Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Συνέντευξη με τον Κυριάκο Ρόκο




Κυριάκος Ρόκος:

«Μοναδική διέξοδος η αντίσταση μέσα απ’ την τέχνη»






τη συνέντευξη έλαβε ο Ηρακλής Οικονόμου

Με 37 ατομικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό από το 1972 μέχρι σήμερα, αμέτρητες διακρίσεις, και πλούσιο διδακτικό έργο, θεωρείται δικαίως ως μία τεράστια μορφή της ελληνικής γλυπτικής. Η έκθεση έργων του "Εξαιρετικό Παρθένο Πικρό Χαμόγελο - ψυχρής έκθλιψης" που φιλοξενείται στην αίθουσα τέχνης "Έκφραση" (Βαλαωρίτου 9α, Αθήνα) μέχρι τις 7 Ιανουαρίου μάς έδωσε την αφορμή. Ο κύριος Κυριάκος Ρόκος!



Σας είδα πριν που αντιδράσατε αρνητικά όταν έκανα αναφορά σε σας ως τον μεγαλύτερο εν ζωή Έλληνα γλύπτη.

Ευχαριστώ πολύ για την εντύπωση που έχετε για μένα. Μακάρι να ήταν έτσι. Έχω όμως μπροστά μου πολλούς ζώντες κορυφαίους Έλληνες γλύπτες όλων των  ηλικιών και πάμπολλους άλλους που έφυγαν χωρίς οι εξουσίες μας να το έχουν πάρει χαμπάρι. Ο καθένας τους άφησε και αφήνει το σημάδι του σε πείσμα εκείνων των εξουσιών πού σφυρίζουν αδιάφορα μέχρι τη στιγμή που θα έχουν την ανάγκη να εισπράξουν κι αυτοί κάτι απ’ τη δόξα τους. Έστω και μια φωτογραφία δίπλα-δίπλα.

Ναι, υπάρχουν ακόμα μπροστά μου γλύπτες που δεν το δηλώνουν απλά αλλά και είναι, και αυτούς τους τιμώ και τους σέβομαι. Ποιόν να πρωτοθυμηθώ… τον Γιώργο Γεωργιάδη, τον Παρμακέλη, τον Μουστάκα, τον Βασιλόπουλο, τον Γερολυμάτο, την Καρύμπακα, τον Παπαγιάννη, τον Χουλιαρά, τον Φανακίδη, τον Γιώργο Λάμπρου, τον Πραξιτέλη Τζανουλίνο, την Κοροβέση, την Παπατζανάκη, την Σαραντοπούλου, τον Πατσόγλου, τον Γεωργιλάκη, τον Δημήτρη Σκαλκώτο, τον Λισγάρα, τον Βασίλι, τον Λ. Χαλέπα, τον Αραπάκη, την Φλώρου, τον Αλτίν, τον Δικέφαλο, τον Δαραδήμο, τον Άγγελο Βλάσση, και τόσους άλλους που τούτη τη στιγμή δε μου έρχονται στο κεφάλι ή που δεν έχω γνωρίσει ακόμα…





(Κυριάκος Ρόκος, "Εξαιρετικά Παρθένο Πικρό Χαμόγελο")




Νέα έκθεση έργων σας λοιπόν. Τι βρίσκουμε εκεί;

Ύστερα από 7 χρόνια παρουσιάζω και πάλι τη σοδειά μου. Είναι γλυπτικές καταγραφές της τελευταίας επταετίας, που ξεκίνησε μαζί μ’ έναν αλλιώτικο τρόπο ζωής και που ολοένα περισσότερο σκληρός γίνονταν και γίνεται, για τους πιο πολλούς.

«Εξαιρετικό παρθένο πικρό χαμόγελο». Εξηγήστε μου τον τίτλο της έκθεσης, παρακαλώ.

Το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και μάλιστα «ψυχρής έκθλιψης» είναι εγγύηση ποιότητας. Το εξαιρετικό παρθένο πικρό χαμόγελο δεν είναι, πάλι, μια εγγύηση ποιότητας ανθρώπου που ξέρει και όμως υπομένει ακόμα και το «ψυχρό ξεζούμισμά» του…

Ποια είναι η προβληματική των έργων σας και πόσο έχει αλλάξει αυτή μέσα στο χρόνο?

Απ’ την πρώτη μου ατομική έκθεση το 1972 μ’ ακολουθούν και με προσδιορίζουν οι εμμονές μου. Mια αέναη προσπάθεια βουτιάς μέσα μας μπας και νοιώσουμε το μεγαλείο της ζωής που με χίλιους δυο τρόπους κάποιοι «γνωστοί άγνωστοι» φροντίζουν να μας βάζουν εμπόδια... Αυτό το βραχάκι στην άκρη της Μεσογείου υπήρξε πάντα ο σπουδαίος μεζές των νεογέννητων «πολιτισμένων» αρπακτικών. Φυσικό είναι κάθε φορά να εφευρίσκουν τρόπους αυτοδιάλυσης του. Φυσικό είναι κι εμείς ν’ αντιδράμε όλοι μαζί και ο καθένας με το όπλο του, για μια πραγματικά καλύτερη ζωή για όλους. Στην προβληματική μου σε τίποτε δεν έχω αλλάξει όσο υπάρχουν υπονομευτές των ονείρων μας.

