Τρίτη 28 Ιουνίου 2016

Ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας για τον Μάνο Ελευθερίου




Ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας για τον Μάνο Ελευθερίου

«Ήρθαν τα ποιήματα του Μάνου κι ήταν φώτα στην ομίχλη…»


(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ)

Στα τέλη του70, με το απολυτήριο του στρατού στο χέρι, κατέβηκα στην Αθήνα για να συνεχίσω αυτό που τόσο βίαια είχα διακόψει για να υπηρετήσω την πατρίδα: το τραγούδι. Τους πρώτους μήνες της θητείας μου είχε κυκλοφορήσει ο πρώτος μου δίσκος (45άρι με τέσσερα τραγούδια) αλλά εγώ δε μπορούσα να τον χαρώ, ούτε να τον υποστηρίξω. Πότε-πότε, εκεί στα φυλάκια της Αλβανίας, με άκουγα από το ραδιόφωνο και μελαγχολούσα.

Πολίτης πια, με μια κιθάρα και πολλά όνειρα, ξεκίνησα να τραγουδώ στην ιστορική μπουάτ «Εσπερίδες» του Γιάννη Αργύρη. Ο Αργύρης με παρουσίασε στον κόσμο του και με σύστησε στους φίλους του που ήταν άνθρωποι ιδιαίτεροι και ξεχωριστοί, όπως και ο ίδιος. Ένας από αυτούς ήταν και ο Μάνος Ελευθερίου. Ερχόταν σχεδόν κάθε βράδυ και ήταν πάντα ευγενής, αδιόρατα σαρκαστικός και εξόχως ευχάριστος. Εγώ δεν είχα ιδέα για το έργο του ώσπου κάποια στιγμή μου έφερε μερικά ποιήματά του και μου είπε πως θα ήθελε πολύ να με ακούσει να τα τραγουδώ. Ήταν η «Ατέλειωτη εκδρομή», η «Γνωριμία» και οι «Κιθάρες των νερών».

Αυτή η χειρονομία του Μάνου ήταν καθοριστική για μένα. Εκείνο τον καιρό, σχεδόν με αγωνία, έψαχνα μια ταυτότητα κι ένα τρόπο έκφρασης, και τότε ακριβώς ήρθαν τα ποιήματα του Μάνου και ήταν φώτα στην ομίχλη. Αργότερα συνειδητοποίησα πόσο τυχερός ήμουν τότε που κράτησα στα χέρια μου ολοζώντανη και παρθένα ποίηση και πόσο βαθιά επηρεάστηκα από τη σκέψη και τη γραφή του Μάνου. Δε χόρταινα να τα διαβάζω και δειλά-δειλά άρχισα να μπαίνω σ' έναν άλλο κόσμο: στο σύμπαν του Μάνου. «Γαλάζια πεύκα τρέχουν στο μυαλό μου, σε τούτη την αξέχαστη εκδρομή...», «Μαλαματένια λέπια είχε το σώμα σου κι έτσι από τότε πιάστηκα και δέθηκα...», «Κιθάρα που κρατάς το φως μου, το σώμα σου μεγάλο και γυμνό, στους τοίχους του μεγάλου μέλλοντός μου, καρφώνω λόγια σ’ άδειο ουρανό...».

Τα μελοποίησα με ενθουσιασμό και, καθώς είχε τελειώσει ο χειμώνας του ’71, άρχισα να τα τραγουδώ στην ταράτσα της μπουάτ «Μεταξύ μας» δίπλα στη Μαρίζα Κωχ. Με μεγάλη ικανοποίηση έβλεπα την αποδοχή που είχαν τα συγκεκριμένα τραγούδια από το κοινό και επάνω τους άρχισα να κτίζω το προφίλ μου σαν τραγουδοποιός. Στις ζωντανές εμφανίσεις τα τραγουδούσα χωρίς προβλήματα και μάλιστα ο κόσμος τα είχε μάθει και τα περίμενε.

Στη δισκογραφία όμως, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Οι καραβανάδες θεωρούσαν πως έθιγαν τα χρηστά ήθη της εποχής και φυσικά τα απαγόρευαν. Όταν επιτέλους απαλλαχτήκαμε από την ανόητη λογοκρισία και τους ανόητους λογοκριτές, μέσα στο πρώτο μεγάλο κύμα των ελεύθερων πια παραγωγών, ήταν και το LP «Η ατέλειωτη εκδρομή» (MINOS 1975). Ένας δίσκος που με τη βαριά υπογραφή του Μάνου Ελευθερίου με σημάδεψε για όλη μου τη ζωή.


Τελευταία φορά τον είδα πριν χρόνια στο θέατρο του Λυκαβηττού. Ήμουν επάνω στη σκηνή και τον καλωσόρισα, καθώς μπήκε, με μια ευχή: «Μάνο, να είσαι γερός στο σώμα και στο πνεύμα για να μπορείς να γράφεις. ΝΑ ΓΡΑΦΕΙΣ».

Θανάσης Γκαϊφύλλιας

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Συγνώμη, κι ευχαριστώ







ΣΥΓΝΩΜΗ, ΚΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ



Το ελληνικό τραγούδι έχει γίνει αγνώριστο - μια φριχτή μονοτονία τονισμένη με γκάιντες, λαούτα και ντραμς. Ας είμαστε ειλικρινείς: μόνο προσωπολάτρες χούλιγκαν ή καλοπροαίρετοι απελπισμένοι μπορούν να ακούσουν με ειλικρινή κι αυθόρμητη ευχαρίστηση το 90% αυτού που περνιέται ως «έντεχνο» τραγούδι σήμερα. Κι πολλοί εξ' αυτών ούτε καν ακούνε· απλώς ουρλιάζουνε, σε όποια τετριμμένη ασυναρτησία κι αν πει από σκηνής το είδωλό τους, στην εκατοστή διασκευή, στη χιλιοστή ίδια συγχορδία.

Και κάπως έτσι νοιώθω την ανάγκη να ζητήσω μια συγνώμη για το όποιο νερό έβαλα στο μύλο αυτής της ανέπνευστης δηθενιάς, αυτού του απονεκρωμένου σώματος από τραγούδια που δεν τραγουδιούνται, από μουσικές που δεν ακούγονται 2η φορά, κι από στίχους που βάλθηκαν να μας κοιμίσουν με το ζόρι με αστέρια, ψυχές και προσευχές. Επιτρέψτε μου τη γενίκευση, φυσικά και δεν είναι όλα έτσι, ούτε μόνο έτσι. Αλλά είναι και έτσι, ολοένα και περισσότερο. Κι ας μην κρυβόμαστε… όλη αυτή η κατάντια των επανεκτελέσεων, η αιώνια στιχουργική κλιμακτήριος, το νέο σταρ σύστεμ του έντεχνου, και η χαζοχαρουμενιά με σάουντρακ Τσιτσάνη είναι ταυτόχρονα και η κατάληξη των δικών μας (στο «μας» βάλτε αν θέλετε και τον εαυτό σας, ή όποιον άλλον) ευσεβών πόθων, της δικής μας αθωότητας. Σε όλα αυτά αν ξύσεις λίγο θα βρεις από κάτω ένα κομματάκι κι από τη δική μας πίστη.

Πίστη σε τι; Δεν βρίσκω λόγια.

Δεν μπορώ να κάνω τον Κινέζο, κι ας είναι το μόνο εύκολο. Φταίω, αγαπημένες μου αναγνώστριες. «Φταίω», όπως λέει και ο τίτλος ενός από τα 5-6 πιο αγαπημένα μου τραγούδια - Αθηναϊκή Κομπανία παρακαλώ. Γιατί κάποτε σας προσκάλεσα (όχι μόνο εγώ, όχι πρώτος) σε ένα νυχτερινό πάρτι στην παραλία με ημίγυμνα κορμιά να πλατσουρίζουν στη θάλασσα, και το παρτάκι μας βγήκε τσάι κυριών και κοπή πίτας τοπικού συλλόγου. Κι ανέβηκα και στο ντάτσουν με τη ντουντούκα, ο μπούφος, μπας και δεν είχε πάρει χαμπάρι το φιλοθεάμον κοινό. Αλλά τελικά αυτός που δεν είχε πάρει χαμπάρι ήμουν εγώ!

