός. Σε όλους τους εντός έδρας τομείς μας, όχι μόνο στην όπερα. Το βλέπουμε σε καθημερινή βάση, με τα ίδια μας τα μάτια, να συμβαίνει, και δύσκολα να βελτιώνεται.

-Έχουμε ελπίδες σαν χώρα, κύριε Πασχάλη; Τι λέτε;

-Τι να σας πω; Παρακολουθώντας κι εγώ όπως όλοι μας το τι γίνεται κι έξω από τα σύνορά μας, γενικά για την ανθρωπότητα ανησυχώ, κύριε Κακίση. Και πιο πολύ, βέβαια, ανησυχώ για τον τόπο μας. Δυστυχώς, η Ελλάδα, ακόμα και στις εποχές που ήσαν πρόσφορες για δημιουργία όχι μόνο στην τέχνη, αλλά και σε πολλούς άλλους τομείς…

-Έχανε το ένα τρένο μετά το άλλο;

-Ακριβώς. Σιγούσε η Ελλάδα, σαν να μην ενδιαφερότανε για πολλά, για το κάτι παραπάνω. Εμείς δε, στον δικό μου τον τομέα, όσοι θελήσαμε κάτι παραπάνω να πετύχουμε, αναγκαστήκαμε να ξενιτευτούμε ο ένας μετά τον άλλον. Κι εγώ, που έζησα εικοσιπέντε χρόνια εκτός, δεν έμεινα εκτός γιατί δεν αγαπούσα τον τόπο μου. Αλλά το πεδίο δράσεως εδώ ήταν τόσο περιορισμένο, που δεν είχα άλλη επιλογή. Δυστυχώς, η παγκόσμια αναγνώριση αυτό απαιτούσε. Μην ξεχνάτε πόσες ώς τώρα κυβερνήσεις έχουν περάσει, και το κτίριο μιάς όπερας της προκοπής ακόμα το περιμένουμε. Κι η Εθνική Λυρική Σκηνή συνεχίζει να «φιλοξενείται» στο κτίριο, που ανήκει στους υπαλλήλους της Εθνικής Τράπεζας, αν δεν κάνω λάθος.

-Είχατε επιστρέψει ως διευθυντής της Λυρικής, θυμάμαι.

-Ναι, για ένα φεγγάρι. Αλλά δεν ευδοκίμησα κι εγώ. Γιατί αυτά που σκεφτόμουνα και αυτά που ονειρευόμουνα να κάνω, στην Ελλάδα δεν γινόντουσαν.

-Χτυπούσατε σε τοίχους;

-Σε ...τύπους, μάλλον. Αλλά, όταν είσαι ανέκαθεν χωρίς οίκημα, σαν τους τσιγγάνους, δύσκολα καταφέρνεις κάτι. Κι αυτό, επαναλαμβάνω, είναι θέμα κυβερνήσεων: όταν δεν θες όπερα, δεν έχεις.

-Οι μουσικές, πάντως, οι άλλες, οι εντός έδρας, οι δικές μας, δεν είναι κι ευκαταφρόνητες. Ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Ξαρχάκος, που του κάνατε μάλιστα την τιμή να τραγουδήσετε στο Ιγνάθιό του με τον Μάνο Κατράκη παρέα, δεν ήσαν, δεν είναι ευκαταφρόνητα μεγέθη. Μήπως αυτών οι μουσικές είναι πιο κοντά από την όπερα στην ψυχοσύνθεσή μας;

-Η αλήθεια είναι πως τα τραγούδια κι οι υπέροχες πράγματι μουσικές των ανθρώπων που είπατε δεν χρειάζονταν της όπερας τα μέσα. Και το κόστος τους είναι άλλο, βέβαια. Εμένα όλ’ αυτά τα πράγματα μου γλυκαίνουν τ’ αυτιά. Και τα ρεμπέτικα. Ακούω όλη τη μουσική, ξέρετε, με ευχαρίστηση.

-Αν ο Βέρντι άκουγε άραγε Βαμβακάρη;

-Εγώ νομίζω πως θα του άρεσε! Και πως θα μπορούσε ίσως και να εμπνευστεί κάτι από του Βαμβακάρη τον τρόπο και τον ήχο.