Τι συνθέτει την πολύ μεγάλη, τη διαχρονική τέχνη;

Η στάση ζωής, ο έρωτας, η πολλή δουλειά και η συνέπεια λόγων και έργων είναι, για μένα, τα στοιχεία που συνθέτουν τη μεγάλη τέχνη. Αλλά στον καιρό μας, όλα μπορούν και να κατασκευαστούν με μεγάλη ευκολία, στολίζοντάς τα με υπέροχες θεωρίες. Βέβαια, εκείνο που μένει δεν είναι το κατασκεύασμα, αλλά η θεωρία, δηλαδή λόγια του αέρα αφού δεν υπάρχει η στέρεα βάση.

Πώς αντιλαμβάνεστε τον ρόλο σας ως καλλιτέχνη, κοινωνικά; Αυτοαποκαλείστε «πολεμικός ανταποκριτής». Τι σημαίνει αυτό;

Χρέος μου είναι να είμαι δίπλα σ’ αυτούς που παλεύουν για καλύτερη ζωή. Ο εικαστικός δεν έχει το προνόμιο να μπορεί να προκαλεί με το έργο του αγωνιστική διάθεση, όπως η μουσική ή η ποίηση. Αυτοαποκαλούμαι «πολεμικός ανταποκριτής» γιατί καταγράφω όσα βιώνω με τους πολλούς, σε μια εμπόλεμη Ελλάδα. Όπως αυτοαποκαλούμαι και «λαϊκός μάστορας» γιατί κανείς δεν μπορεί να μου επιβάλει τι και πώς πρέπει να αισθάνομαι.





(Κυριάκος Ρόκος, "Ευκάλυπτο Χαμόγελο")




Μπορεί ένας καλλιτέχνης να είναι ευτυχισμένος μέσα σε μια κοινωνία που δυστυχεί;

Αν είναι ανώμαλος ναι... Αν συμπάσχει, βρίσκει τρόπο να γίνεται δημιουργός προσφέροντας κουράγιο κι ελπίδα μέσα απ’ την τέχνη του. Αλλά τι σημαίνει ευτυχία και πώς αυτή μετριέται όταν ο καλλιτέχνης με πολύ κόπο και πόνο είναι ανάγκη να βιώνει την καθημερινή πραγματικότητα για να γίνεται πιστευτός;

Φίλοι σας μού έχουν εκμυστηρευθεί τη μανία με την οποία αφιερώνεστε στη γλυπτική απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ. Τελικά, τέχνη είναι η έμπνευση της στιγμής, ή ατέλειωτες εργατοώρες και τριβή;

Μ’ αρέσει να επαναλαμβάνω ότι «ο γλύπτης είναι πρώτα εργάτης και ύστερα καλλιτέχνης». Αυτές οι ατέλειωτες εργατοώρες είναι που του χαρίζουν το θείο δώρο της στιγμής. Πολλοί το λένε «έμπνευση» αλλά στα χαμένα την προσμένεις σαν δεν κατέχεις τα εργαλεία σου και δεν υπολογίζεις τον κόπο σου.

Τα παιδιά σας ακολουθούν κι αυτά με επιτυχία τον δρόμο των εικαστικών τεχνών. Τι θα λέγατε σ’ έναν νέο άνθρωπο που θα ήθελε να εμπλακεί με αυτό τον χώρο, σήμερα;

Θα του έλεγα να κάνει αυτό που του λέει η καρδιά του, αφού πρώτα του μιλούσα για τις δυσκολίες που θα συναντούσε. Στα σίγουρα όμως δεν θα άκουγε τα λόγια μου σαν ήταν πραγματικά ερωτευμένος και αποφασισμένος.

Και ποιος είναι ο επόμενος σταθμός της καριέρας σας; Τι απομένει να κάνετε που δεν το έχετε κάνει;

Μακάρι  να ’ξερα. Καθημερινά συμβαίνουν τόσα πολλά μέσα μας και έξω μας! Μοναδική  διέξοδος η αντίσταση μέσα απ’ την τέχνη.





(Κυριάκος Ρόκος, "Μεταφορέας Αναμνήσεων")

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2016

Συνέντευξη με την Κορίνα Λεγάκη







Κορίνα Λεγάκη:

"Η αγαπημένη μου ταινία είναι η <<Φάννυ και Αλέξανδρος>>"





τη συνέντευξη έλαβε ο Ηρακλής Οικονόμου

Είναι μια από τις γοητευτικότερες φωνές και παρουσίες του τωρινού τραγουδιού, με σαφείς ροπές προς ό,τι συμβατικά ονομάζουμε «έντεχνο» αλλά και με μια πειραματική διάθεση ως προς τι έχει επιλέξει να πει σε πρώτη και δεύτερη εκτέλεση. Με τα τραγούδια της συνθετικής υπερδύναμης που ακούει στο όνομα Δημήτρης Μαραμής έκανε μια εντυπωσιακή, ομολογουμένως, είσοδο. Με τα κινηματογραφικά του ‘Cymatographos και με το ερμηνευτικό μωσαϊκό του πρόσφατου ‘Mosaic’ επικυρώνει τη θέση της μεταξύ των μεγάλων νέων Ελληνίδων τραγουδιστριών. Η κυρία Κορίνα Λεγάκη!