Πλάι στη συγνώμη, όμως, ας μπει κι ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όσους βοήθησαν απλόχερα να ζήσω αυτή τη συναρπαστική περιπέτεια μιας ταπεινής χαρτογράφησης, συνταγογράφησης, κτηματογράφησης, ή όποιας άλλης «γράφησης» θέλετε του ελληνικού τραγουδιού· σε όσους, δηλαδή, έδωσαν χώρο. Και βέβαια, και σε όσους έδωσαν γενναιόδωρα τα κείμενά τους, τα τραγούδια τους και την έμπνευση για να υπάρχει αυτό το μπλογκ. Και εν τέλει, και σε αυτούς που είναι ο λόγος για τον οποίον ζητάω συγνώμη! Γιατί έτσι είναι τα πράγματα αγαπημένες μου αναγνώστριες: διαλεκτικά και αντιφατικά.

Τα «Προάστια» θα συνεχίσουν να επεκτείνονται, φυσικά, και δεν πρόκειται να σταματήσουν με καμία κυβέρνηση. Γιατί όπως λέει και ο στίχος από το τραγούδι: «Φταίω που ενώ μεγάλωσα / τα ίδια λάθη κάνω / και τα χαμένα από καιρό / πάλι τα ξαναχάνω». Η μοίρα γράφεται στην αρχή κι όχι στο τέλος, το λάθος συνεχίζεται, ευτυχώς, και τα χαμένα θα τα ξαναβρούμε και θα τα ξαναχάσουμε στη διαδρομή.

Μια διαδρομή που στην τωρινή, προσωρινή της στάση γράφει μόνο τούτο: συγνώμη, και ευχαριστώ.
ηρ.οικ.

Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

Από τους "Δύο Κόκορες" στο "Άι Γαρούφαλλό μου"





Επιμέλεια - Μετάφραση: Ειρήνη Φιλιππίδου


Οι δύο κόκορες (1962)

Το πιο εμβληματικό τραγούδι του Chicho Sánchez Ferlosio. Τον συνέλαβαν για δεύτερη φορά στην είσοδο της Φιλοσοφικής Σχολής της Μαδρίτης τον Φεβρουάριο του 1962, ενώ συγκέντρωνε χρήματα για την υποστήριξη του κρατούμενου φοιτητή Luis Gomez Llorente, εκπροσώπου της σχολής και μέλος του ASU (Πανεπιστημιακή ομάδα σοσιαλιστών, μετεξελίχθηκε στο PSOE).

Για τη σύλληψή του το αστυνομικό δελτίο έγραφε:
«Ο JOSÉ ANTONIO SÁNCHEZ FERLOSIO μαρξιστικής ιδεολογίας, συνελήφθη το Νοέμβριο του 1960 για διασπορά συκοφαντιών, τον Φεβρουάριο του 1962 για διενέργεια εράνου υπέρ του κρατούμενου φοιτητή LUIS GÓMEZ LLORENTE».

Σύμφωνα με την άμεση μαρτυρία του Ramon Cotarelo, ο Chicho τραγούδησε το τραγούδι «Οι δύο κόκορες» κάτω από αυτές τις συνθήκες:
«Μερικές δεκάδες φοιτητές συγκεντρώθηκαν αυθόρμητα στους διαδρόμους της σχολής και έκαναν καθιστική διαμαρτυρία για την απελευθέρωση του Luis Gómez Llorente. Ο Chicho πήρε την κιθάρα του, έγινε μια συζήτηση στο μπροστινό αίθριο, και σε μια δήλωση αλληλεγγύης προς τον φυλακισμένο σύντροφό μας άρχισε να τραγουδά το «Κόκορας κόκκινος, κόκορας μαύρος».

Γνωρίζουμε δύο εκδοχές: την σουηδική (1964 και 1974) και αυτήν που κυκλοφόρησε στην Ιταλία (δεν γνωρίζουμε αν ήταν το 1963 ή αργότερα). Η «κοκορομαχία» δεν έτυχε καλής υποδοχής από το PCE (Κομμουνιστικό Κόμμα Ισπανίας) καθώς ήταν ήδη υπέρ της πολιτικής της εθνικής συμφιλίωσης.




Cuando canta el gallo negro
es que ya se acabar el día.
Si cantara el gallo rojo,
otro gallo cantaría

¡Ay! Si es que yo miento,
que el cantar de mi canto
lo borre el viento

¡Ay! Que desencanto,
si me borrara el viento
lo que yo canto.

Se encontraron en la arena
los dos gallos frente a frente.
El gallo negro era grande,
pero el rojo era valiente.

¡Ay! Si es que yo miento,
que el cantar de mi canto
lo borre el viento

Se miraron cara a cara
y atacó el negro primero.
El gallo rojo es valiente,
pero el negro es traicionero.

¡Ay! Si es que yo miento,
que el cantar de mi canto
lo borre el viento

Gallo negro, gallo negro,
gallo negro te lo advierto:
no se rinde un gallo rojo
más que cuando está ya muerto.

¡Ay! Si es que yo miento,
que el cantar de mi canto
lo borre el viento


*******


Όταν τραγουδά ο μαύρος κόκορας
είναι γιατί  η μέρα έχει τελειώσει
Μα αν τραγουδούσε ο κόκκινος κόκορας
κι άλλος κόκορας θα τραγουδούσε.

Αχ! Αν λέω ψέματα,
τότε το τραγούδι μου
ας το σβήσει ο άνεμος

Αχ! τι κρίμα,
αν ο άνεμος σβήσει
αυτό που τραγουδάω.

Συναντήθηκαν στην αρένα
οι δυο κόκορες αντιμέτωποι.
Ο μαύρος κόκορας ήταν μεγάλος,
μα ο κόκκινος γενναίος.

Αχ! Αν λέω ψέματα,
τότε το τραγούδι μου
ας το σβήσει ο άνεμος.

Κοιτάχτηκαν κατά πρόσωπο
κι επιτέθηκε ο μαύρος πρώτος.
Ο κόκκινος κόκορας είναι γενναίος,
μα ο μαύρος ύπουλος.

Αχ! Αν λέω ψέματα,
τότε το τραγούδι μου
ας το σβήσει ο άνεμος

Μαύρε κόκκορα, μαύρε κόκκορα
μαύρε κόκκορα σε προειδοποιώ:
Δεν παραδίνεται ένας κόκορας κόκκινος
παρά μόνο όταν πεθάνει.

