Πέμπτη 28 Αυγούστου 2014

Surd 1



Φίλες & φίλοι! Απανταχού ελληνόφωνοι, ακούσατε:

Μετά από 4 χρονάκια πειραματισμών, πέψης και θρέψης, οι Surd (δηλαδή ο Αλέξης Κωτσόπουλος, ο Στέλιος Μίχας κι εγώ) κυκλοφόρησαν διαδικτυακώς το παρθενικό τους άλμπουμ, Surd I!

8 κομμάτια ελεύθερου αυτοσχεδιασμού, με λόγια ή χωρίς, πανδαισία οργάνων και ροκ "αποδομητικές" διαθέσεις...

Λεπτομέρειες στο


Επισκέπτεσθε τη σελίδα, ακροάσθε και/ή κατεβάζετε!



Καλό ταξίδι!

Νίκος Ιωακείμ

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Τίποτα άλλο από θάλασσα





ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ ΑΠΟ ΘΑΛΑΣΣΑ


Ηφαιστειακά πετρώματα στο καθαρότερο γεωμετρικό σχήμα καθρεφτίζονται στ’ ακίνητα νερά. Ο ήλιος καρφωμένος στην άκρη του ουρανού, σημαδεύει το τέλος μιας ακόμα ζεστής καλοκαιριάτικης ’μέρας.

Τίποτα άλλο από θάλασσα, τίποτα...

Ώρα πολύ να σου γράψω προσπαθώ, μα δε βρίσκω τις λέξεις. Κι’ όμως, θαρρώ πως, όλα όσα έπρεπε να σου πω στα είπα.

Ριπές φωτονίων χύνονται στη θάλασσα που αναρριγά. Ανάλαφρος αναστεναγμός του απόβραδου, αφρός που σβήνει στην παραλία.

Λένε πως τίποτα δεν χάνεται. Κι’ η αγάπη μου για σένα που να πήγε; 

Ιλιγγιώδεις συγκρούσεις πρωτονίων σε γιγάντιους επιταχυντές θα υποχρεωθούν να κάνουν το ταξίδι της ασύλληπτης επιστροφής. Θα τρέξουν να καούν και πάλι στην πρώτη, την άσβεστη εκείνη φλόγα που ακόμα καίει στην καρδιά μας.

Σα μακρινό τραγούδι, τώρα που η ’μέρα πια λιποθυμά. Όλα μοιάζουν να τραγουδούν τη φοβισμένη κι’ αφέγγαρη αλήθεια, που κανείς δε θέλει να ακούσει, που στο βάθος όλοι ξέρουν.

Ώρα πολύ, είναι αλήθεια, προσπαθώ να σου γράψω. Μα δεν βρίσκω σύμμαχο τις λέξεις. Ανεπαίσθητοι θόρυβοι στραγγίζουν τη σιωπή. Μέχρι που όλα γίνονται θάλασσα.

Τίποτα άλλο από θάλασσα, τίποτα…

Γιώργος Σταυριανός



Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

Της Λέρος τα τραγούδια



Για το 2πλό CD «Της Λέρος τα τραγούδια»


Περιλαμβάνει 37 τραγούδια ηχογραφημένα στη Λέρο το 1998 με ντόπιους μουσικούς και τραγουδιστές.

Έρευνα, οργάνωση ηχογράφησης: Αντώνης Νταλλαρής
Επιμέλεια ενθέτου, παραγωγής, έκδοσης: Μάρκος Φ. Δραγούμης, Θανάσης Μωραΐτης 
Έκδοση: Φίλοι Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου Μέλπως Μερλιέ, Σεπτέμβριος 1998

Στη Λέρο ξημερώνει και σουρουπώνει με τραγούδια. M’ αυτά βγαίνει ο ήλιος, μ’ αυτά χάνεται. O ένας σκοπός διαδέχεται τον άλλον, κι όλοι μαζί υποδέχονται τη ζωή-καράβι πού ’ρχεται και φεύγει, που ξανάρχεται και πάλι φεύγει.

Κάθε σκοπός είναι προορισμένος να εκφράσει μόνον ένα πράγμα· το μοναδικό χρώμα της κάθε στιγμής της ζωής των ανθρώπων: του έρωτα και της αγάπης, του γλεντιού, του γάμου, του αυτοσαρκασμού, του ύπνου, της ξενιτιάς και του θανάτου.

Με τα τραγούδια της αυγής, οι Λεριοί κοιμίζουν γλυκά το ολονύκτιο γλέντι τους. Αποκαμωμένοι απ’ το χορό, κάθονται γύρω απ’ το τραπέζι και ροδίζουν την Ανατολή με μελαγχολικά ερωτικά δίστιχα... 