-Όπως ο Πουτσίνι από τη γιαπωνέζικη και την κινέζικη μουσική;

-Γιατί όχι, γιατί όχι; Έτσι δεν γράφτηκε η Μπάτερφλαϊ, έτσι δεν έγινε η Τουραντότ; Ο πολιτισμός, άλλωστε, είναι ανταλλαγή, δεν είναι ταμπούρωμα. Από το κάθε τι καλό πρέπει να εμπνεόμαστε. Κι η Ελλάδα π.χ. ολόκληρη που τη συζητάμε τώρα, ίσως να μπορούσε να αναθαρρέψει από τον αθλητισμό, από των εθνικών μας ομάδων τις επιτυχίες. Όπου η συνεργασία έχει πια μπει πάνω από τις ατομικότητες. Όπου, να, η παγκόσμια καταξίωση έρχεται για τόσο παιδιά μέσα από τη χώρα τους την ίδια.

-Και περιφρονούμε κι ολόκληρο ΝΒΑ, το αντίστοιχο της Σκάλας του Μιλάνου ας πούμε, στο μπάσκετ...

-Καλό θά ήτανε, πάντως, κάποια από τα πολλά λεφτά που οι πλούσιοί μας δίνουνε αφειδώς στα σπορ, να τα δίνανε και στην τέχνη. Να αυξανόντουσαν οι χορηγίες κατά πολύ, και να διδασκότανε κάπως κι ο πολύς ο κόσμος, μαθαίνοντας και γι’ άλλες αξίες, πιο κρυφές, αλλά λυτρωτικές εξίσου, ίσως και περισσότερο.




(Κώστας Πασχάλης, φώτο: Βασίλης Καρύδης)



-Κι οι έρωτες; Πόσο παίξανε ρόλο στη ζωή και στην καριέρα σας λέτε;

-Ε, αφού έχω κάνει δύο γάμους, κάποιο ρόλο θά ‘παιξε και στη δική μου ζωή ο έρωτας...

-Δεν σας κατέστρεψε σαν την Κάλλας καλλιτεχνικά όμως.

-Εδώ δεν θα συμφωνήσω μαζί σας. Δεν καταστράφηκε από τον έρωτα η Κάλλας. Απλώς η τέχνη έχει για τον καθένα μας ανέβασμα και κορύφωση, και μετά αρχίζει η κάθοδος, από την άλλη πλευρά του λόφου. Οργανικά, κανένας δεν αντέχει εφ’ όρου ζωής. Η Κάλλας μπορεί να σταμάτησε την καριέρα της σε σχετικά μικρή ηλικία, αλλά είχε ήδη δώσει πάρα πολλά, απίστευτα πολλά στην όπερα. Μην ξεχνάτε πως μόνο η Κάλλας τραγούδησε τα πάντα: από το πιο ελαφρύ ρεπερτόριο στο πιο βαρύ, δίνοντας πάντα τα πάντα. Κι αυτό έχει τεράστιο κόστος. Ο έρωτάς της με τον Ωνάση μπορεί να συνέβη στο απόγειο της φήμης της, αλλά σε σημείο που άρχιζε ήδη κι η καλλιτεχνική της καμπή. Αλλά, μια και ρωτήσατε, η τέχνη απαιτεί ψυχή, ο έρωτας επίσης. Κι ο συνδυασμός τους, όσο υπάρχουν άνθρωποι, θα είναι πάντα υπόθεση επικίνδυνη.

-Κι η όπερα σήμερα, κύριε Πασχάλη; Παγκοσμίως; Με τους ...τερατολάγνους σκηνοθέτες να επικρατούν; Μέχρι Κουρέας της Σεβίλλης με όλους τους πρωταγωνστές μεταμφιεσμένους σε ...άραβες έχει ανεβεί τα τελευταία χρόνια εις Παρισίους! Έχετε σκηνοθετήσει κι εσείς. Τι λέτε;

-Εμένα, παρακαλώ, αφήστε με έξω απ’ όλ’ αυτά. Δεν μπορώ να δεχτώ την όπερα τόσο πια αλλοιωμένη. Τι νεωτερισμός ουσίας πια είναι ο Φίγκαρο με τουρμπάνι ή ο Ριγκολέττο με τζην; Και δεν ξέρω τι άλλο.

-Μακβέθ στη Σκάλα μέσα σε ...κουτί που γέρνει!