Αυτή την περίοδο παρουσιάζετε μια σειρά τεσσάρων συναυλιών αφιερωμένων, η καθεμία, σε τέσσερις καταξιωμένους Έλληνες δημιουργούς. Με ποιο σκεπτικό έγινε το ταίριασμα;

Αφορμή υπήρξε το ότι δημιουργίες τους περιέχονται στον τελευταίο μου δίσκο «Mosaic». Ωστόσο σταθερή μου επιθυμία ήταν πάντοτε να συνεργαστώ με καλλιτέχνες αυτού του επιπέδου, δημιουργούς που έχουν σφραγίσει με το έργο τους το ελληνικό τραγούδι.

Θα ήθελα να μου μιλήσετε για τον καθένα ξεχωριστά. Αυθόρμητα, τι σας φέρνει στο μυαλό η περίπτωση του καθενός, και το έργο του; Γιώργος Ανδρέου;

Ένας πολυσύνθετος δημιουργός, εξαίρετος συνθέτης και στιχουργός με σημαντική παράλληλη τεχνογνωσία και προσφορά ως καλλιτεχνικός παραγωγός, ενορχηστρωτής και μηχανικός ήχου. Έχει και συγγραφικές επιδόσεις, και αυτό μου αρέσει πολύ.

Γιώργος Καζαντζής;

Υπέροχος συνθέτης και βαθύς άνθρωπος. Μεγάλη και σημαντική η προσφορά του στον πολιτισμό για πάρα πολλά χρόνια από την θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στο Φεστιβάλ Πολιτισμού «Παρά θιν’ αλός» του δήμου Καλαμαριάς – ένα από τα σημαντικότερα σε διάρκεια και επιδόσεις στην Ελλάδα.

Νίκος Ξυδάκης;

Λαμπρός συνθέτης, κοσμοπολίτης και διανοούμενος. Με συγκινεί το βλέμμα του στην Ανατολή, από όπου κατάγεται, και ο συνδυασμός του με μια «δυτική» αισθητική που δεν «χρωστά» αλλά προσθέτει.

Παρασκευάς Καρασούλος;

Ένας από τους σημαντικότερους στιχουργούς του τραγουδιού των τελευταίων τριάντα χρόνων, διεισδυτικός και ευαίσθητος, πολιτικός και ερωτικός αξεδιάλυτα. Σημαντική και η συνεισφορά του, μέσω της Μικρής Άρκτου, στο εκδοτικό τοπίο βιβλίων και ηχογραφημάτων.

Η επιλογή ο τελευταίος δίσκος σας, Mosaic, να αποτελείται από επανεκτελέσεις ήταν δική σας ή της παραγωγής; Σε κάθε περίπτωση, ποιο ακριβώς είναι το σκεπτικό του;

Η απόφαση πάρθηκε από κοινού από τον καλλιτεχνικό επιμελητή και ενορχηστρωτή του Mosaic Γιώργο Ανδρέου και από εμένα. Και οι δύο πιστεύουμε πως η παράδοση του ελληνικού τραγουδιού οφείλει να ανανεώνεται και να επανερμηνεύεται ώστε να παραμένει ζωντανή και «φρέσκια». Η ιδέα μας όμως πήγε λίγο μακρύτερα – δεν επιλέξαμε τα προφανή «σουξέ» του παρελθόντος αλλά σημαντικά τραγούδια σπουδαίων δημιουργών που δεν έφτασαν με την πρέπουσα ένταση στο ακροατήριο. Μαζί συμπεριλάβαμε δύο γνωστά, θαυμάσια λαϊκά τραγούδια διαφορετικών εποχών κι ένα υπέροχο (αλλά εξίσου σχετικά άγνωστο) κινηματογραφικό τραγούδι του Antonio Pinto και της Shakira.

Η πλημμυρίδα επανεκτελέσεων στο τραγούδι σήμερα οφείλεται σε κάποιο έλλειμμα πρωτογενούς δημιουργίας, ή κάπου αλλού; Τι συνέβη και στρεφόμαστε ολοένα και εντονότερα στο παρελθόν;

Για μένα οι επανεκτελέσεις διατηρούν την σημασία τους όταν δεν είναι καιροσκοπικές επαναλήψεις παλιότερων επιτυχιών αλλά ειλικρινείς ερμηνευτικές προτάσεις με ήχο και ύφος καινοτόμο, που σέβονται ταυτόχρονα την καλλιτεχνική πρόθεση των αυθεντικών δημιουργών.










Η φωνή σας συνδέθηκε με τις δημιουργίες ενός εκ των σημαντικότερων συνθετών της γενιάς του – του Δημήτρη Μαραμή. Τι σας έδωσε η συγκεκριμένη συνάντηση, εκτός από μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια του ρεπερτορίου σας;

Για μένα η συνεργασία μου με τον Δημήτρη Μαραμή υπήρξε η πρώτη «έξοδος» στο μεγάλο «γήπεδο» του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού. Διατηρώ ωραίες αναμνήσεις και χρωστώ εμπειρία και συγκίνηση.