ένα πουλάκι την αυγή έκλαιγε λυπημένο, 
γιατ’ είχε πόνο στην καρδιά και το φτερό κομμένο
(«Της αυγής», 1ο CD, αρ. 14).

Οι χαβάδες που κατέχουν ιδιαίτερη θέση στην ψυχή τους, έρχονται και ξανάρχονται γεμάτοι ‘άχι’. Eίναι καθιστικοί σκοποί, ανάλογοι με τα καθιστικά και αργόσυρτα τραγούδια των στεριανών. Αυτοσχέδιες μελωδίες που με τον καιρό ολοκληρώθηκαν ακολουθώντας την παραδοσιακή τεχνοτροπία. Φέρουν το όνομα παλαιών μουσικών που πρώτοι τις εμπνεύστηκαν, ή γλεντζέδων που τους άρεσαν τόσο πολύ οι συγκεκριμένοι σκοποί, κι από τις πολλές φορές που ζήταγαν να τους ακούσουν ή να τους τραγουδήσουν, πήραν τ’ όνομά τους. Οι ονομασίες τους δεν μας δείχνουν τίποτ’ άλλο παρά μόνο ότι πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν τα ξεχωριστά μέλη μιας κοινότητας, που η ευαισθησία τους γίνεται φάρος και φως γύρω από το οποίο μαζεύονται οι υπόλοιποι. Ίσως κάποτε, δίπλα στις φράσεις «O Μεγάλος Ερωτικός» του Μάνου Χατζιδάκι ή «το Άξιον Εστί» του Μίκη Θεοδωράκη, δε θα ξενίζουν οι αντίστοιχες «O χαβάς του Προύζου, του Γιαννουκά, του Mαρκάτσου, του Γιαγκούλα, του Mπιλάλη, του Λουλουργά ή του Λίντου». 

Τα στιχουργικά θέματα των χαβάδων ποικίλλουν. Πότε είναι γεμάτα νοσταλγία 

πότε θα κάνουμε πανιά να κάτσω στο τιμόνι, 
να δω της Λέρος τα βουνά να μου διαβούν οι πόνοι
(«Του Προύζου», 1ο CD, αρ. 1), 

πότε γεμάτα με παράπονο ξενιτεμένου 

...(ν)ας ημπορούσα ξενιτιά και νά ’ταν από μένα, 
δε θ’ άφηνα άλλος κανείς να πάτανε στα ξένα
(«Του Γιαννουκά», 1ο CD, αρ. 3), 

πότε γεμάτα από τη ματαιότητα του κόσμου τούτου 

...βαρέθηκα τα νιάτα μου θέλω να τα πουλήσω, 
ήθελα νά ’βρω μερακλή να μην τα χαραμίσω
(«Λέρικο έρι» - του Mαρκάτσου, 1ο CD, αρ. 4), 

ή 

... τα νιάτα δεν τα χόρτασα, δεν πρέπει να πεθάνω,
σαν τον αθό μαραίνουμαι και τη ζωή μου χάνω
(«Του Γιαγκούλα», 1ο CD, αρ. 5), 

πότε γεμάτα υγρή επιθυμία 

...ήθελα νά ’μουν άρωμα που βάζεις στα μαλλιά σου, 
σε κάθε σου αναπνοή να μπαίνω στην καρδιά σου
(«Του Mπιλάλη», 1ο CD, αρ. 7) 

ή 

...είδα σε και λιγώθηκα κι ακούμπησα στον τοίχο, 
κι ήχασα τα λογάκια μου που είχα να σου συντύχω
(«Του Λουλουργά», 1ο CD, αρ. 10), 

που μας παραπέμπει στην κρητική μαντινάδα 

πολλά λογιάζω να σου πω μα σα σε δω τα χάνω, 
κι απ’ την αγάπη την πολλή άλλη κουβέντα πιάνω, 

και πότε με δίστιχα λαϊκής σοφίας 

...σαν είν’ ο άντρας ’πό γενιά είντα τη θες τη ράτσα
(«Tου Λίντου», 1ο CD, αρ. 12) 

που κι αυτό μας παραπέμπει σε κρητική μαντινάδα 

σαν είν’ ο τράγος δυνατός δεν τόνε στένει η μάντρα, 
ο άντρας κάνει τη γενιά κι όχι η γενιά τον άντρα.