-Κάθε τι έχει το όριό του. Το απομακρύνεις έτσι το κοινό, δεν του ενισχύεις το ενδιαφέρον, νομίζω. Η όπερα και σήμερα στο κλασσικό ρεπερτόριο στηρίζεται. Αυτό δεν σημαίνει πως νέοι συνθέτες δεν μπορούν να γράψουν ό,τι πραγματικά τους απασχολεί, με όσους σκηνοθετικούς νεωτερισμούς αντέχονται. Εγώ και Βάκχες του Χέντσε τραγούδησα σε πρώτη παγκόσμια πρώτη, και Αλίσα του Μπάνφιλντ. Μοντέρνα, αλλά απολύτως νόμιμα πράγματα. Αυτή η όπερα του Μπάνφιλντ μπορούμε να πούμε πως πήγαινε σαν τρόπος προς Μενόττι. Σχετικά προχωρημένα πράγματα. Αλλά έκανα κάποτε και κάτι που δεν μου άρεσε: σε Ιφιγένεια εν Ταύροις τον Ορέστη με ...ρεντικότα.

-Ολοκληρώσατε μια ασύλληπτη διεθνή σταδιοδρομία, κύριε Πασχάλη, από τη δεκαετία του ’50 ώς πρόσφατα. Αν σας έλεγαν να ξαναξεκινούσατε σήμερα, με το χρόνο όλο μπροστά κι όχι πίσω σας, τι θα λέγατε;

-Νομίζω πως πραγματικά έζησα στην καλύτερη για την όπερα εποχή. Πως μου δόθηκε η χάρη κι η χαρά να κάνω όσα έκανα σε συνθήκες σχεδόν ιδανικές για το απαιτητικό αυτό, τόσο γοητευτικό όμως, είδος τέχνης. Φοβάμαι πως αν η καριέρα μου άρχιζε τώρα θα είχα πολλές εσωτερικές συγκρούσεις με τον εαυτό μου, πολλές αναρωτήσεις για τα πώς και για τα γιατί του κάθε ανεβάσματος. Στάθηκα τυχερός και ως προς την εποχή που τραγούδησα, τελικά.

-Και σε μια φανταστική παραγωγή του Μάκβεθ του Βέρντι, δίπλα σας ποιούς θα θέλατε να είχατε, άραγε; Φαντάζομαι την Κάλλας, αν και είπατε πως εκείνη ήταν μια κατηγορία ολόκληρη από μόνη της. Δεν θα τραγούδαγε ο αγαπημένος μας ο Νίκος ο Ζαχαρίου Μπάνκο;

-Βεβαιότατα. Η εκφραστικότητα του Ζαχαρίου δύσκολα επίσης να ξαναβρεθεί. Ο Ζαχαρίου σ’ ό,τι τραγούδησε υπήρξε εξαίρετος, εξαιρετικός. Νομίζετε πως έτσι μένει κανείς πρώτος μπάσος στη Σκάλα του Μιλάνου επί τόσα χρόνια συνέχεια;

-Άρα, να φτιάξουμε έναν Μακβέθ με όλο ιδανικούς Έλληνες: Κάλλας, Πασχάλης, Ζαχαρίου. Ο Λάππας εύκολα δεν θα ήταν υπέροχος Μακντούφ;

-Ευκολώτατα. Αλλά εγώ τον Πασχάλη επιτρέψ’τε μου να μην τον αναφέρω πάλι. Νομίζω πως, εάν τους πρόφταινε, θα ήταν άριστος Μακβέθ κι ο Αγγελόπουλος. Με τεχνική από εκείνα τα χρόνια υπέροχη.

-Πόσο σας λείπει το τραγούδι τώρα πια;

-΄Οχι πολύ, κύριε Κακίση. Αλλά μην σας το πω έτσι, ας σας το πω αλλιώς: δεν μου λείπει το τραγούδι, γιατί ξέρω πως δεν μπορώ πια να είμαι εκείνο που ήμουνα. Αν μπορούσα να είμαι και σήμερα εκείνο που ήμουνα, ίσως νά ‘μουνα δυστυχισμένος. Αλλά έχω, κι είχα πάντα πιστεύω, επίγνωση της κάθε μου στιγμής.


ΠΗΓΗ: ΤΟ ΒήΜΑ, ΒΗΜΑgazino, Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2006.