Άι! Αν λέω ψέματα,
τότε το τραγούδι μου
ας το σβήσει ο άνεμος






ΥΓ: Τη μουσική του "Οι δύο κόκορες" την παίρνει αυτούσια ο Αργύρης Κουνάδης και με αυτήν μελοποιεί τους αριστουργηματικούς στίχους του Βαγγέλη Γκούφα στο τραγούδι "Εις μνημόσυνον", γνωστό και ως "Άι γαρούφαλλό μου, με την καθηλωτική ερμηνεία της Ελένης Βιτάλη. Το γαρίφαλο δεν είναι ένα "αθώο" λουλούδι - ο Γκούφας αναφέρεται σαφώς στον "άνθρωπο με το γαρίφαλο", τον Νίκο Μπελογιάννη, ο οποίος εκτελέστηκε από το ελληνικό κράτος το 1952. Εν μέσω της δικτατορίας (έτος έκδοσης το 1973), οι συντελεστές του δίσκου "Δεν περισσεύει υπομονή" είχαν κάθε λόγο να θέλουν να κρύψουν την προέλευση της μελωδίας - τον αγώνα κατά του Φράνκο και της ισπανικής Χούντας - και κάπως έτσι ο Κουνάδης αναγράφηκε ως συνθέτης του τραγουδιού, το οποίο παρουσιάστηκε ως διασκευή παραδοσιακής ισπανικής μελωδίας. Εν τέλει, συνθέτης του "Εις μνημόσυνον", ενός από τα πιο σπαρακτικά και συγκλονιστικά ελληνικά τραγούδια, είναι ο Chicho Sánchez Ferlosio, και η διόλου παραδοσιακή μελωδία του προέρχεται από το τόσο κοντινό μας 1962. Άρα, ούτε τραγούδι του Ισπανικού Εμφυλίου είναι - όπως λανθασμένα έχει αναφερθεί πολλάκις - εφόσον το ιστορικό αυτό γεγονός ολοκληρώνεται το 1939.

Θερμές ευχαριστίες στην Ειρήνη Φιλιππίδου για την τόσο κατατοπιστική υπενθύμιση άλλης μιας στιγμής μουσικού διεθνισμού, από τις πολλές που έχει να επιδείξει η ιστορία της μουσικής των λαών.
ηρ.οικ.




Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Los pájaros perdidos






Επιλογή - Μετάφραση: Ειρήνη Φιλιππίδου
Los pájaros perdidos
Μουσική: Astor Piazzolla
Στίχοι: Mario Trejo


Amo los pájaros perdidos
que vuelven desde el más alla,
a confundirse con un cielo
que nunca más podre recuperar.

Vuelven de nuevo los recuerdos,
las horas jóvenes que di
y desde el mar llega un fantasma
hecho de cosas que amé y perdí.

Todo fue un sueño, un sueño que perdimos,
como perdimos los pájaros y el mar,
un sueño breve y antiguo como el tiempo
que los espejos no pueden reflejar.

Después busqué perderte en tantas otras
y aquella otra y todas eras vos;
por fin logré reconocer cuando un adiós es un adiós,
la soledad me devoró y fuimos dos.

Vuelven los pájaros nocturnos
que vuelan ciegos sobre el mar,
la noche entera es un espejo
que me devuelve tu soledad.

Soy sólo un pájaro perdido
que vuelve desde el más allá
a confundirse con un cielo
que nunca más podré recuperar.

***


Τα χαμένα πουλιά

Αγαπώ τα χαμένα πουλιά
που γυρίζουν από μακρυά,
να ενωθούν μ' έναν ουρανό
που δεν θα επιστρέψω ποτέ.

Οι αναμνήσεις ξαναγυρίζουν
οι ώρες που ξόδεψα απ' τα νιάτα μου
κι ένα φάντασμα έρχεται απ' τη θάλασσα
να κάνει όσα αγάπησα κι έχασα.

Όλα ήταν όνειρο, ένα όνειρο που χάσαμε
όπως χάσαμε τη θάλασσα και τα πουλιά
ένα όνειρο σύντομο και παλιό όπως ο χρόνος
που δεν δείχνουν οι καθρέφτες.

Κι ύστερα σ' έχασα σε τόσα άλλα
κι αυτό το άλλο κι όλα τους ήσουν εσύ
στο τέλος κατάλαβα πως το αντίο είναι αντίο,

η μοναξιά με κατασπάραξε κι ήμασταν δύο.

Γυρίζουν τα πουλιά της νύχτας
πετούν τυφλά πάνω απ' τη θάλασσα
όλο η νύχτα είναι καθρέφτης
που μου φέρνει τη μοναξιά σου.

Είμαι ένα χαμένο πουλί
που γυρίζω από μακρυά
να ενωθώ μ' έναν ουρανό
που δεν θα επιστρέψω ποτέ.

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

Νίκος Τουλιάτος: "Μ' ένα κύμβαλο ...αλαλάζον;" (11)



Η περίοδος που υπήρξε πολύ δημιουργική από πολλές απόψεις γιατί μου άνοιξε δρόμους σε αυτά που κάνω σήμερα ήταν η περίοδος των ΙSKRA του 2ου σχήματος τζαζ μουσικής στην Ελλάδα μετά την μεταπολίτευση. 

Είχαν προηγηθεί οι SFINX. Το καταπληκτικό κουαρτέτο με τους Γιώργο Τρανταλίδη στα ντραμς, τον Γιώργο Φιλιππίδη στο μπάσο, τον Λάκη Ζώη στην κιθάρα, και τον Μάρκο Αλεξίου στο πιάνο. Ένα σχήμα πρωτοπόρο που δραστηριοποιήθηκε κυρίως στο ιστορικό πια τζαζ κλαμπ του Μπαράκου στην Πλάκα, αλλά και στη δισκογραφία. 

Και βέβαια παλιότερα το κουαρτέτο του Μίμη Πλέσσα. Το ISKRA ήρθε μετά το κλείσιμο του jazz club του Γιώργου Μπαράκου στη Πλάκα στα 1984 και αποτελείτο από τους Γιώργο Φακανά μπάσο, Τάκη Φαραζή πιάνο, David Lynch σαξόφωνο, (μόλις είχε έρθει από το Los Angeles) Τάκη Μπαρμπέρη κιθάρα και εμένα στα ντραμς. Είχαμε αρχίσει να παίζουμε από το 1981 περίπου αλλά σαν ΙSKRA από το 1984. Ένα σχήμα που αποτελείτο από νέους πολύ ταλαντούχους μουσικούς και ένα μεγαλύτερο (εμένα) που ερχόμουν από το Ελληνικό τραγούδι. 

Το ISKRA και λόγω συγκυριών πολιτικών ήρθε να καλύψει μια ανάγκη επαφής της μουσικής τζαζ με ένα ευρύτερο κοινό μέσα κυρίως από τα φεστιβάλ της ΚΝΕ αλλά και συναυλίες – φεστιβάλ Δήμων σε όλη την Ελλάδα. Κυριολεκτικά η τζαζ έγινε γνωστή από τις συναυλίες των ΙSKRA. Για 4 χρόνια είχαμε οργώσει όλη την Ελλάδα σε δεκάδες συναυλίες. Ένα συγκρότημα πολιτικοποιημένο, με θέση και άποψη πολιτική και για τα γενικότερα προβλήματα της ζωής αλλά και για την σχέση της τζαζ μουσικής με την κοινωνία. Πολλές φορές ντύναμε τις συναυλίες μας με κείμενα πολιτικά. Συνέπεια αυτής της δραστηριότητας ήταν και η αντίδραση (πολιτική) στην ουσία της με γιαούρτι που έπεσε σε παράσταση της ομάδας στο Θέατρο Αμόρε, μια παράσταση με πολλές πολιτικές προεκτάσεις.

Όλοι είχαμε παράλληλες πολιτικές δραστηριότητες ως μέλη της ΚΝΕ και του ΚΚΕ ή και ως συμμετέχοντες στα κοινά όπως ο Γιώργος Φακανάς ως πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου Μοσχάτου

Και εγώ σαν πρόεδρος του καλλιτεχνικού εργαστηριού 0,56. 

Το ISKRA μουσικά - καλλιτεχνικά ήταν ένας χώρος δοκιμασίας για όλους και συνύπαρξης διαφορετικών μουσικών κατευθύνσεων που στο ξεκίνημα της ομάδας δεν είχε ξεκάθαρες προεκτάσεις αλλά που η συλλογική συνθετική δουλειά ιδιαίτερα των υπολοίπων μελών, εκφραζότανε σε ένα ύφος που με τα χρόνια διαμόρφωνε έναν καινούργιο ήχο και χαρακτήριζε την προσωπικότητα της ομάδας με αποκορύφωμα τη δουλειά με τίτλο PARASTASIS που φτιάχτηκε κυριολεκτικά σε πρόβες στο πανεπιστήμιο της Πάτρας μετά από παραγγελία του διεθνούς φεστιβάλ Πάτρας το 1986 όπου παρουσιάστηκε και αποτυπώθηκε και σε βινύλιο με τον ίδιο τίτλο. 