Διατηρείτε ρίζες κι από τη Σουηδία, σωστά; Έτυχε να κάτσω μια χρονιά στο Lund – δεν φεύγει εύκολα η αίσθηση του Βορρά… Τι κουβαλάτε από εκεί;

Ο πατέρας μου είναι Έλληνας και η μητέρα μου Σουηδέζα. Έχω όμως γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ελλάδα, κι έτσι η βασική μου παιδεία είναι ελληνική και φυσικά νιώθω Ελληνίδα. Ο Σουηδός εαυτός μου μού υπενθυμίζει πως υπάρχουν πολιτισμοί και οργανωμένα κράτη με πρόνοιες και σεβασμό στον κοινό τόπο, δηλαδή στην κοινωνία, που έχουν κατακτήσει σε πολλά ένα επίπεδο αξιοζήλευτο για την νεοελληνική πραγματικότητα. Έτσι προσπαθώ να ισορροπήσω με τα καλά και τα «κακά» των δύο πολιτισμών που με έχουν - σε διαφορετικό βαθμό - καθορίσει και παιδαγωγήσει.


Παρεπιπτόντως, στο δίσκο τραγουδάτε και μια παραδοσιακή σουηδική μελωδία, Vem kan segla förutan vind, που στην Ελλάδα έγινε το γνωστό τραγούδι «Αν ακούς». Μεταφρασμένος ο τίτλος λέει «Ποιος μπορεί να σαλπάρει δίχως αέρα;». Ποιος είναι ο δικός σας άνεμος, κυρία Λεγάκη;

Η μουσική. Κι όταν συνυπάρχει με λόγια βαθιά, ποιητικά, συγκινητικά τότε είναι το τραγούδι που φυσάει μέσα μου – κι έχω γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα σε τραγούδια αφού ο πατέρας μου είναι μουσικός, δεξιοτέχνης του μπουζουκιού.








Ο προηγούμενος δίσκος – Kymatographos – ήταν δίσκος επανεκτελέσεων κινηματογραφικών τραγουδιών. Σας αρέσουν οι ταινίες; Ποια είναι η αγαπημένη σας, και γιατί;

Μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος και μια αγαπημένη μου ταινία είναι του «συμπατριώτη» μου Ingmar Bergman «Φάννυ και Αλέξανδρος». Η ταινία αυτή μου είναι εξαιρετικά οικεία - και επειδή καταλαβαίνω την γλώσσα των διαλόγων αλλά κυρίως επειδή «φωτογραφίζει» με μοναδικό τρόπο τις ιδιομορφίες, τα καλά και τα στραβά του προτεσταντικού Τρόπου.

Και ποια σκηνή, ποια εικόνα που είδατε, ζήσατε ή φανταστήκατε έρχεται πρώτη-πρώτη στο νου;

Μου έρχεται η ταινία αυτή και όλα όσα συμβαίνουν στην διάρκεια της Χριστουγεννιάτικης Γιορτής, αφού για τους Σουηδούς συμπατριώτες μου τα Χριστούγεννα είναι το μέγα γεγονός της χρονιάς - σε αντίθεση με την Ανάσταση που τιμούν οι Μεσόγειοι. Αυτό το όμορφο εσωτερικό του κεντρικού σπιτιού, όπου και διαδραματίζεται ένα μεγάλο κομμάτι της ταινίας, μου θυμίζει το σπίτι του Σουηδού παππού μου κι όλα όσα ωραία περνούσαμε στην διάρκεια των Χριστουγέννων μαζί.

Και για το μέλλον, υπάρχει κάποια ιδέα που σας έχει καρφωθεί στο μυαλό; Τι θα θέλατε να τραγουδήσετε;

Με ενδιαφέρει να ερμηνεύσω ποιοτικά τραγούδια και να συνεργαστώ με σημαντικούς δημιουργούς, νεότερους και παλαιότερους.



Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

Συνέντευξη με τον Δημήτρη Κρανιώτη της Ark4Art





Δημήτρης Κρανιώτης:

«Να συστήσουμε στο διεθνές κοινό μια άλλη Ελλάδα»




τη συνέντευξη έλαβε ο Ηρακλής Οικονόμου

Είναι κάτι σαν μάνατζερ - αλλά απ’ την άλλη, αν έχω καταλάβει καλά, είναι ένα τρομερά ανήσυχο και δημιουργικό πνεύμα που ουδεμία σχέση έχει με διαμεσολάβηση και φίφτι-φίφτι. Στόχος του, όπως λέει, είναι να συστήσει στο ευρωπαϊκό κοινό «μια κουλτούρα μοντέρνα, μια Ελλάδα δημιουργική». Ο Δημήτρης Κρανιώτης της Ark4Art, η «ψυχή» της μετάγγισης της ελληνικής μουσικής και λοιπών τεχνών στο Λονδίνο, μιλάει στα Μουσικά Προάστια για τις συναυλίες, τη διασπορά, και το Brexit!


Μόλις πριν από λίγες ημέρες βρέθηκε επί σκηνής στο Λονδίνο η Νατάσσα Μποφίλιου μαζί με Ευαγγελάτο-Καραμουρατίδη, όλοι προσκαλεσμένοι σας. Πώς ήταν η συναυλία;

Πράγματι, είχαμε τη χαρά να παρουσιάσουμε στο Λονδίνο την καινούρια «Βαβέλ» της Νατάσσας, του Θέμη και του Γεράσιμου και ήταν υπέροχα. Σε έναν από τους ωραιότερους χώρους της πόλης, στο ΚΟΚΟ, που άνοιξε το 1900 και ήταν αρχικά θέατρο, μετά σινεμά και έπειτα συναυλιακός χώρος. Εκεί, όσο ήταν θέατρο, εμφανίζονταν συχνά ο Charlie Chaplin, και μετέπειτα ονόματα της μουσικής σκηνής όπως οι Sex Pistols, οι Iron Maiden, η Madonna, οι Coldplay και πολλοί άλλοι. Νομίζω ότι όλοι όσοι βρέθηκαν εκεί, κοινό και καλλιτέχνες, απόλαυσαν τη βραδιά.