(Ο Κώστας Πασχάλης στον Σωτήρη Κακίση)



LINKS:

1. Κώστας Πασχάλης:

2. Κώστας Πασχάλης, Πλάσιντο Ντομίνγκο: Βέρντι, Οθέλλος, Παρίσι 1978:

3. Κώστας Πασχάλης: Βέρντι, Μάκβεθ, Γκλάινμπορν 1974: 

4. Κώστας Πασχάλης: Διονύσιος Σολωμός, Θεόδωρος Σπάθης, «Δεν μ’ Αγαπάς»:

5. Κώστας Πασχάλης: Λόρκα, Ξαρχάκος, Γκάτσος, «Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας», 1969:

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Για το "Νοκ Άουτ" του Γιώργου Χατζηνάσιου



Ο Γιώργος Χατζηνάσιος ροκάς; Κι όμως, το "Νοκ Άουτ", το σάουντρακ της ομώνυμης ταινίας του Παύλου Τάσιου, τα σπάει.  Μαρία Αριστοπούλου, Γιάννης Μηλιώκας, Βλάσης Μπονάτσος, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Παύλος Σιδηρόπουλος, Άγγελος Σκορδίλης, σε οχτώ τραγούδια, ενώ το γλυκό δένει με δύο ορχηστρικά. Και ο δίσκος στέκεται γερά, μέσα κι έξω από την ταινία, μέσα κι έξω από το εξώφυλλο του Αρβανίτη με τον Κιμούλη κολλημένο στον τοίχο.

Οι στίχοι του Παύλου Τάσιου έρχονται κατευθείαν από το δρόμο και χτυπάνε τον νοικοκυραίο κατακούτελα: "Είναι κάτι παιδιά στην πλατεία / που μπορεί και να κάνουν ζημιά / μας φωνάζουν φρικιά αλητεία / δεν μας πιάνει φοβέρα καμιά". Αλκοόλ, αδιέξοδο, θάνατος, αλλά μέσα σε όλο αυτό το κοκτέιλ ο άνθρωπος μόνος να δίνει άγρια μάχη, να πολεμάει για ζωή μέχρι τέλος. Δεν έχουμε εδώ απελπισία για την απελπισία, για να πουλήσουμε μούρη και υφάκι και δηθενιά. Έχουμε απελπισία, αλλά και τον Βασίλη να μιλάει στον χάρο και τον κοντράρει στα ίσα: "πες μου που να ‘ρθω να σε βρω / που να σε συναντήσω / μαζί να στήσουμε χορό / κι ας θέλω εγώ να ζήσω". Στο μελωδικότερο τραγούδι του δίσκου ο Μηλιώκας τα χώνει έξω από τα δόντια στον τόσο κοντινό "άλλο": "όταν θα καταλάβεις τι τσαμπουνάς / τότε δε θα προλάβεις και θα πονάς / όταν θα καταλάβεις τι τσαμπουνάς / θα δεις πως είσαι ούφο και λακαμάς". Χύμα και σταράτα, χωρίς πολιτικές ορθότητες. Όσο για τον προφητικό λόγο του Τάσιου στο "μην κλαις για μένα Ελλάδα", ειλικρινά δεν έχω ιδέα πώς μπόρεσε ο άνθρωπος να πιάσει το νόημα αυτού που θα τρώγαμε στη μάπα τριάντα χρόνια μετά: "μην κλαις για μένα Ελλάδα / δεν ξέρω πως τη δουλειά θα τη δεις / μπρος στη δόξα τραβιέσαι ρημάδα / και καθάρισε μόνη σου όπως μπορείς". Ακόμα καθαρίζει, μιλάμε για πολύ άζαξ.

Είμαστε βεβαίως στα 1986, και οι προφήτες στη διαολεμένη τη δεκαετία του '80 είναι πολλοί, σε μία περίοδο δήθεν στάσιμη και παρακμιακή που εγκυμονούσε όμως μέσα της τις πιο απίστευτες μεταβολές. Ο Καλτεζάς έχει φάει τη σφαίρα πισώπλατα ήδη από τον προηγούμενο χρόνο, το περιθώριο όμως συνεχίζει να φοβίζει το "λαό" που περιμένει τις ακόμα καλύτερες του πασοκιστάν. Μην σπρώχνεστε, όλοι θα πάρετε. Και πήραν!