Σε αυτή τη δουλειά αποτυπώνεται ίσως πιο καθαρά η πορεία των 4 τότε μουσικών που το αποτελούσαν (εκτός του Τάκη Μπαρμπέρη που δεν συμμετείχε τότε). Κάποιος που γνώριζε την πορεία του συγκροτήματος θα μπορούσε να διακρίνει την διαφορετική πορεία που θα ακολουθούσαν τα μέλη της ομάδας. Πορεία που έχει πια αποτυπωθεί σε δίσκους προσωπικούς του καθένα και σε δεκάδες συναυλίες – παραστάσεις, και που σφράγισε και την μουσική ταυτότητα της χώρας στο χώρο που ονομάζουμε με την ευρύτερη έννοια τζαζ.

Το ΙSΚRA διαμορφώθηκε και κυρίως διαμόρφωσε στυλ και ύφος κυριολεκτικά στα σχεδόν καθημερινά παιξίματα στο CAFÉ PALLETTE στην οδό Ιπποκράτους στην Αθήνα, αλλά και με τη συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο σε παρά πολλές συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.

Ήταν ένα σχολείο για τα μέλη του, ιδεών, πειραματισμών, έρευνας, και διαμόρφωσης του προσωπικού στυλ του καθένα. Εκεί ξεδιπλώθηκαν οι διαφορετικές προσωπικότητες των μελών, εκεί μεγαλώσαμε, εκεί κοντραριστήκαμε. Όλα αυτά στις καθημερινές πρόβες στη σοφίτα του σπιτιού του Γιώργου Φακανά.

Αλλά το ISΚRA αποτέλεσε και βασικό ερέθισμα για πολλά νέα παιδιά να ακολουθήσουν τη μουσική να αγαπήσουν και να ασχοληθούν με την τζαζ. 

Το σημαντικότερο είναι κατά την γνώμη μου ότι το ISΚRA διαλύθηκε την κατάλληλη στιγμή, δεν πρόλαβε να φθαρεί.


***

Την Ομάδα σύγχρονης αυτοσχεδιαζόμενης μουσικής ΤΗΛΕΘΡΟΟΝ τη δημιούργησα το 1990. Άλλος ένας βασικός σταθμός.

Μου σύστησε ο φίλος τρομπετίστας Παντελής Πασχαλίδης τον πιανίστα Αντρέα Συμβουλόπουλο και με την συμμετοχή του κιθαρίστα Σταμάτη Μάζαρη και του μπασίστα Τόλη Μαρόπουλου και με το όνομα ΤΕΛΕΘΡΟΝ (η πρώτη εκδοχή του ονόματος) μια ιδέα του Σπύρου Ηλιάδη παραδοσιακός πνευστός και κρουστός και αγαπημένος φίλος, ξεκίνησε η ομάδα. Μια παρέα μουσικών με πολύ καλή επικοινωνία και καλή διάθεση που διαμόρφωσε ένα πολύ ενδιαφέρον στυλ που ακροβατούσε στα όρια μιας μουσικής που ήταν βγαλμένη από τις εντελώς διαφορετικές και μερικές φορές εκ διαμέτρου αντίθετες εμπειρίες του καθένα και που παιγμένες μαζί δημιούργησαν μερικές φορές εκρηχτικό μίγμα και απογείωση, ενώ άλλες φορές χωρίς έμπνευση δεν μπορούσαν να βρουν κοινές συνιστώσες. Όμως αυτό εμένα με γοήτευε ειδικά τότε που κολυμπούσα στα βαθιά της αυτοσχεδιαζόμενης μουσικής και των σόλο παραστάσεων και χρειαζόμουνα εμπνεύσεις και ερεθίσματα. Μου δόθηκε η ευκαιρία να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου ακόμα και στην ομαδική δουλειά. (δεν ξέρω μουσική, οι γνώσεις μου είναι επιπέδου ελάχιστων μαθημάτων θεωρητικών και αρμονίας που και λόγω του οργάνου δεν είχα την ευκαιρία να αναπτύξω).

Αλλά τα παιδιά έπαιρναν τις ιδέες μου πρόσθεταν τις δικές τους και μαζί τις αναπτύσσαμε παραπέρα. Ήταν κυριολεκτικά συλλογική δουλειά. 

Αργότερα στην ομάδα μπήκαν οι Αντρέας Μνιέστρης σαξόφωνο και Σταύρος Εμμανουήλ μπάσο. Ένα φεγγάρι ήταν και ο Σωτήρης Καραμεσίνης κρουστά.

Μια ακόμα αμάδα με την οποία γύρισα για άλλη μια φορά την Ελλάδα σε συναυλίες. Κάναμε μαζί τις παραστάσεις (κινηματογράφος και μουσική) μετά το Μέγαρο Μουσικής (που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά μετά από παραγγελία) με την ταινία του Charlie Chaplin ‘’Τα Φώτα της Πόλης’’ σε περιοδεία και για 3 χρόνια στο θέατρο της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς στην Αχαρνών σε ένα πρόγραμμα για σχολεία. Από αυτό το πρόγραμμα πέρασαν μερικές χιλιάδες παιδιά. Συνεργαστήκαμε με την Λία Βίσση, την Χαρά Αργυροπούλου, κ.α. κάναμε σπουδαίες διασκευές σε τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, του Μάνου Χατζιδάκι, του Astor Piazzola, κ.α. 

Προτείναμε στον Μίκη Θεοδωράκη και το δέχτηκε, μια συναυλία στη Γλυφάδα στο θέατρο ΑΙΞΩΝΗ με τον ίδιο και τον Γιώργο Θεοδωράκη στο τραγούδι και συνοδεία από την ομάδα σε ύφος κυριολεκτικά που βρισκότανε στα όρια της FREE. Μια πολύ όμορφη, μοναδική καλλιτεχνική στιγμή.

Η περίοδος των ΤΗΛΕΘΡΟΟΝ (όταν μάθαμε πως ήταν η σωστή λέξη για το όνομα και που σημαίνει ο τρόπος να βλέπεις μακριά) ήταν από τις πιο δημιουργικές της ζωής μου. Σαν κορύφωση ήταν και η σχολή μαζί με τον Αντρέα Συμβουλόπουλο σπουδαίο μουσικό με άποψη με γνώσεις και με απίστευτη άνεση στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό. Μόλις καθίσαμε στα όργανα παίξαμε αμέσως, απίστευτη επικοινωνία. 

Με πολλούς μουσικούς έχει συμβεί το ίδιο π.χ. Αντρέας Μνιέστρης σαξόφωνο, Γιώτης Κιουρτσόγλου μπάσο, Γιώργος Καλούδης τσέλο, Fredy Studer ντραμς, Αnatoly Vapirof σαξόφωνο, Shankarlal κρουστά, Stoyan Υankoulof κρουστά, David Lynch σαξόφωνο, Βασίλης Σούκας κλαρίνο, κ.α. 

Το ΤΗΛΕΘΡΟΟΝ διαλύθηκε χωρίς να έχει αποτυπωθεί σε cd το ύφος του παρά σε πρόχειρες ηχογραφήσεις και σε dvd από συναυλίες. Ένα κομμάτι του Θεοδωράκη σε διασκευή της ομάδας η ‘’Όμορφη Πόλη’’ με τη φωνή του Δημήτρη Νικολούδη θα υπάρχει σε ένα cd μου όπου και με άλλες διασκευές τραγουδιών από εμένα με τίτλο SONGS.