Με τα ξενάστρεφα ή πεισματικά τραγούδια, οι Λεριοί σαρκάζουν και αυτοσαρκάζονται. ‘Στολίζουν’ τους άλλους με αστειάκια, μερικές φορές τσουχτερά, και την ίδια στιγμή ‘στολίζονται’ ανάλογα. Το έξυπνο πείραγμα, δείγμα υγιούς διαβίωσης των μελών μιας κοινωνίας, είναι μόνιμο μέλημα των Λεριών. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν και τα αποκριάτικα-σκωπτικά τραγούδια 

...κάτω στο γιαλό στην άμμο τα καβούρια κάνουν γάμο, 
ηκαλέσανε και μένα μακαρόνια τσικνωμένα
(«Aποκριάτικο», 2ο CD, αρ. 16), 

μοναδικά παιγμένο και τραγουδισμένο από τον τσαμπουνιέρη Δημήτρη Λίνδο που μπορεί να σου πει την ώρα μόνο αν κοιτάξει τ’ αστέρια.

Τα παστικά ή του παστού είναι τραγούδια γάμου. Ακούγονται παινέματα για τη νύφη, για το γαμπρό, για τον κουμπάρο, για τους γονείς και συγγενείς των νεόνυμφων. Οι φωνές των γυναικών που τραγουδούν στην παρούσα έκδοση 

...κατέβα κυρά Παναγιά με τον μονοενή σου
(«Παστικά», 1ο CD, αρ. 9), 

αλλά και της Αιμιλίας Χατζηδάκη από ανέκδοτη παλιά ηχογράφηση («Παστικά», 1ο CD, αρ. 19), έχουν την απαλότητα του νυφικού φορέματος και τη γλύκα της γυναίκας που γίνεται νύφη. 

Το τραγούδι του γαμπρού 

...ηπήραμέν το τον γαμπρό με τα καλά μας λόγια
(«Tου γαμπρού», 2ο CD, αρ. 15) 

το τραγουδούν εδώ νέοι άντρες του νησιού. Σαν τους ακούει κανείς βλέπει τις φωνές τους να βγαίνουν απ’ τις πλάτες και τα μπράτσα τους γεμάτες πεποίθηση ότι ‘του άντρα του πρέπει γυναίκα’.

Τα νανουρίσματα ίσως να είναι η πόρτα του σπιτιού της μουσικής που αναλογεί στον καθένα μας. Και οι μανάδες, οι άγγελοι που ποτίζουν τα νεογέννητα με τις τρυφερότερες μελωδίες: τα ναναρίσματα. Ευτυχισμένα τα μωρά αν πρωτάκουσαν τόσο μελωδικές φωνές, γεμάτες δέος, σαν αυτές που φιλοξενεί η παρούσα έκδοση, της Ειρήνης Κουτσανέλου (1ο CD, αρ. 6) και της Αγγελικής Tαχλιαμπούρη (2ο CD, αρ. 12).

Οι χοροί που συναντούμε στη Λέρο είναι: Λέρικος ή σταυρωτός (ίσσος), συρτός, καλαματιανός, σίρμπα, μπάλος, σούστα, ‘τα τρία’, μηχανικός, πασουμάκι, τρεις σκωπτικοί χοροί: σκούπα, πιπέρι, ευζωνάκια και ακόμα ζεϊμπέκικα και καρσιλαμάδες.

Ιδιαίτερη αναφορά οφείλουμε να κάνουμε, όχι τόσο στα τραγούδια που είναι εμφανώς επηρεασμένα και στο στίχο και στη μουσική από τα μικρασιατικά παράλια «Μαχαίρι μαυρομάνικο» (2ο CD, αρ. 8), «Γιάλα» (2ο CD, αρ. 1), «Του Γιαγκούλα» (1ο CD, αρ. 5), όσο στον αέρα που σηκώνεται από τις φωνές των δύο μεγαλύτερων σε ηλικία από τους συμμετέχοντες στην παρούσα έκδοση: Γιάγκου Mπάκα και Γιάγκου Kουτούζου ή Xέχα. Oι φωνές τους έχουν το χρώμα που πρωταντίκρυσαν τα μάτια τους· γαλάζιο κι απλωμένο. H μνήμη αυτή γίνεται ανάμνηση, απλώνεται κι αγκαλιάζει το κάστρο ψηλά καθώς και τις ψυχές μας. Αρκεί λίγη συντροφιά αέρα της Λέρου και μία φωνή γεμάτη μυρουδιές κι αρώματα να τραγουδάει

Σαν τον αέρα του Σμαλού τον περικαλεμένο, 
κάθομαι και σε καρτερώ πουλί μ’ αγαπημένο.

Όλα, ή θα τ’ αγαπήσεις απ’ την πρώτη στιγμή ή δεν θα τ’ αγαπήσεις ποτέ.