Η μεγάλη έκπληξη του δίσκου παραμένει ο Χατζηνάσιος και η ευχέρεια με την οποία διαχειρίζεται την πρώτη ύλη, κινηματογραφική και στιχουργική, του Τάσιου. Δεν είναι μόνο ότι συναντιέται με τον Σιδηρόπουλο, δεν είναι θέμα ύφους και ατμόσφαιρας, δεν είναι καν ότι παράγει έναν ροκ ήχο proper. Είναι ότι μπαίνει κατευθείαν στο πνεύμα.

Ο Μάκης Γκαρτζόπουλος σημειώνει:
Ο Γιώργος Χατζηνάσιος είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή μεγάλη εμπειρία στη σύνθεση μουσικής για τον κινηματογράφο. Αν εξαιρέσουμε όμως την μουσική του για την «Γλυκιά συμμορία» του Νικολαϊδη (όπου εκεί το ηλεκτρονικό στοιχείο είχε πρωταγωνιστικό ρόλο), οι ταινίες στις οποίες έγραψε μουσική κατά την δεκαετία του ’70, δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με το κλίμα που κλήθηκε να αποδώσει στο «Νοκ άουτ». Από τη μουσική για μελό ταινίες όπως το «Σ’ αγαπώ» ή το «Ένα γελαστό απόγευμα», έπρεπε ξαφνικά να μπει στο σκοτεινό κλίμα του Τάσιου και να ακολουθήσει ρυθμούς εντελώς διαφορετικούς από εκείνους που είχε μέχρι τότε συνηθίσει.

Και τα κατάφερε μια χαρά ο μπαγάσας.

Ηρακλής Οικονόμου

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Formidable




Ευτυχώς, υπάρχει ζωή και μετά τον Μαραβέγια και το απόλυτο κενό της ναρκισσιστικής παράνοιας. Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα τραγούδια να τα παίξεις με τέρμα τα ηχεία, στο όριο, που δεν σε αναγκάζουν να τρέξεις να κρυφτείς να μην σε πάρουν τα σκάγια της μπούρδας, που σε καλούν να βιώσεις, να κλάψεις, να γελάσεις, να τρανταχτείς, να ξεκουνηθείς, να κλείσεις τα μάτια, να τα ανοίξεις, να θυμηθείς και να ξεχάσεις. Το συγκεκριμένο τραγούδι έρχεται από το Βέλγιο και τον Stromae, και σκύβω με σεβασμό το κεφάλι σε κάθε λέξη του, κάθε εικόνα του, κάθε τετραγωνικό εκατοστό του υγρού πεζοδρομίου, κάθε τρύπα στη βελγική γεωγραφία, Γάνδη, Βρυξέλλες, Οστάνδη, Αμβέρσα, Λιέγη, Μπριζ, Κνόκε, Λέβεν, Άαλστ,  Χενκ, Βέρβικ, Ζάβεντεμ. Και μετά, ξανά και πάλι Γάνδη, να επιστρέφεις, να φεύγεις, και να εξαϋλώνεσαι. Formidable.
ηρ.οικ.

Πιο χαμηλά





Αυτό που ακούς είσαι, και είσαι επίσης κι αυτό που βλέπεις σε πανελλήνια εμβέλεια και μετάδοση. Πώς σας φάνηκε το μενού με κύριο πιάτο τον Κωστή Μαραβέγια χθες το βράδυ; Χορτάσατε τέχνη, κουλτούρα και εξυπνάδα; Μπράβο! Καλή χώνεψη! Εγώ το έχασα το υπερθέαμα, αλλά τουλάχιστον ενημερώθηκα από τον κολλητό μου ότι ο Μουζουράκης τραγούδησε Τσιτσάνη, και πήγε η καρδιά μου στη θέση της. Με ένα Τσιτσάνη ξεχνιέμαι! Γιατί όχι κι ο Μουζουράκης; Βάλε λοιπόν Τσιτσάνη και επανεκτέλα, αλύπητα, μέχρι το πρωί. Για πείτε, άλλες επανεκτελέσεις είχαμε χθες το βράδυ; Κάνα Χιώτη τραγούδησε ο Μαραβέγιας, ή τίποτα, zero; Εντάξει, κομπλέ τα πάντα όλα;