Νίκος Τουλιάτος

Μ' ένα κύμβαλο ...αλαλάζον; Αθήνα: Εκδόσεις Δρόμων, 2006.

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2016

Συνέντευξη με τον Βασίλη Φλώρο



Βασίλης Φλώρος:

«Κάθε χαμάλης μπορεί με τα χέρια του και το μυαλό του να αλλάξει τον κόσμο»



τη συνέντευξη έλαβε ο Ηρακλής Οικονόμου

Πρόσφατα κυκλοφόρησε ο δεύτερος προσωπικός του δίσκος, με τίτλο «Αλμαγέστη ενός χαμάλη». Έντονη ποιητικότητα και δυνατές εικόνες στον στίχο, γνώριμο και στιβαρό το μουσικό κλίμα που αντλεί από τη νεότερη τραγουδοποιία με επιρροές από τη δημοτική και ρεμπέτικη μουσική. Ο ίδιος υπογράφει τους στίχους και τη μουσική, και μοιράζεται την ερμηνεία μαζί με την Κατερίνα Αναγνώστου, τη Μαρίνα Δακανάλη, την Ασπασία Στρατηγού και τον Δημήτρη Μυστακίδη, ενώ τρία έμμετρα αφηγείται εμβόλιμα ο πανεπιστημιακός Γιώργος Γραμματικάκης. Ladies and gentlemen, ο νέος τραγουδοποιός Βασίλης Φλώρος!



- «Αλμαγέστη ενός χαμάλη» λοιπόν. Τι είναι η Αλμαγέστη, για μας τους μη γνωρίζοντες αστρονομία;

Η Αλμαγέστη αποτελεί το αρχαιότερο αστρονομικό σύγγραμμα. Γράφτηκε από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο περί το 140 μ.Χ., γνωστή αρχικά ως «Μεγίστη Μαθηματική Σύνταξις». Περί τον ένατο αιώνα οι Άραβες μετέφρασαν το έργο δίνοντάς του αρχικά τον τίτλο «Κιτάπ», που σήμαινε βίβλος, αφήνοντας αμετάφραστη τη λέξη «Μεγίστη» και προσθέτοντας το αραβικό άρθρο «Αλ». Ο τίτλος του μεταφρασμένου από τους Άραβες έργου ήταν «Κιτάπ Αλ Μετζίστι». Ακολούθησαν νεότερες δυτικές μεταφράσεις και ο τελικώς διαμορφωμένος τίτλος του, έπειτα από σύντμηση των προηγουμένων αποτέλεσε ο όρος «Αλμαγέστη». «Μεγίστη», λοιπόν,  εξαιτίας του τεράστιου όγκου του έργου (13 τόμοι), αλλά και της τεράστιας σπουδαιότητάς του. Σύγχρονοι αστρονόμοι αντλούν ακόμη και στις μέρες μας πληθώρα αστρονομικών στοιχείων μέσα από την Αλμαγέστη.

- Και τι συμβολίζει η συνάντηση ενός χαμάλη με αυτήν;

Με αυτοβιογραφικά κριτήρια, τη σύγκρουση δύο στοιχείων της γραφής μου, του λόγιου και του λαϊκού, τα οποία συνυπάρχουν και αλληλοσυγκρούονται μέσα μου. Ο συμβολισμός θα μπορούσε όμως να αποκτήσει και ταξικό χαρακτήρα, μιας και έχω βαθειά πίστη πως, κόντρα στους ακραία νεοφιλελεύθερους καιρούς, κάθε χαμάλης, άνθρωπος καθημερινός και γήινος, του μόχθου, μπορεί με τα χέρια ή με το μυαλό του, την τέχνη ή την τεχνική του, να δημιουργεί υλικά ή πνευματικά έργα ικανά να αλλάξουν τον ίδιο, αλλά και ολόκληρο τον κόσμο γύρω του. Έχει δικαίωμα στη δική του Αλμαγέστη.





- Στον δίσκο υπάρχουν εμβόλιμες αφηγήσεις στίχων σας από τον καθηγητή Γιώργο Γραμματικάκη. Γιατί επιλέξατε να είναι παρών στον δίσκο;

Αιτία αποτέλεσε η εκτίμησή μου στο τεράστιο πνευματικό έργο του κυρίου Γιώργου Γραμματικάκη. Από την «Κόμη της Βερενίκης» και το δέος που μου προκάλεσε, αντιλαμβανόμενος για πρώτη φορά το μεγαλείο και την μοναδικότητα της ασημαντότητας του ανθρώπου, έως τον «Αστρολάβο του ουρανού και της ζωής» και την συνειδητοποίηση ότι έννοιες και κόσμοι φαινομενικά αντίθετοι, όπως η τάξη και η αταξία του κόσμου, η απόλυτη συμμετρία και το χάος, το μηδέν και το άπειρο, έχουν τομή διάφορη του κενού, είτε στο μακρόκοσμο του αχανούς Σύμπαντος, είτε στο δικό μας κοινωνικό και καθημερινό μικρόκοσμο. Αφορμή της συνάντησής μας, ποια άλλη από την Αλμαγέστη, η οποία στις αφηγήσεις του κυρίου Γιώργου βρήκε τον πιο άξιο εκφραστή της. Από τη μία, η βαθειά πίστη μου σε αυτό που κάνω και από την άλλη η άγνοια κινδύνου με προέτρεψαν να χτυπήσω την πόρτα του. Και χαίρομαι πολύ που εκτός από σπουδαίος συγγραφέας και επιστήμονας ο κύριος Γιώργος είναι και ένας ξεχωριστός άνθρωπος.

- Ακούγοντας τον δίσκο, έρχεται πολύ φυσικά η σύνδεση του δημιουργού του με τη λεγόμενη «Σχολή της Θεσσαλονίκης». Την αποδέχεστε ως καταγωγή; Και πώς ήρθατε σε επαφή με το εν λόγω ερέθισμα;

Με τιμά ιδιαίτερα η σύνδεσή σας, μιας και η αισθητική των λεγομένων «εκπροσώπων» της συγκεκριμένης σχολής σμίλεψε σε ένα σημαντικό βαθμό το μουσικό μου χαρακτήρα. Αν και το κύριο μέρος των ηχογραφήσεων του δίσκου πραγματοποιήθηκε στην περιοχή της Θεσσαλονίκης (στο στούντιο του Γιώργου Μπακάλη στα Βασιλικά) και πολλοί από τους συνεργάτες μου θεωρούνται «εκπρόσωποι» της σχολής, θα μου επιτρέψετε να μην αποδέχομαι χαρακτηρισμούς - δημιουργήματα των μέσων και διαφόρων κέντρων διαμόρφωσης πολιτισμού, που ως αποκλειστικό σκοπό έχουν την εμπορική αξιοποίησή τους - για να δανειστώ έναν όρο της εποχής - πάντα με θύμα το ανυπεράσπιστο κοινό.

- Σας απασχόλησε καθόλου η διαφοροποίησή σας από το ύφος καθιερωμένων καλλιτεχνών, όπως π.χ. ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και ο Σωκράτης Μάλαμας; Πρέπει, με άλλα λόγια, να είναι ζητούμενο η έκπληξη, το απρόσμενο, η υπέρβαση της καθιερωμένης μορφής;

Θεωρώ την αυτολογοκρισία εκούσιο περιορισμό της ελευθερίας. Το ζητούμενο στη μουσική δημιουργία είναι το βίωμα και το μοίρασμα. Η πρωτοτυπία και η εξέλιξη ενυπάρχουν ως αναμνήσεις στις μουσικές του Σύμπαντος. Συν τοις άλλοις, ό,τι γίνεται επιτηδευμένα ή με το στανιό, αργά ή γρήγορα ξεφτίζει στην κλεψύδρα του χρόνου, αφού στερείται αγνών προθέσεων και αλήθειας.