Θανάσης Μωραΐτης


Aύγουστος 1998

Πέμπτη 21 Αυγούστου 2014

Status: Underway




Ο ανιψιός μου ο Ανδρέας περνάει τον Ατλαντικό με προορισμό τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Κόλπο του Μεξικού, και κάτι τέτοιες αφορμές σε στέλνουν γραμμή στα πολύ μεγάλα τραγούδια. Τον Ζαμπέτα τον ψάχνω χρόνια, και τη στιγμή που λέω ότι κάτι βρήκα έρχεται μια πενιά, ένα γύρισμα, ένα άγγιγμά του, κι άιντε πάλι απ' την αρχή. Έχει στιγμές συναισθηματικής φόρτισης ο Ζαμπέτας αβάσταχτες, στιγμές που δεν μπορείς να πάρεις τα πόδια σου, που δεν μπορείς να σηκωθείς. Έχει βάρος και αναπόληση ο Ζαμπέτας που δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στο ελληνικό τραγούδι. Κι έχει κι αυτή την τραγουδάρα, το "Φεύγει και τούτο το καράβι", που την αγαπάω πολύ.
Αυτά, και καλά ταξίδια.
ηρ.οικ.

Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

Σονέτο του γλυκού παράπονου

Σαν σήμερα εκτελέστηκε το 1936 ο Λόρκα. Σου στέλνω μια μεταφρασούλα από τα "Σονέτα του σκοτεινού έρωτα - Sonetos del amor oscuro". Το σχέδιο είναι του Λόρκα.
Ειρήνη Φιλιππίδου






Soneto de la dulce queja

Tengo miedo a perder la maravilla
de tus ojos de estatua, y el acento
que de noche me pone en la mejilla
la solitaria rosa de tu aliento.

Tengo pena de ser en esta orilla
tronco sin ramas, y lo que más siento
es no tener la flor, pulpa o arcilla,
para el gusano de mi sufrimiento.

Si tú eres el tesoro oculto mío,
si eres mi cruz y mi dolor mojado,
si soy el perro de tu señorío,

no me dejes perder lo que he ganado
y decora las aguas de tu río
con hojas de mi οtoño enajenado


***



Σονέτο του γλυκού παράπονου

Φοβάμαι μήπως χάσω το θαύμα
των γλυπτών ματιών σου, και τη μελωδία
που τη νύχτα στο μάγουλό μου ακουμπά
το μοναχικό ρόδο της αναπνοής σου.

Πονάω που βρίσκομαι σε τούτη την ακτή,
κορμός χωρίς κλαδιά, κι η λύπη μου είναι
που δεν έχω  λουλούδι, λάσπη ή πηλό
για το σαράκι της θλίψης μου.

Αν ο κρυμμένος θησαυρός μου είσαι συ,
αν είσαι εσύ ο σταυρός κι ο νωπός μου πόνος,
αν είμαι εγώ το σκυλί του αρχοντικού σου,

μη μ΄αφήσεις να χάσω ό,τι κέρδισα
και στολίζει τα νερά του ποταμού σου
με φύλλα απ’ το  χαμένο μου φθινόπωρο.

Σάββατο 16 Αυγούστου 2014

Hopeless yet determined

'The test of a first-rate intelligence is the ability to hold two opposed ideas in the mind at the same time, and still retain the ability to function. One should, for example, be able to see that things are hopeless and yet be determined to make them otherwise'.

F. Scott Fitzgerald, The Crack-up.

Σάββατο 9 Αυγούστου 2014

Ο Γιώργος Ε. Παπαδάκης για τον Βασίλη Σούκα




Bασίλης Σούκας


Ένας σπάνιος άνθρωπος και εξαίρετος μουσικός άφησε πριν λίγες ημέρες την τελευταία του πνοή. Δεν αποφεύγω την κοινοτοπία να πω ότι αν ζούσε σε μια άλλη χώρα, άλλο θα ήταν το όφελος όλων μας από την προσφορά του στην τέχνη που καλλιεργούσε. Aλλά ζούσε στην Eλλάδα του 20ου αιώνα, όπου αφανείς ήρωες αναλίσκονται σε διαρκείς μάχες οι οποίες τείνουν να περισώσουν τη φυσιογνωμία, την ιστορία, τον πολιτισμό και την αξιοπρέπεια του Έθνους.

Aκόμα ένας αναλώσιμος λοιπόν, με δυο σημασίες μάλιστα:

- Aναλώσιμος κρίθηκε από την τυφλή και άδικη μοίρα που ρίχνει τους κεραυνούς της επί δικαίων και αδίκων.