Στα σοβαρά τώρα, ευτυχώς που ο Σπύρος Παπαδόπουλος φρόντισε να βάλει τη "Λόλα" δύο φορές σε ένα μήνα (και στις 11 του Γενάρη, ναι αμέ, γιατί όχι;), και έτσι δεν υπάρχει περίπτωση εκδήλωσης στερητικού συνδρόμου στο πολύπαθο ελληνικό ακροατήριο. Λόλα και ξερό ψωμί. Μόνο μην μου πει κανείς για έντεχνο, για τραγούδι, και για κολοκύθια μάντολες. Τέρμα. Από εδώ και πέρα, μόνο καλαμπουράκια, εγωπάθεια και υπνηλία, και πολύ σας είναι. Πιο χαμηλά! Και με πολλές επανεκτελέσεις, ρεμπετουάρ, ιταλικές, ροκ, έθνικ και κινέζικες, για να γεμίζουμε και το πρόγραμμα.
ηρ.οικ.

Μάνος Αβαράκης - Σοφία Καμαγιάννη




ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το Σάββατο 08 Φεβρουαρίου και την Κυριακή 09 Φεβρουαρίου 2014 έρχονται στο Χώρο Τέχνης «Ιδιόμελο» δυο εξαιρετικοί μουσικοί-αυτοσχεδιαστές, ο δεξιοτέχνης της φυσαρμόνικας Μάνος Αβαράκης και η συνθέτρια και πιανίστα Σοφία Καμαγιάννη. Με τον τίτλο «Ταξιδιωτικόν» θα κάνουν ένα πολυδιάστατο μουσικό ταξίδι (μεταξύ άλλων με έργα Α. Vivaldi, E. Satie, F. Schubert, B. Bartok, Ν. Rota, Σ. Καμαγιάννη, αλλά και αυτοσχεδιασμούς), δημιουργώντας με τη φυσαρμόνικα, τις φλογέρες μπαρόκ και το πιάνο, μια εντελώς ιδιαίτερη μουσική ατμόσφαιρα σε ένα πρόγραμμα-έκπληξη!

Ώρα 20.30
Είσοδος 10 ευρώ
Χώρος Τέχνης «Ιδιόμελο»
Ελευθερίου Βενιζέλου 17, Μαρούσι (πλησίον ΗΣΑΠ)
κρατήσεις: 210 6817042





ΜΑΝΟΣ ΑΒΑΡΑΚΗΣ

Ο Μάνος Αβαράκης γεννήθηκε στην Αθήνα.

Στα 1985 πήρε το Diplome superieure d΄execution από την Ecole Normale de Musique στο Παρίσι ως υπότροφος του Γαλλικού Κράτους για τα φλάουτα με ράμφος σε ρεπερτόριο της περιόδου Μπαρόκ (1600-1750). 

Βιρτουόζος της φυσαρμόνικας, την έχει καθιερώσει αυτοτελώς στα ορχηστρικά σύνολα που συμμετείχε ως σολιστική συνοδεία για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Έχει συμπράξει στην ορχήστρα του Μ. Θεοδωράκη σε μεγάλη περιοδεία σε Ευρώπη και Αμερική (1977-1978) όπου μάλιστα πήρε ιδιαίτερα εγκωμιαστικές κριτικές (Νέα Υόρκη, Βαρκελώνη, Στοκχόλμη, Μόναχο κ.α.). Ο Μάνος Χατζιδάκις εκτιμώντας τις δυνατότητές του έγραψε γ’ αυτόν, ένα αρκετά απαιτητικό μέρος στο έργο «Μύθοι μιας Γυναίκας». Με το Χρήστο Λεοντή συνεργάζεται ανελλιπώς, από το 1973, ενώ με τη Νένα Βενετσάνου από το 1978.

Έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 600 συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό με τους περισσότερους Έλληνες «τραγουδοποιούς», καθώς και σε εκτεταμένη δισκογραφία. Είναι ο μοναδικός, στην Ελλάδα τουλάχιστον, που έχει καλλιεργήσει την τεχνική του διαύλου, παίζοντας συγχρόνως με δυο διαφορετικές φλογέρες, επίσης χειρίζεται με πρωτότυπη τεχνική, το αφρικάνικο όργανο καλίμπα.