Επιτρέψτε μου όμως, μια μικρή, εύλογη νομίζω, απορία. Τις περισσότερες φορές με ρωτούν για τις αναφορές και την καταγωγή της μουσικής μου, ποτέ όμως για τους στίχους μου. Να υποθέσω ότι ο τομέας μουσική ή μάλλον μουσικοί, έλκει περισσότερο το ενδιαφέρον του κοινού απ’ ότι ο λόγος; Επίσης, θα μπορούσα να σας αναφέρω ότι αναγνωρίζω αρκετά κοινά στοιχεία της δημιουργίας μου με το έργο δημιουργών όπως ο Γιώργος Μιχαήλ, ο Μιχάλης Χανιώτης ή ο Ισίδωρος Παπαδάμου. Επιπροσθέτως, η ανώνυμη δημοτική παράδοση καθόρισε σημαντικά τον τρόπο και το περιεχόμενο της γραφής μου. Εν πάση περιπτώσει, ας προσπαθήσουν και οι δημιουργοί και το κοινό, αλλά και οι άνθρωποι των μέσων να γίνουν λίγο πιο αυτόφωτοι για να πάμε την υπόθεση «σύγχρονος ελληνικός λαϊκός πολιτισμός» ένα βήμα παραπέρα.





- Και βέβαια εκτός από σύνθεση και λόγο, υπάρχει και η εκτέλεση. Εντύπωση μου προκάλεσαν τα ονόματα στην ορχήστρα του δίσκου: Γκουβέντας, Λαμπράκης, Μυστακίδης... Συνδιαμορφώνουν κατά κάποιο τρόπο οι μουσικοί την τελική δημιουργία;

Το πιο σημαντικό για εμένα είναι η αποδοχή και η στήριξη της δουλειάς και της προσπάθειάς μου στη δισκογραφία, αλλά και στις ζωντανές εμφανίσεις, από μέρους των συνεργατών μου. Είναι ανεκτίμητη προίκα και κινητήριος δύναμη για τη δύσκολη συνέχεια. Πόσο μάλλον όταν η αναγνώριση αυτή προέρχεται από μάστορες του είδους, που ως εν δυνάμει δημιουργοί μπολιάζουν τα τραγούδια με το αστείρευτο μεράκι τους και τα τόσο ιδιαίτερα παιξίματά τους, δίνοντας σάρκα και οστά στις μελωδίες που κουβαλώ μέσα μου. Και τους είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Κυρίως όμως για το ότι με θεωρούν φίλο τους.

- Το τραγούδι «Αλμαγέστη» το αφιερώνετε στη μνήμη του Νίκου Παπάζογλου. Γιατί; Σας λείπει;

Είναι αλήθεια ότι το τραγούδι προοριζόταν για το Νικόλα. Μέσω κοινών γνωστών, του έστειλα του στίχους. Κι απ’ ότι έμαθα, πρόλαβε να τους διαβάσει. Αυτό που λείπει, πέρα από το ιδιαίτερο ταλέντο και τη φυσική παρουσία του ανθρώπου και δημιουργού, είναι ο τρόπος του. Το αξιακό και αισθητικό του πρότυπο, αποτέλεσμα μίας βαθιά φιλοσοφημένης οπτικής και στάσης ζωής.

- «Λεία στ’ αδέσποτα κι αυτός / που θέλησε να ζήσει αλλιώς» γράφετε. Ποιο μπορεί να είναι σήμερα το νόημα μιας αλλιώτικης ζωής;

Δεν μπορεί να είναι άλλο από τη διεκδίκηση της ατομικής και συλλογικής κατ’ επέκταση ελευθερίας. Δέσμιοι εγχώριων και εξωτερικών θεσμών, με το στοιχειό του φασισμού να βρυχάται όλο και περισσότερο, ο σημερινός άνθρωπος ζει σε μια ψευδαίσθηση δημοκρατίας. Είναι θύμα της πληρωμένης ψυχαγωγίας και ενημέρωσης, οι οποίες ως μάγισσες πλάνες χειραγωγούν τη λεγόμενη κοινή γνώμη, διαμορφώνοντας συνειδήσεις συντηρητισμού και ηττοπάθειας. Αυτά τα δεσμά καλείται να λύσει εκείνος που με όπλο την παιδεία και τον πολιτισμό του, το πρότυπο αξιών και αισθητικής που τον κάνει να διαφέρει από τον όχλο, προτάσσει μία ζωή σίγουρα διαφορετική, δίκαιη και ελεύθερη.

- Και τι μπορεί να κάνει η τραγουδοποιία για να τη φέρει πιο κοντά;

Η δημιουργία εν γένει αποτελεί πράξη αντίστασης στην οκνηρία και στην παθητικότητα. Η ίδια προέρχεται από - αλλά και γεννά ταυτόχρονα - την αμφισβήτηση.

- Τι ετοιμάζετε για το καλοκαίρι; Μπάνια, συναυλίες, ή και τα δύο;

Έπειτα από έναν γεμάτο συναυλιακό χειμώνα, όπου είχαμε την ευκαιρία, με αφορμή την «Αλμαγέστη ενός χαμάλη» να συστηθούμε μουσικά σε μουσικές σκηνές και χώρους πολιτισμού σε όλη την Ελλάδα, από την Κάρυστο της Νότιας Εύβοιας έως και την ακριτική Φλώρινα, συνεχίζουμε ακάθεκτοι και το φετινό καλοκαίρι. Πολλές φορές συνδυάζοντας μουσική αλλά και βίωμα, γιατί μουσική είναι ο λόγος, η γενεσιουργός αιτία, αλλά και η ιστορία και λαογραφία ενός τόπου. Έτσι κι εμείς, για παράδειγμα, όταν με το καλό κατέβουμε στην ονειρεμένη Γαύδο στα μέσα του ερχόμενου Ιούλη για να συμμετάσχουμε στο Φεστιβάλ της Άμμου στο Υπαίθριο Θέατρο Σαρακήνικο, δεν θα παραλείψουμε να πιούμε ένα τσιπουράκι στη Χελώνα του Νικόλα ή στο ταβερνάκι, γνωστό ως σπίτι του Άρη Βελουχιώτη και των λοιπών εξόριστων κομμουνιστών.



Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

Νίκος Τουλιάτος: "Μ' ένα κύμβαλο ...αλαλάζον;" (10)




Με τον Θάνο Μικρούτσικο έμαθα πολλά...



Μετά από 30 και κάτι χρόνια συνεργασίας μπορώ να πω ότι διαμορφώθηκα μουσικά μαζί του.

Πήρα ερεθίσματα πολύπλευρα. Παίξαμε μαζί σχεδόν παντού και τα πάντα. Μου έδωσε ευκαιρίες και τον ευχαριστώ γιαυτό. Εάν δεν τον είχα συναντήσει στον δρόμο μου μπορεί να τα είχα παρατήσει, άρα εάν υπάρχω σαν μουσικός με την πορεία που έχω και με την όποια προσφορά σε αυτό τον τόπο το οφείλω κατά ένα μεγάλο ποσοστό στον Θάνο που με εμπιστεύθηκε και μου έδωσε ευκαιρίες διαβλέποντας πιθανά αυτό που σήμερα είμαι. Ήμουνα μόλις 18 ετών όταν βρέθηκα μαζί του στο Χνάρι στην Πλάκα. Μου έχει σταθεί στις δυσκολίες που αντιμετώπισα, μου άνοιξε καλλιτεχνικούς δρόμους, με τη στάση του απέναντι μου με έκανε να αποκτήσω αυτοπεποίθηση και να ψαχτώ σε καινούργιες κάθε φορά προκλήσεις.