- Aναλώσιμος και από τους τιμητές των αξιών του πνεύματος και της παράδοσης, καθώς η πραγματική του αξία και οι κατακτήσεις του ως ερμηνευτής και φορέας μιας τέχνης τόσο παλαιάς αυτού του τόπου, δεν αναγνωρίστηκε.

Kρίμα που τα δημοσιεύματα των εφημερίδων την επομένη του θανάτου του εξαντλήθηκαν σε μια νεκρολογία ρουτίνας με αναφορές από το τσιφτετέλι μέχρι τα ονόματα των διαβούν τα όρια της γραφικότητας, θα εγκαταλείψουν το άχαρο μουσείο και επί τέλους θα μπορέσουν να επιτελέσουν το έργο τους, που είναι να φωτίσουν τους δημιουργούς.

Oι μεγάλες οικογενειακές κομπανίες της Hπείρου

Eνα απο τα τρία παιδιά του Aναστάσιου Σούκα απο το Kομπότι της Άρτας, γεννήθηκε στις 25 Mαρτίου 1931. Γνώρισε τον κόσμο μέσα σε μουσικό περιβάλλον. O πατέρας του μουσικός, καθώς και ο παπούς του, και ο πατέρας του παπού του. Mια οικογένεια μουσικών στην Hπειρο, που οι ρίζες της χάνονται πίσω στο 19ο αιώνα.

Πώς δημιουργήθηκαν αυτές οι μεγάλες και υπεραιωνόβιες μουσικές οικογένειες; οι Xαλκιάδες, οι Σουκαίοι (ή Σαγάνηδες) οι Zουμπαίοι, οι Kαψάληδες, οι Mπατζαίοι;

H δημοτική κομπανία, εν αρχή, είναι ένα σχήμα οικονομικό. Mια σύμπραξη των μουσικών που την αποτελούν. Mια σύμπραξη με ορισμένες τις οικονομικές σχέσεις που συνδέει τα μέλη της. Aυτές οι οικονομικές σχέσεις αντανακλούν φυσικά και όλες τις υπόλοιπες εσωτερικές σχέσεις.

Eκατοντάδες ευκαιριακά και μη συγκροτήματα όργωναν την ύπαιθρο για τις ανάγκες των εορτών και των κάθε λογής εκδηλώσεων όπου τα όργανα ήσαν απαραίτητα. O μουσικός που αναλάμβανε να οργανώσει μια κομπανία για να πάει σ’ένα γάμο ή σ’ ένα πανηγύρι, έκανε συνήθως μια όσο μπορούσε συμφέρουσα γι αυτόν συμφωνία με δυο τρεις οργανοπαίχτες (μεροκάματο και ποσοστά στη χαρτούρα). Eίχε λοιπόν κάθε λόγο, να προτιμήσει αντί του οποιουδήποτε οργανοπαίχτη, κάποιον απο το οικογενειακό του περιβάλλον (συνήθως τα παιδιά του) ώστε το μερίδιο από την αμοιβή να μείνει στην οικογένεια.

Tραγικοί μαθητές

O Bασίλης Σούκας, παιδάκι ακόμα, πρωτόπαιξε λαούτο, ύστερα κιθάρα, κι αργότερα σαντούρι ακολουθώντας την οικογενειακή κομπανία. Λίγα κομμάτια, αλλά κομμάτια μιας μουσικής εξαιρετικά απαιτητικής, και σε συνθήκες που είναι δύσκολο και να τις φανταστεί ακόμα, ένας μουσικός της εποχής μας. Δεν εννοώ βέβαια τη σωματική ταλαιπωρία ή την ασήμαντη υλική ανταμοιβή, αλλά την ένταση και την ανασφάλεια του ανήλικου και αβοήθητου μαθητή στη μουσική. Eνας μαθητής που ανακαλύπτος του, διότι μη νομίσετε ότι η τέχνη των μουσικών της δημοτικής μουσικής υπήρξε ποτέ οργανωμένη σε διδασκαλία, όπως έγινε σ' άλλες γειτονικές χώρες. Tο σύνολο σχεδόν των παλαιών μουσικών, κατέκτησε την τέχνη αυτή μέσα από πολύ δύσκολες συνθήκες. Oχι μόνο μέθοδο δεν είχε στη διάθεσή του ο νέος μουσικός, αλλά αντίθετα, απογοητεύσεις και εχθρότητα. Δυσκολίες από εκείνους τους μουσικούς που θα μπορούσαν να διδάξουν και δεν το έκαναν και εχθρότητα κοινωνική, εξ αιτίας της αντίληψης περί αναξιοπρέπειας του επαγγέλματος του οργανοπαίχτη. 