Έχει συμπράξει σε θεατρικές παραστάσεις στο Εθνικό Θέατρο (Ηρώδειο – Επίδαυρος), το Κ.Θ.Β.Ε., το Θέατρο Τέχνης επί Κ. Κουν. Έχει αναδείξει δε τις σολιστικές δυνατότητες των οργάνων που παίζει, σε ειδικές εκπομπές της τηλεόρασης και του Γ΄ Προγράμματος (κατόπιν προσκλήσεως του Μ. Χατζιδάκι). Επίσης έχει συμμετάσχει σε ταινίες των Θ. Αγγελόπουλου, Ζιλ Ντασέν, Μ. Κακογιάννη κ.α.. 

Από το 1996 συμμετέχει με την Ορχήστρα των Χρωμάτων (μαέστρος Μ. Λογιάδης), στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και στο Ηρώδειο.

Από το 1985 – 2005 δημιούργησε την Τάξη φλάουτου με ράμφος και φυσαρμόνικας στο Δημοτικό Ωδείο Καλαμάτας (πρώτος διευθυντής Γιώργος Κουρουπός), όπου για πρώτη φορά στην Ελλάδα κατέθεσε πρόγραμμα ολοκληρωμένων μουσικών σπουδών των φλάουτων με ράμφος, σύμφωνα με τα επίπεδα σπουδών της Ελληνικής Μουσικής Εκπαίδευσης. (Στα 1996 μετά τον τίτλο Διπλώματος φλογέρας που του απενεμήθη, ο αριστούχος μαθητής του Γ. Σταθόπουλος (16 ετών τότε) έπαιξε σε ειδική συναυλία το κονσέρτο Νο 2 (La Notte) του A. Vivaldi συνοδευόμενος από την Καμεράτα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (μαέστρος Αλεξ. Μυράτ) με μεγάλη επιτυχία). Επίσης από το 1985 έως πρόσφατα δίδαξε σε Αθηναϊκά Ωδεία έχοντας απονείμει τίτλους Πτυχίων και Διπλωμάτων σε αριστούχους μαθητές.

Στα 1996 ο Μουσικός Οίκος Φ. Νάκας, εξέδωσε εργασία του για πρώτη φορά στην Ελλάδα υπό τον τίτλο «21 Ελληνικά Ταξίδια» διασκευές παραδοσιακών σκοπών για σύνολο (Ντουέτο φλογέρες με πιάνο, τρίο και κουαρτέτι).

Τέλος, η μουσική παράσταση «εικόνες μουσικής … σε ηχοχρωμάτων τόπους» όπου εκτός από τα σολιστικά κομμάτια έχει μελοποιήσει κορυφαίους Έλληνες ποιητές (Σεφέρης, Ελύτης, Καβάφης κ.α.) και τα παρουσίασε με τους συνεργάτες του σε συναυλιακούς χώρους και μουσικές σκηνές (Παρνασσός, Ιανός, Καλαμάτα, Αγριά Βόλου, Χόρτο Πηλίου, Πάρος κ.α.).

Στον παρόντα χρόνο συνεργάζεται με τη συνθέτρια και πιανίστα Σοφία Καμαγιάννη όπου παρουσιάζουν ένα εντελώς ιδιαίτερης δομής και «ατμόσφαιρας» πρόγραμμα. 







ΣΟΦΙΑ ΚΑΜΑΓΙΑΝΝΗ

Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε πιάνο (Εθνικό Ωδείο), θεωρητικά, κλασσικά κρουστά, μουσική για θέατρο και κινηματογράφο (Δ.Παπαδημητρίου), σύγχρονη σύνθεση (MMus,Goldsmiths College – University of Londοn) και μαθηματικά (Πανεπιστήμιο Πατρών και University of Leeds,MA).

Έργα της μουσικής δωματίου και ηλεκτροακουστικά έχουν παιχτεί στην Ελλάδα, την Αγγλία (Λονδίνο),την Ιταλία (Val Tidone, Piacenza), την Ολλανδία (Άμστερνταμ) και τις ΗΠΑ (2006,2008, 2009 διεθνές φεστιβάλ ηλεκτροακουστικής μουσικής γυναικών, 2011 Livewire Festival, 2011 IAWM Congress, Arizona). Επίσης, τo 2009 παρουσίασε έργο της στο εγχείρημα «3Χ3- Μουσική από την Ελλάδα και τις ΗΠΑ», σύμπραξη της Σπίζα με τους 3 Αμερικάνους συνθέτες Linda Dusman, Bill Kleinsasser, Matthew Burtner με συναυλίες σε Αθήνα, Βαλτιμόρη, Βιρτζίνια, Πανεπιστήμια UVA & UMBC. 