Εκτός από τη «Βαβέλ», είχαμε και τέσσερις παραστάσεις της «Κατερίνας» του Γιώργου Νανούρη (από το βιβλίο του Αύγουστου Κορτώ) με τη Λένα Παπαληγούρα και τον Λόλεκ, σε συνεργασία με το Hellenic Centre. Είμαστε πολύ χαρούμενοι διότι το κοινό τίμησε με τη παρουσία του τους συντελεστές και των δύο τελευταίων events και τώρα, περιμένουμε με αγωνία τα επόμενα!









Πώς αποφασίσατε να εμπλακείτε με την προώθηση της ελληνικής μουσικής στο Λονδίνο; Υπήρχε κάποιο κενό στην αγορά; Δικό σας, ίσως;



Ήρθαμε στο Λονδίνο πολλά χρόνια πριν. Ο συνεργάτης μου στην Ark4Art, Γιάννης Παλογέλης, με τον οποίο αρχίσαμε μαζί αυτή την προσπάθεια, είναι εδώ τα τελευταία 16 χρόνια και εγώ τα τελευταία οχτώ. Είμαστε από αυτούς που δεν παραπονέθηκαν ποτέ για πράγματα που τους λείπουν από την Ελλάδα - τον ήλιο, τη νυχτερινή ζωή - αλλά προσπαθήσαμε να χτίσουμε εδώ ένα περιβάλλον στο οποίο θα νιώθουμε ευτυχισμένοι και κυρίως παραγωγικοί. Από μία τέτοια ανάγκη δημιουργίας στιγμών που εμάς προσωπικά μας έλειπαν γεννήθηκε και η Ark4Art. Και οι δύο μας έχουμε μία καριέρα στον εκπαιδευτικό τομέα, ο Γιάννης στο Kings College και εγώ στο University College London, επομένως αρχίσαμε αυτή την προσπάθεια από ανάγκη ολοκλήρωσης προσωπικής δικής μας, και όχι «επιχειρηματική». Είναι ένα όραμα να πετύχουμε πράγματα τα οποία έλειπαν σε εμάς σαν κοινό και να δώσουμε τον απαραίτητο σεβασμό και αισθητική σε ό,τι σχετικό με την ελληνική κουλτούρα παρουσιάζεται στο Λονδίνο. Το κενό λοιπόν ήταν προσωπικό, αλλά σίγουρα ανταποκρίνεται και σε ένα κενό στην αγορά και το καταλαβαίνουμε αυτό από την ανταπόκριση του κόσμου.


Και τι ακριβώς κάνει η Ark4Art;

Επιχειρούμε ένα ‘re-branding’ της ελληνικής κουλτούρας στο εξωτερικό - αυτό που θέλουμε είναι οι δραστηριότητές μας - είτε είναι μία συναυλία, είτε ένα θέατρο ή Φεστιβάλ - να συστήσουν στο διεθνές κοινό μία άλλη Ελλάδα, πέρα από τον Ζορμπά και τις στοίβες σπασμένων πιάτων. Θέλουμε να συστήσουμε στο διεθνές κοινό μία κουλτούρα μοντέρνα, μία Ελλάδα δημιουργική. Θέλουμε στην κάθε μας προσπάθεια να προβάλουμε μία ιδιαίτερη αισθητική με σεβασμό τόσο στο κοινό που μας κάνει την τιμή όσο και στους καλλιτέχνες. Είναι ένας διαρκής και όμορφος αγώνας, δεδομένου ότι είμαστε μόνο τρεις - πρόσφατα μπήκε στην παρέα μας ο Χάρης Δετοράκης, ο οποίος, με τη μοναδική του αισθητική ματιά, έχει αναλάβει ως Creative Director της ομάδας.


Πώς έχει ανταποκριθεί ο κόσμος μέχρι τώρα; Απευθύνεστε κυρίως σε Έλληνες, ή είναι πολυεθνικό το κοινό;

Ο κόσμος μέχρι τώρα έχει ανταποκριθεί πολύ ενθαρρυντικά, άμεσα και θερμά σε όλα μας τα events. Λαμβάνουμε εξαιρετικά σχόλια και για τα μουσικά events, αλλά και για τις νέες μας προσπάθειες στο χώρο του θεάτρου αλλά και το London Hellenic Festival. Αυτό μας δίνει τη δύναμη και ενέργεια που χρειαζόμαστε να συνεχίσουμε. Αντλούμε δύναμη από αυτά, και ευχαριστούμε τον κόσμο που μας στηρίζει. Έχουμε ανάγκη τη βοήθεια του κοινού, τα σχόλια, τις ιδέες και τις σκέψεις του, έτσι ώστε να βελτιωνόμαστε όλο και περισσότερο. Σε ό,τι κι αν κάνουμε, βασική μας προτεραιότητα είναι το κοινό να αποκομίσει μία ξεχωριστή εμπειρία, να δει τους καλλιτέχνες που αγαπά και να γνωρίζει ότι θα πάει να παρακολουθήσει ένα γεγονός στο οποίο θα μπορεί να καλέσει και φίλους που δεν είναι ελληνόφωνοι, ώστε να μοιραστεί αυτές τις προσωπικές στιγμές από το «σπίτι» ή την «πατρίδα» μαζί τους. 