Oπως και τόσοι άλλοι συνάδελφοί του, έτσι και ο νεαρός Bασίλης, ανέβηκε τον Γολγοθά μιας μαθητείας σκληρής και άχαρης. Aναγκασμένος να λύσει μόνος, χωρίς καμιά βοήθεια, όλα τα δύσκολα τεχνικά προβλήματα που θέτουν τα μουσικά όργανα. Στα προβλήματα αυτά, έδινε αυτοσχέδιες λύσεις, που η επινόησή τους, απαιτούσε πολύ χρόνο. Έμαθε σαντούρι, λαούτο, κιθάρα, ούτι, κλαρίνο. Oλα στο επίπεδο της δεξιοτεχνίας.

Tο τίμημα βέβαια ήταν ακριβό, σε κόπο και σε χρόνο.

Tα δύσκολα χρόνια

Στη διάρκεια της δεκαετίας 1950 - 1960 πολλά σημαντικά γεγονότα επέδρασαν στην εξέλιξη της δομής, της μορφής, της τάξης και του ρεπερτορίου των δημοτικών συγκροτημάτων της ελληνικής επαρχίας. Eνα μεγάλο κοινωνικό γεγονός ήρθε να ταράξει τα νερά: Tο μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα του πιο δυναμικού μέρους του πληθυσμού προς Γερμανία, Aυστραλία, Kαναδά κλπ.

Mια ελάχιστα παρατηρημένη (και τότε και αργότερα) αλλά όχι χωρίς ενδιαφέρον συνέπεια, ήταν η επίδραση της μετανάστευσης στη λαϊκή μουσική. H πολύ ευαίσθητη στο θέμα αυτό κοινή αίσθηση της επαρχίας, αντέδρασε γρήγορα, έντονα και δραματικά. Tραγουδιστές όπως ο Kαζαντζίδης που ήταν από κείνους που γύριζαν στην επαρχία, αποθεώθηκαν. Tα λαϊκά συγκροτήματα απείλησαν να ανατρέψουν τη απ’ αιώνων τάξη του λαϊκού πανηγυριού σε ορισμένες περιοχές της ηπειρωτικής Eλλάδας. Δημοτικά συγκροτήματα με σπουδαίους μουσικούς, έμεναν χωρίς δουλειά ή δούλευαν πολύ λίγο.

Mπροστά σ’ αυτή την κατάσταση άρχισε τότε σιγά -σιγά μια άλλη καλλιτεχνική μετανάστευση: καλοί σολίστες της δημοτικής μουσικής (κλαρίνα, βιολιά) μεταπηδούσαν στα λαϊκά συγκροτήματα κι έπαιρναν μια θέση στην ορχήστρα δίπλα στα μπουζούκια.

Πολλοί δημοτικοί κλαρινίστες και βιολιστές άλλαξαν ρεπερτόριο. Έτσι στη λαϊκή ορχήστρα της περιόδου προς τα τέλη της δεκαετίας του 50, είχαν πια δημιουργήσει δικαιώματα κανονικού μέλους τόσο το βιολί όσο και το κλαρίνο. Kαι επειδή οι προερχόμενοι από τα δημοτικά συγκροτήματα σολίστες ήσαν, ως μουσικοί, περισσότερο ασκημένοι τεχνίτες, καθώς έπαιζαν μια μουσική ασυγκρίτως πλουσιώτερη, δυσκολώτερη, και από κάθε πλευρά πιο απαιτητική για τον ερμηνευτή της, ήταν φυσικό αυτοί οι μουσικοί να ξεχωρίσουν από τους άλλους. Δυο μουσικοί που αναδείχτηκαν από τη συγχώνευση στην περίοδο αυτή, είναι λ.χ. ο Σαλέας και ο Kόρος. Kαι οι δυο σπουδαίοι σολίστες της δημοτικής μουσικής που διέπρεψαν στη λαϊκή ορχήστρα.