Τα μουσικά της ενδιαφέροντα καλύπτουν μια ευρεία γκάμα και συνεργάζεται με καλλιτέχνες διαφορετικών κατευθύνσεων. Χρησιμοποιεί συχνά ηλεκτρονικούς υπολογιστές στα έργα της σε συνδυασμό με ακουστικά όργανα και έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις πολύτεχνες παραστάσεις. Η ίδια ξεχωρίζει σε αυτή της τη δράση τα έργα:

- «The Storytelling Project» (2006, Πάτρα-Πολιτιστική Πρωτεύουσα, ομάδα Σπίζα, της οποίας είναι ιδρυτικό μέλος)
- «ΜΕΣΑ στο μέσα» (2006, για ηθοποιό, 2 μουσικούς, βίντεο και ηχογραφημένο υλικό, θέατρο Σημείο και θέατρο Φούρνος-Αθήνα). 
- «Rabila Co»,(2003, μουσική παράσταση πολυμέσων (σύγχρονη μουσική, λόγος, εικόνα, χορός) πάνω σε μια δική της ιδέα (θέατρο Επίκεντρο-Πάτρα και θέατρο Χοροροές-Αθήνα) 

Έχει συνεργαστεί με σημαντικά μουσικά σύνολα (Kreutzer Quartet, Καμεράτα, Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής ΕΡΤ, L’Αnima, Κρούσσις, κ.ά.)και σολίστες. Το έργο της «Words without words» επελέγη από την Εuropean Broadcasting Union (EBU) Ars Acustica στο διπλό CD που εξέδωσε για τον εορτασμό των 20 χρόνων της.

Έχει γράψει τραγούδια, μουσική για πολλές θεατρικές παραστάσεις (ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, Θ.Ο.ΕΠ.Π, Θέατρο Πολιτεία, θέατρο Βαφείο, Goldsmiths College )για ταινίες μικρού μήκους και video art, και για εγκαταστάσεις (installations).

Την περίοδο 1992-2000 συμμετείχε ως μουσικός και ενορχηστρωτής στην Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων του Δήμου Πατρών με εμφανίσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει λάβει μέρος σε πολλά μουσικά σχήματα και παραστάσεις (πιάνο, ενορχήστρωση) με εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές, φεστιβάλ και θέατρα. 

Την περίοδο 2003-2007 ήταν ραδιοφωνικός παραγωγός στο Τρίτο Πρόγραμμα, όπου μαζί με τη Δώρα Παναγοπούλου παρουσίαζαν την εκπομπή «21ος –Τάσεις και Πειραματισμοί)». Για την περίοδο 2011-13 είναι υπεύθυνη του εκπαιδευτικού προγράμματος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών «Ανιχνεύοντας τον 20ο αιώνα», σε συνεργασία με την Καμεράτα. Το 2005-2009 ήταν υπεύθυνη παρουσίασης στα εκπαιδευτικά προγράμματα των μουσικών συνόλων της ΕΡΤ. Από το 2013 διδάσκει σύνθεση στο μετεκπαιδευτικό κύκλο μουσικοκινητικής αγωγής Carl Orff (Σχολή Μωραΐτη).

Δισκογραφία:
- «Η Αποβάθρα» (οργανική μουσική, 1999, Palmos)
- «Στων άστρων την άλω» (μελοποιημένη ποίηση, 2008, 64millimetres)
- «Lovely echoes» (Μουσικές του μεσαίων και του 21ου αιώνα σε παράθεση και σύνθεση, 2012, ομάδα Σπίζα)
- «Δεν ξέρω παρά να τραγουδώ»-συμμετοχή (19 συνθέτες μελοποιούν K. Παλαμά, 2004, Πανεπιστήμιο Αθηνών).

Από τις δραστηριότητες του 2013 ξεχωρίζουν η κυκλοφορία του CD «Lovely echoes», συνεργασία της Σπίζα με τη μέτζο σοπράνο Έφη Μηνακούλη και τον μπάσο Τομπίας Σληρφ, και η μουσική σύνθεση για την τραγωδία «Αγαμέμνων» (ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, σκηνοθεσία Νικαίτη Κοντούρη, καλοκαιρινή περιοδεία σε όλη την Ελλάδα).