Αλλά οι ευκαιρίες από μόνες τους δεν σημαίνουν τίποτα, δεν άφηνα τις ευκαιρίες χαμένες για την ανάγκη κάποιου μεροκάματου. Για μία παράσταση που είχε καλλιτεχνικό ενδιαφέρον μπορεί να καθόμουνα όλο τον χρόνο. Αυτές ήταν οι επιλογές μου. Περνούσα με λίγα ή και με καθόλου προκειμένου να κάνω κάτι που με ενδιέφερε πραγματικά. 

Στην μουσική δεν σκεφτόμουν ποτέ πόσα θα πάρω αλλά τι και που θα παίξω. Τι αποτέλεσμα θα είχε αυτό που θα έκανα στην ψυχή και στο μυαλό μου και όχι στην τσέπη μου.

Ο Θάνος ήτανε καλός πομπός και εγώ καλός δέκτης, πιστεύω ότι ήμουνα καλός μαθητής. Νομίζω ότι το πιστεύει και ο ίδιος.

Παίζοντας μάθαινα και μαθαίνοντας προχωρούσα.

Έχω παίξει πιθανόν σε πάνω από 5.000 συναυλίες γύρω – γύρω στην Ελλάδα, σε όλες τις πιθανές συνθήκες.

Γήπεδα και με χόρτο και χωρίς χόρτο, εργοστάσια, πλατείες, εξέδρες, βάρκες, αποθήκες, στάβλους, βουνά, ποτάμια, πλωτές εξέδρες, φαράγγια, όπου μπορεί να φανταστεί ο καθένας, και με ότι έβρισκα. Έχω παίξει συναυλία πάνω σε καρέκλα, έχω παίξει ντραμς με κλαδιά δέντρου κλπ.

Έχω παίξει σε περισσότερα γήπεδα από τον μεγαλύτερο επαγγελματία ποδοσφαιριστή.

Η περίοδος της μεταπολίτευσης χαρακτηρίστηκε από τις κυριολεκτικά εκαντοτάδες συναυλίες. Φέρναμε την Ελλάδα γύρω – γύρω. Κούραση ταλαιπωρία αλλά και ενθουσιασμός. Παίζαμε παντού. Τη μία μέρα στη Θεσσαλονίκη την επόμενη Χανιά μετά Κέρκυρα, την επόμενη Καρδίτσα κ.λ.π. μέρα και πόλη μερικές φορές σε εντελώς αντίθετες πορείες. Πολύ αργότερα οργανώθηκαν κάπως τα πράγματα και πηγαίναμε κατά περιοχές και κοντινές αποστάσεις. Και σε ακραία εκδοχή την μία μέρα στην Αράχοβα και την επόμενη στην Βιέννη, ή μία μέρα στο Λιτόχωρο και την επόμενη στην Σκωτία. Τη βαλίτσα την φτιάχναμε στο σπίτι και πολλές φορές την ξανανοίγαμε στην επιστροφή. Ταξίδι, ξενοδοχείο για μισή ώρα, στήσιμο, πρόβα, συναυλία, φαγητό, ύπνος, ταξίδι.

Αυτό επαναλαμβανόταν για 40 ή για 50 μέρες συνεχώς. Και τότε κουβαλάγαμε όλοι μαζί, στήναμε, γουστάραμε, όχι σαν τώρα που υπάρχουν τεχνικοί, εταιρείες, οργάνωση. Παίζαμε για τη φανέλα όπως λένε στο ποδόσφαιρο. 

Τώρα πια έχουμε γίνει ολίγο από star system είμαστε ολίγο από Μαντόνα, ολίγο από M. Jackson, ολίγο από POP STAR. Αλλάζουν οι εποχές, τι να κάνουμε. Το κακό είναι ότι έχουμε γίνει κυριολεκτικά μια ολίγο από τα πάντα!!!. και αυτό αφορά όλους τους χώρους του τραγουδιού δυστυχώς. Ολίγο από Χολιγουντιανές φιέστες (πολύ θα θέλαμε) τρελαίνομαι όταν μου λένε διάφοροι συνεργάτες – φίλοι! πάρε με τηλέφωνο να τα πούμε εννοώντας ότι θα τα πεις με τον τηλεφωνητή μου, ή με τον μάνατζερ!! Αποκτήσαμε και μάνατζερ!! Τι αστείο. Έχουμε χάσει πια την ανθρώπινη επαφή.. 

Όμως τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κώλους, όπως λέει και ο λαός. Ο νοών νοείτω! Τέλος πάντων σημεία των καιρών. Ελπίζω να έρθει ο καιρός να χαλαρώσουμε από τα τόσα δήθεν που μας έχουν επιβάλει και που γουστάρουμε στην ουσία.

***

Σε κάποιες ελάχιστες απόπειρες να δουλέψω σαν επαγγελματίας και αλλού είτε παράλληλα είτε πριν από τη συνεργασία με τον Θάνο μου συνέβησαν διάφορα. 

Π.χ. Στο ίδιο ξενοδοχείο που έπαιζα σαν μουσικός μετά από μια βδομάδα έπλενα πιάτα στην λάντζα του ίδιου ξενοδοχείου για να βγάλω τα έξοδα μου να γυρίσω στην Αθήνα. Γύρισα επάνω σε φορτηγό που μετέφερε χόρτα.(επάνω στα χόρτα μαζί με τα ντραμς).

Έχω βρεθεί σε μαγαζί στην επαρχία στο οποίο παίξαμε Παρασκευή, Σαββάτο, Κυριακή και έκλεισε χωρίς να μας πληρώσει, μετά από παράκληση του συνεταίρου του αφεντικού ο οποίος έβριζε τον άλλον για αυτή την απαράδεκτη ενέργεια, μείναμε και παίξαμε και την επόμενη βδομάδα. Παίξαμε Παρασκευή, Σαββάτο, Κυριακή και ξανάκλεισε και εξαφανίστηκε και αυτός χωρίς να μας πληρώσει. Το αποτέλεσμα ήταν να μας κρατήσει το ξενοδοχείο τα πράγματα για αποζημίωση γιατί δεν είχαμε να το πληρώσουμε και να φύγουμε κακήν κακώς.

Γιορτή του κρασιού στην Αλεξανδρούπολη το 1974. παίζαμε με την Κλειώ Δενάρδου πολύ γνωστή τραγουδίστρια της εποχής. Με την επιστράτευση γύρισα στην Αθήνα με τα όργανα πάνω σε τρακτέρ, φορτηγά, και ότι άλλο μέσον υπήρχε διαθέσιμο. Προς την Αλεξανδρούπολη ανέβαιναν μόνο στρατεύματα. Σε κάποια τεθωρακισμένα μπορούσες να διακρίνεις και πανό που έγραφαν κάθε είδους εθνικιστικά συνθήματα του τύπου <πάμε να πάρουμε τη πόλη> και άλλα με ανάλογες κορώνες φασιστικών μεγαλοϊδεατισμών. 

Αμέσως μετά την επιστράτευση επέστρεψα στα καράβια αλλά σαν μουσικός αυτή τη φορά. Ήμουν εγώ που έπαιζα πια στο σαλόνι που κάποτε ανέβαινα στα κλεφτά να δω τον ντράμερ να παίζει. Πιθανόν κάποιο άλλο παιδί να έκλεβε χρόνο να δει εμένα τώρα πια.

Έτσι έκανα τα πρώτα ταξίδια στην Μεσόγειο Τουρκία, Τυνησία, Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, και βέβαια σε όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου (το πλοίο ήταν κρουαζιερόπλοιο).

Τελικά δεν με συγκινούσε η μουσική για να αναλώνομαι τη νύχτα. Μέχρι σήμερα δεν ξαναδούλεψα νύχτα. Έμεινα σταθερός στη θέση μου και δεν έκανα βήμα πίσω, ακόμα και όταν δεν είχα να φάω.

Αυτά τα διαφορετικά ερεθίσματα ήταν που με διαμόρφωσαν μουσικά.