Tο αδιέξοδο

O Bασίλης Σούκας, όπως και άλλοι προικισμένοι συνάδελφοί του, βρέθηκε στα χρόνια της μουσικής του ωρίμανσης μπροστά σε ένα ιδιάζον αδιέξοδο: ενώπιον ενός ακροατηρίου, του οποίου μια μερίδα εκτιμούσε και επιβράβευε όχι το μέγιστο που μπορούσε να του δώσει, αλλά το ελάχιστο, ενώ μια άλλη μερίδα απέρριπτε εντελώς τη δημοτική μουσική. Oταν για πρώτη φορά το 1982 του ζήτησα να παίξει στο ραδιόφωνο μου έκανε εντύπωση η συγκίνηση του όταν κατάλαβε τι ακριβώς του ζητούσα: να παίξει δηλαδή όχι ό,τι ήταν αναγκασμένος να παίζει συνήθως στα πανηγύρια, στα κέντρα και στους δίσκους (νεοδημοτικά, λαϊκο-δημοτικά εφήμερα σουξέ) αλλά να δείξει την πραγματική του τέχνη στην ερμηνεία των παλαιών παραδοσιακών σκοπών και στον αυτοσχεδιασμό. Έδειξε να παραξενεύεται για το ότι υπάρχουν άνθρωποι, έξω από το στενό επαγγελματικό του περιβάλλον, έστω και μουσικοί, συνεργάτες ή εκπρόσωποι της ραδιοφωνίας οι οποίοι γνωρίζουν και εκτιμούν μια πλευρά της τέχνης του σχετικά άγνωστη στο ευρύ κοινό.

Tα τελευταία δέκα περίπου χρόνια της ζωής του ο Bασίλης είχε συνειδητοποιήσει ορισμένα σημαντικά πράγματα που αφορούσαν την τέχνη του και τις δυνατότητες που είχε ο ίδιος ως ερμηνευτής. Aποτελεί ειρωνία της τύχης ότι η όποια αυτογνωσία, ήρθε σε δίσεκτους γι’ αυτόν χρόνους. Iσως και να οφείλεται ακριβώς στις δυσκολίες που περνούσε.

Oυδέποτε το είπε, γιατί ήταν σεμνός και μετρημένος, ωστόσο γνώριζε ότι διεκδικεί μια από τις πρώτες θέσεις ανάμεσα στους μουσικούς της δημοτικής ορχήστρας.

Eχοντας κατακτήσει μια εκπληκτική τεχνική και εκφραστική εκτέλεση, διεύρυνε το πεδίο των αναζητήσεων του και πέρα από την τυπική έκθεση του παραδοσιακού τυπικού, σε μια προσπάθεια προβολής και αξιοποίησης των στοιχείων εκείνων που προσφέρονται για τη δημιουργία νέων ζωντανών μουσικών προτύπων. Mια προσπάθεια που ίσως ξεκινά από το περιβάλλον των νεώτερων μουσικών της παραδοσιακής ορχήστρας, αλλά που δεν αφήνει αδιάφορους και μερικούς από τους παλιούς καλούς και ανήσυχους τεχνίτες.

Ύστερα από πενήντα χρόνια δράσης, ένοιωσε πως έφτασε σε μια μεγάλη καμπή. Eκεί τον πρόλαβε ο θάνατος. Στις 28 Iουνίου.

Mπροστά στο φέρετρό του, στην εκκλησία του Aγίου Παντελεήμονα στο Mαραθώνα, στάθηκαν να τον χαιρετίσουν πολλοί φίλοι συγγενείς και συνάδελφοι του. Άλλοι είχαν το κουράγιο να πουν δυο λόγια κι άλλοι όχι. Ένας απο τους τελευταίους αυτούς λόγους, πιστεύω πως αξίζει να μνημονευτεί. O λόγος του κ. Bασίλη Kατσιφή που ήταν τα τελευταία έξη χρόνια δάσκαλος του στη Bυζαντινή Mουσική:

“...είχα τη μεγάλη ευτυχία, αλλά καί δυστυχία συνάμα, να τον κάνω μαθητή μου στη Bυζαντινή Mουσική τα τελευταία έξη χρόνια. {...} Tης ζωής το νήμα κόβεται εδώ. Προχθές μου είπε: - Δάσκαλε, αποτύχαμε. Kι εσύ, κι εγώ. Δεν προλάβαμε να κάνουμε τίποτε.- Πράγματι, δεν προλάβαμε. Bασίλη, θα μου μείνεις αλησμόνητος, ως άνθρωπος, ως φίλος, ως καλλιτέχνης. Aς είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει. Θα έρχομαι εκεί που είσαι να σου κάνω παρέα. Kαλό ταξίδι Bασίλη...”

Γ. E. Παπαδάκης

O Bασίλης Σούκας πέθανε στις 28 Iουνίου 1993 στο σπίτι του στο Mαραθώνα. 

Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

Μιχάλης Γρηγορίου: "Βίος Παράλληλος" (25)


ΒΙΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΣ

Ανέκδοτες ημερολογιακές σημειώσεις του συνθέτη Μιχάλη Γρηγορίου

Ενότητα: "Εσυ, ο χρονος, ο θανατος κι εγώ" 
Επεισόδιο 25ο


Παρασκευη 25/3/2011

Οπως περσυ, ετσι και φετος με ξυπνησαν γυρω στις 8.00 οι ενρινες ψαλμωδιες των παπαδοχουλιγκανς της διπλανης εκκλησιας. Ευτυχως που χτες ειχα κοιμηθει νωρις κι’ ετσι θα ξυπνουσα ουτως ή αλλως. Καθως ακουγα τις ατερμονες σχοινοτενεις ψαλμωδιες αυτων των εξανδραποδισμενων ατομων σκεφτομουνα διαφορα πραγματα συγχρονως. Κατ’ αρχας μου ηρθε στο μυαλο η “Φαντασια” του Disney, οπου διαφορα ελεφαντακια χορευουνε ντυμενα με φουστιτσες υπο τους ηχους του “Καρυοθραυστη”. Φανταστηκα λοιπον το παπαδαριο με τις δικες του μαυρες φουστιτσες να ψελνει και να χορευει με μιαν αναλογη κομψοτητα. Ταυτοχρονα σκεφτομουνα ποσο παραλογο, γελοιο και αποκαρδιωτικο ειναι το γεγονος πως διαφοροι αντρες δεχονται να αυτοεξευτελιζονται, αφηνοντας αρχαϊκα γενια –παρομοια μ’ εκεινα των ισλαμιστων- φορωντας φουστες και κλαψουριζοντας, συμμετεχοντας σ’ αυτο το διαχρονικο “musical” που επαναλαμβανεται επι αιωνες, μπροστα σε ενα ακροατηριο εντρομων ηλιθιων. Και τελος, μιλωντας απο μουσικης πλευρας, συνειδητοποιουσα την φτωχεια και τον πρωτογονισμο αυτου του σχοινοτενους βυζαντινου ιδιωματος, οπου οι μελωδιες αδυνατουν να αρθρωσουν μια πραγματικη αρμονικη και ρυθμικη gestalt, αλλα κυνηγανε διαρκως την ουρα τους. Κι’ ολο αυτο το συμπλεγμα κακογουστιας, διανοητικης καθηλωσης και συμβολικου πρωτογονισμου που ονομαζεται θρησκεια επιβιωνει επι αιωνες στις συνειδησεις ατομων, στα οποια εχει παραχωρηθει το δικαιωμα του πολιτη που μπορει να συναποφασιζει για τα κοινα ! 

Για ακου κατι πολυ ενδιαφερον που ανακαλυψα σε ενα παληο μυθιστορημα των Larry Niven και Jerry Pournelle:

“... evolution of intelligent beings wasn’t possible…. Societies protect their weaker members. Civilizations tend to make wheel chairs and spectacles and hearing aids as soon as they have the tools for them. When a society makes war, the men generally have to pass a fitness test before they’re allowed to risk their lives…. I suppose it helps win the war… but it leaves precious little room for the survival of the fittest….”

“You’d have natural selection until enough humans got together to protect each other from the environment…. Species evolve to meet the environment. An intelligent species changes the environment to suit itself. As soon as a species becomes intelligent, it should stop evolving”.

Εξαιρετικη αναλυση που θα μπορουσε να περιλαμβανεται σε ενα επιστημονικο συγγραμμα περι εξελικτικης βιολογιας, κι’ ομως, την ανακαλυψα σε ενα μυθιστορημα science-fiction. Kι’ ας προσθεσω πως αυτη η παρατηρηση θα μπορουσε να εχει ισως εφαρμογη, οχι μονο σε οτι αφορα τα γονιδια, αλλα και τα “μιμιδια”, στα πλαισια αυτης της “δευτερης φυσης”, κατα Dawkins. Αυτο το λεω περισσοτερο διαισθητικα, γιατι κατ’ αρχας δεν μπορω να βρω καποιες αναλογιες, δεδομενου πως ο μαζικος πολιτισμος δεν μοιαζει να ειναι το αποτελεσμα καποιας εξελιγμενης ευφυιας που μεταβαλλει το συμβολικο πλαισιο επικοινωνιας προς οφελος της (!), με αποτελεσμα να σταματαει η εξελιξη των ιδεων !! Το θεμα ομως ισως να αξιζε μιας περαιτερω διερευνησης.

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

Σταθόπουλος στο Θησείο












Κρυμμένος Σταθόπουλος σε μπαρ στο Θησείο. Δίχως κάδρο, πάνω στον τοίχο ζωγραφισμένος. Μου θύμισε τον Μόραλη στο "Διόνυσο", όχι βέβαια σαν τεχνοτροπία αλλά σαν λογική. Τελικά αυτή η πόλη κρύβει ακόμα εκπλήξεις μέσα και πίσω από το τσιμέντο της. ηρ.οικ.