Το Λονδίνο πόσο έχει ευνοήσει τη λειτουργία της …κιβωτού [ark] σας; Πόσο φιλόξενη πόλη είναι ως προς τις τέχνες και τη μουσική;

Το Λονδίνο είναι μία μεγαλούπολη που έχει τα θετικά αλλά και τα αρνητικά της. Είναι μα πόλη ανοιχτή, που αποτελεί την πλατφόρμα για οποιαδήποτε πολιτιστική προσπάθεια, από όπου και αν αυτή προέρχεται. Μεγάλες συναυλίες, ακουστικές βραδιές, secret concerts, θέατρα μικρά και μεγάλα, φεστιβάλ, pubs με lives στα υπόγειά τους, χώροι καλά κρυμμένοι κάτω από τις αψίδες των σιδηροδρομικών γραμμών στο νότιο Λονδίνο, μουσικές σε αποθήκες στο ανατολικό Λονδίνο... Μία πλατφόρμα ατελείωτη για το οτιδήποτε. Αυτό λοιπόν μας ευνοεί καθώς μας δίνει την ευκαιρία και τη δυνατότητα να επιλέξουμε ιδιαίτερους χώρους, στους οποίους μπορούμε να προσαρμόσουμε το όραμα μας και την προσπάθεια αυτή ανάλογα με το event διοργανώνουμε, όπως για παράδειγμα το ΚΟΚΟ, ή κάτι καταπληκτικά κρυμμένα cocktail bars στο ανατολικό Λονδίνο, ή μεγάλοι και ιστορικοί χώροι, όπως το Barbican και το Southbank. Φυσικά, όσο περισσότερες οι επιλογές, τόσο και πιο σκληρός ο αγώνας για να ξεχωρίσεις. Αλλά αυτό δε μας πτοεί, γιατί το κάνουμε με τη καρδιά μας, ο κόσμος έχει αρχίσει να μας μαθαίνει και να εκτιμά την προσέγγιση μας αλλά το ίδιο και οι καλλιτέχνες που προσκαλούμε, που είναι ενθουσιασμένοι με την αισθητική πινελιά που δίνουμε στις εμφανίσεις τους.


Κοιτώντας την ιστοσελίδα σας, σταχυολογώ με χρονολογική σειρά ονόματα όπως: Γιώργης Χριστοδούλου, Γιώτα Νέγκα, Φοίβος Δεληβοριάς, Ηρώ, Νατάσσα Μποφίλιου. Με ποιο κριτήριο επιλέγετε τους καλλιτέχνες που προσκαλείτε;

Προσκαλούμε καλλιτέχνες τους οποίους εμείς σαν κοινό θα θέλαμε να δούμε στο Λονδίνο. Καλλιτέχνες που έχουν ενδιαφέρον να συναντήσουν την ελληνική διασπορά και να μας παρουσιάσουν με ειλικρίνεια και αμεσότητα το έργο τους. Προσπαθούμε να τους δώσουμε μία πλατφόρμα που θα ταιριάζει στη δική τους αισθητική και καλλιτεχνική προσέγγιση αλλά που θα δημιουργήσει επίσης μία αμεσότητα στην επαφή τους με το κοινό. Είναι πολύ σημαντικό για το έργο που επιτελεί ένας καλλιτέχνης να του δίνεται αυτή η πλατφόρμα και η δυνατότητα, αντί μιας «ξερής» εμφάνισής του. Και είναι πάντα μεγάλη μας χαρά να μας λένε στο τέλος της εμφάνισης για το πόσο πολύ απόλαυσαν την επαφή αυτή με το κοινό. Η επαφή αυτή και η επικοινωνία είναι η βάση της τέχνης αλλά πολλές φορές το παραμελούμε αυτό. Ειδικά για ανθρώπους σαν και εμάς, που είμαστε μακριά από τις «οικείες» μας εμπειρίες, είναι πολύ σημαντικό όταν έχουμε την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με αυτές, να είναι κάτι άμεσο, αληθινό και ειλικρινές.


Εδώ και δύο χρόνια, διοργανώνετε και το London Hellenic Festival. Περί τίνος πρόκειται;

Η ιδέα του Hellenic Festival ξεκίνησε και αυτή από μία πολύ συγκεκριμένη ανάγκη - μία ανάγκη επικοινωνίας. Πλέον, ο ελληνικός αλλά και κυπριακός πληθυσμός του Λονδίνου είναι απίστευτα ανομοιογενής, από διαφορετικά υπόβαθρα, διαφορετικές ηλικίες και ενδιαφέροντα. Μπορεί να μην έχουμε τις ίδιες ασχολίες, τα ίδια μουσικά ή καλλιτεχνικά γούστα ή τους ίδιους κοινωνικούς κύκλους και παρέες. Αυτό που σίγουρα όμως έχουμε κοινό είναι η ανάγκη μας να μοιραστούμε τις εμπειρίες μας, τους προβληματισμούς μας και τα όνειρα μας για το πώς θα προχωρήσουμε μακριά από την πατρίδα και πώς θα χτίσουμε εδώ τη ζωή μας. Και τί καλύτερο από τη τέχνη ως αφορμή και ευκαιρία δημιουργίας μιας πλατφόρμας συνάντησης; Αυτό είναι και το Ελληνικό Φεστιβάλ του Λονδίνου, το οποίο συνδιοργανώσαμε με το Hellenic Centre: ένας κοινός τόπος συνάντησης, προβάλλοντας την ελληνική τέχνη. Η οργανωτική επιτροπή του Φεστιβάλ είναι μία ομάδα ανθρώπων που μοιράζονται την ανάγκη αυτή και τους ενδιαφέρει να κάνουν κάτι για αυτό, με όραμα, μεράκι και κέφι: ο Στέφανος Λίβος, η Ξένια Μπολομύτη, και ο Γιάννης Παλογέλης.