Έχω παίξει σε όλο το φάσμα της μουσικής από την Βιέννη με σύνολο σύγχρονης μουσικής σε έργο του Θάνου Μικρούτσικου μέχρι ταβέρνα στην Αράχοβα με όλες τις πιθανές μουσικές αποχρώσεις που χωράει αυτό το μέγεθος. 

(ροκ – jazz – λαϊκά – έντεχνα – παραδοσιακά – σύγχρονη – free – αυτοσχεδιαζόμενη – σκυλάδικα...)

Σε όλες αυτές τις χιλιάδες συναυλίες μου έχουν συμβεί τα πάντα από κωμικές καταστάσεις μέχρι επικίνδυνες. 

Στην Πτολεμαίδα στην διάρκεια συναυλίας με τον Θ. Μικρούτσικο λιποθύμησα την ώρα της συναυλίας από την μόλυνση του περιβάλλοντος από τα εργοστάσια της ΔΕΗ και βρέθηκα με ορό στο νοσοκομείο της Κοζάνης.

Σε περιοδεία 5 συναυλιών με την Σαβίνα Γιαννάτου και τον Αντρέα Γεωργίου οργανωμένες από τα μουσικά σύνολα της ΕΡΤ μου έτυχαν τα πιο δύσκολα και επικίνδυνα γεγονότα.

Στην πρώτη συναυλία κάπου στην Πελοπόννησο δεν θυμάμαι την πόλη έπεφταν σε όλη την διάρκεια στάχτες επάνω μας από μια πυρκαγιά που έκαιγε διπλανό βουνό.

Στην Πρέβεζα είχα ένα σοβαρό ατύχημα. Στην διάρκεια τις συναυλίας που γινότανε μέσα στον αρχαιολογικό χώρο σηκώθηκα από τα ντραμς παίζοντας με κρουστά στα χέρια και βρέθηκα στο κενό. Δίπλα στα ντραμς ακριβώς υπήρχε τάφρος αφύλαχτη βάθους σχεδόν 4 μέτρα. Ο προσωπικός μου θεός παρενέβη και βγήκα από κει μέσα λιπόθυμος με στιγμιαία αμνησία και γρατσουνιές στο χέρι. Κατά τους γιατρούς το καλύτερο που θα μπορούσα να πάθω ήταν να μείνω ανάπηρος και το χειρότερο να τελειώσω μια και καλή με τα προβλήματα αυτού του μάταιου κόσμου. Δεν έγινε τίποτα από τα δύο. Ο προσωπικός μου θεός έδρασε για άλλη μια φορά. Πέρασα την νύχτα στο νοσοκομείο και την άλλη μέρα επέστρεψα στην Αθήνα με τον φίλο μου ηχολήπτη Παντελή Γιατζιτζόγλου με δική μου ευθύνη.

Στην επόμενη συναυλία στο κάστρο του Άργους τα ντραμς ήτανε στημένα 1 μέτρο δίπλα από το κενό που εκεί ήτανε πάνω από 150 μέτρα ύψος. Έβαλαν δίπλα μου όλα τα flicht kasse που είχαν οι ηχητικοί για να μη φύγω ξανά, γιατί αυτή τη φορά και ο προσωπικός μου θεός θα τα παρατούσε, αν και του έχω εμπιστοσύνη. Είχε επίσης τρομερό αέρα και αναγκάστηκα να δέσω στον τοίχο τα πιατίνια για να μην τα γκρεμίσει ο αέρας. Σε άλλη συναυλία η εξέδρα ήτανε στραβή με αποτέλεσμα να κουνιέται όλο το σετ και να μην μπορώ να παίξω για να μην πέσουν κάτω τα πράγματα. Κλπ – κλπ. Αν αναφερθώ με λεπτομέρειες χρειάζονται τόμοι, εξάλλου πιστεύω ότι όλοι οι μουσικοί έχουν αντίστοιχες εμπειρίες από τέτοια ταξίδια από το 1974 μέχρι σήμερα.

Έχω συμμετάσχει σε πολλές θεατρικές παραστάσεις, σαν μουσικός στη ορχήστρα, σαν μουσικός – ηθοποιός στη σκηνή, σαν ηθοποιός, σαν μουσικός – χορευτής, και στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Ακόμη και κομπάρσος ήμουνα σε ταινία του Φώσκολου πριν πολλά χρόνια. Και βέβαια έχω συνεργαστεί με δεκάδες ηθοποιούς, σκηνοθέτες κλπ. Έχει χρησιμοποιηθεί μουσική μου σε θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις κλπ.

Έχω συνεργαστεί με ποιητές, γλύπτες, ζωγράφους, χορευτές, χορογράφους κ.α. 

Όλες αυτές οι διαφορετικές εικόνες, οι διαφορετικές εμπειρίες, η διαφορετική προσέγγιση στο παίξιμο των κρουστών κάθε φορά δημιουργούσε τελικά και τον διαφορετικό ήχο και στα ντραμς. Γιατί ποτέ όταν παίζω δεν σκέφτομαι σαν ντράμερ. Εξάλλου όπως έχω πει και όπως όλοι <γνωρίζουν> εγώ δεν είμαι ντράμερ. 

***

Αισθάνομαι την ανάγκη να τελειώνω με αυτή την περίοδο της ζωής μου. Βρίσκομαι σε μουσικό αδιέξοδο εδώ και καιρό. Δεν υπάρχει πια κάτι στη μουσική που να μου κεντρίζει το ενδιαφέρον έτσι που να αποτελέσει ερέθισμα για καινούργια πράγματα. Ότι κάνω είναι επανάληψη πραγμάτων που έχω κάνει τα τελευταία 20 χρόνια. Δεν υπάρχει κάτι καινούργιο από τους νέους μουσικούς (και αυτό είναι πρόβλημα) που να αποτελέσει έκπληξη, που να μην το έχω ξανακάνει, που να με εμπνεύσει. Από τη στιγμή που δεν με ενδιαφέρει να κάνω τον ντράμερ σε κάποιο σχήμα, χρειάζομαι κάτι καινούργιο για να έχει νόημα η συνέχεια. Έχω παίξει τα πάντα και σχεδόν με όλους, ό,τι ερεθίσματα ήταν να πάρω σε αυτή τη χώρα τα πήρα και δεν γίνεται να συνεχίσω στον ίδιο δρόμο. Σκέφτομαι να ασχοληθώ με άλλες μορφές τέχνης. Ίσως είναι η ευκαιρία να βρεθώ με το θέατρο που αποτελεί την πρώτη μου μεγάλη αγάπη, η οποία όπως είναι γνωστό δεν ξεχνιέται εύκολα. Αν και σκέφτομαι επίσης πολύ σοβαρά να ασχοληθώ με άλλα πλάσματα της φύσης που θα το σεβαστούν κιόλας. Ο άνθρωπος όπως είναι γνωστό είναι το χειρότερο είδος, Δεν θα εγκαταλείψω εντελώς τη μουσική αλλά θα ρίξω το βάρος μου και σε άλλους δρόμους. Το ρίσκο είναι η γοητεία. Τι θα πετύχω δεν ξέρω. Μήπως ήξερα όταν ξεκινούσα με τα ντραμς; Όπου βγει και στο τέλος θα δω, εάν θα υπάρχει λόγος να κλείσω την δεύτερη περίοδο της ζωής μου με μια καινούργια αυτοβιογραφία, πριν αρχίσω την τρίτη περίοδο δηλαδή από τα 100 μου χρόνια και μετά. Εξάλλου είναι γνωστό ότι θα πεθάνω στα 200. Τι κούραση να το γνωρίζεις!!

Νίκος Τουλιάτος

Μ' ένα κύμβαλο ...αλαλάζον; Αθήνα: Εκδόσεις Δρόμων, 2006.