Θα σας είμαι ειλικρινής· όλη αυτή η φιλολογία στον εγχώριο δημόσιο λόγο για τους φιλόδοξους και άριστους που πάνε στο εξωτερικό εκδιωγμένοι από το «κακό» ελληνικό κράτος και διαπρέπουν εκεί μακριά από τη «μπανανία» λίγο με κουράζει. Δεν θα ήταν πιο απλό να πει κάποιος ότι πηγαίνει εκεί που θα βρει ευκαιρίες, δουλειά, και λεφτά; Γιατί πρέπει να παράγουμε και ιδεολογία μέσα απ’ αυτό;

Σαφώς - θα συμφωνήσω απόλυτα. Το θέμα δεν είναι να παράγουμε ιδεολογία μέσα από αυτό. Είναι πιστεύω μία καθαρά προσωπική επιλογή, η οποία γίνεται για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Οι λόγοι αυτοί για τον καθένα μπορεί να είναι διαφορετικοί – ευκαιρίες, δουλειά και λεφτά – όπως λες. Εγώ στάθηκα τυχερός να έρθω προ κρίσεως και η απόφαση μου να μείνω στο Λονδίνο ήρθε καθαρά όχι για λόγους «πρακτικούς» αλλά περισσότερο για λόγους «παραγωγικούς». Εδώ ένιωσα από την πρώτη στιγμή πως έχω την πλατφόρμα να δημιουργήσω ό,τι ονειρεύομαι – σε επαγγελματικό αλλά και προσωπικό επίπεδο. Αυτό είναι και το πιο σημαντικό, να νιώθει κάποιος πως η κοινωνία και οι δομές της (είτε αυτό λέγεται κράτος ή το γενικότερο περιβάλλον) του δίνουν την ευκαιρία να κυνηγήσει τα όνειρά του χωρίς εκπτώσεις. Δε μπαίνω λοιπόν ποτέ στη διαδικασία να μιλήσω για «κακό» κράτος εκεί και «καλό» εδώ, αποτελεσματικό ή μη αποτελεσματικό, δε νιώθω «εκδιωγμένος» για κανένα λόγο. Είναι μία απολύτως συνειδητή απόφαση. 


Τι θα μπορούσαν να προσφέρουν οι νέοι της διασποράς στην Ελλάδα, και με ποιο τρόπο; 

Πολλά. Το στοίχημα είναι όσοι έχουμε αποφασίσει να είμαστε εδώ να προσπαθούμε να προσφέρουμε με ένα διαφορετικό τρόπο με τις εμπειρίες μας, τους προβληματισμούς και τις ιδέες μας. Ίσως – λέω ίσως – έχουμε το πλεονέκτημα μιας διαφορετικής ματιάς, μιας άλλης καθημερινότητας, μίας ματιάς πιο καθαρής. Αυτό που χρειάζεται, και το τονίζω συνέχεια σε κάθε ευκαιρία και με κάθε αφορμή, είναι μία πλατφόρμα επικοινωνίας των νέων Ελλήνων της διασποράς με αυτούς του εσωτερικού. Δεν έχει σημασία σε ποιο πεδίο – αρκεί να υπάρχει μία συνεχής πλατφόρμα, ένας διάλογος μεταξύ μας, ένα μοίρασμα εμπειριών, προβληματισμών, σκέψεων και ιδεών (επιστημονικών, καλλιτεχνικών, επιχειρηματικών κτλ.). Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να εκμεταλλευτούμε στο απόλυτο τις δυνατότητες και των δύο αυτών ομάδων.






Πιστεύετε ότι η παραμονή στο εξωτερικό καθιστά κάποιον καταλληλότερο ή χρησιμότερο για τη διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων; Συχνά, οι Έλληνες της διασποράς αναφέρονται στους «κακούς» πολιτικούς, αλλά πολλοί εξ’ αυτών των πολιτικών που κυβέρνησαν την Ελλάδα έζησαν ουκ ολίγα χρόνια έξω! Τι φταίει; 

Δε νομίζω πως η καταλληλόλητα για τη διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων εξαρτάται από την παραμονή κάποιου στο εξωτερικό ή όχι. Σαφώς, είναι πολύ σημαντικές οι εμπειρίες που κάποιος αποκομίζει από τη ζωή στο εξωτερικό και σίγουρα διευρύνουν τους ορίζοντες και βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Η ικανότητα, η ενέργεια, η διάθεση και το όραμα όμως προϋπάρχουν μέσα μας – δεν τα φέρνει η παραμονή στο εξωτερικό και ενδεχομένως αυτά είναι που πολλές φορές λείπουν. Η ζωή στο εξωτερικό έχει να δώσει πολλά, αρκεί να είμαστε έτοιμοι να δώσουμε χώρο στην εμπειρία αυτή. Το Λονδίνο είναι μία κοινωνία ανοιχτή που όταν κάποιος πρωτοέρχεται βγαίνει αναγκαστικά από την «comfort zone» του. Το στοίχημα λοιπόν είναι να μπορεί κάποιος να αγκαλιάσει αυτές τις νέες εμπειρίες και εικόνες και μέσω αυτών να δει άλλες πλευρές της ζωής που δεν έχει συναντήσει, άλλες νοοτροπίες και έναν άλλο κόσμο. Ίσως αυτό να γίνει ένα plus στα ήδη προϋπάρχοντα χαρακτηριστικά που κάποιος χρειάζεται για τη διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων. 


Φαντάζομαι ότι σας απασχολεί και η συζήτηση γύρω απ’ την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού. Ποιο είναι το σκεπτικό του να συναποφασίζεις για τα κοινά μιας κοινότητας της οποίας δεν είσαι, πρακτικά, μέλος;

Θα είμαι απόλυτος σε αυτό. Από τη στιγμή που κάποιος έχει γεννηθεί και έχει μεγαλώσει ή έχει περάσει κάποια χρόνια στην Ελλάδα, το δικαίωμα του να ψηφίζει στις εκλογές από όπου και αν κατοικεί για μένα είναι αυτονόητο. Πρακτικά μπορεί να μην είμαστε μέλη της κοινότητας, εννοώντας πως δε ζούμε την καθημερινότητα εκεί, αλλά είμαστε παιδιά και φίλοι αυτών που τη ζουν. Είμαστε σε άμεση επαφή και συνεισφέρουμε ενεργά σε όλους τους τομείς. Νομίζω λοιπόν το δικαίωμα του να συναποφασίσουμε για το μέλλον του τόπου είναι αναπόσπαστο.


Με το Brexit πού βρισκόμαστε; Πώς το ερμηνεύετε; Και πόσο αφορά την ελληνική κοινότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο;

Είναι ακόμα πολύ νωρίς για οποιαδήποτε πρόβλεψη για το τί θα γίνει με το Brexit και μπορεί να πάρει καιρό ώστε να καταλάβουμε τί θα συμβεί. Σχετικά με την ελληνική κοινότητα εδώ, δε θεωρώ πως θα υπάρξουν σημαντικές αλλαγές, τουλάχιστον για όσους βρίσκονται ήδη στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το Brexit έφερε στην επιφάνεια τις τεράστιες ταξικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ του Λονδίνου και της υπόλοιπης χώρας: οικονομικές ανισότητες οι οποίες είχαν κρυφτεί κάτω από το χαλί τις τελευταίες δεκαετίες και απλά περίμεναν μία αφορμή για να βγουν στην επιφάνεια. Δε πιστεύω πως από το 52% που ψήφισε ‘leave’ είναι όλοι ρατσιστές – ήταν μία αντισυστημική ψήφος. Κανείς δε περίμενε να συμβεί αυτό, ούτε βέβαια και την εκλογή Τραμπ, και να που συνέβησαν.

Είναι εμφανές ότι ούτε η ίδια η βρετανική κυβέρνηση έχει λεπτομερές σχέδιο για το τί θα γίνει και πώς θα γίνουν οι διαπραγματεύσεις ή προς ποια κατεύθυνση. Το μεγάλο θέμα είναι η δημοκρατικότητα όλων των αποφάσεων – άλλο το Brexit και άλλο το με τί όρους θα γίνει αυτό και αν θα παραμείνουμε μέλη της κοινής αγοράς, αν θα υπάρξει ελεύθερη μετακίνηση, τί θα γίνει με τα 3 εκατομμύρια κόσμου από την Ε.Ε. που είναι ήδη στο Ηνωμένο Βασίλειο κλπ. Ελπίζω ακόμα και αν ολοκληρωθεί η αποχώρηση από την Ένωση, να μην αλλάξουν πολλά στο πρακτικό επίπεδο. Η μαγεία του Λονδίνου είναι η πολυπολιτισμικότητα, η ανοιχτή σκέψη, και αυτά πρέπει να παραμείνουν και νομίζω θα παραμείνουν. Αυτό είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο της πόλης. Ακόμα και αν οι αποφάσεις είναι πιο απόλυτες, πχ. hard brexit, νομίζω πως ειδικά στο Λονδίνο η κοινωνική ισορροπία θα αυτορυθμιστεί σχετικά εύκολα.


Στην εποχή των social media, του διαδικτύου, και των φτηνών αεροπορικών εισιτηρίων, τι έχει απομείνει από τη μετανάστευση ως εμπειρία, όπως την βίωσε μια παλαιότερη γενιά και όπως τραγουδήθηκε π.χ. από τον Καζαντζίδη; Εσείς πώς τη βιώνετε;

Έχουμε την πολυτέλεια να είμαστε και εδώ και εκεί παράλληλα. Να είμαστε σε άμεση επαφή με τους φίλους, τους γονείς και τους ανθρώπους που αγαπάμε. Να μπορούμε να συμμετέχουμε και να επηρεάζουμε το τί συμβαίνει από μακριά. Η ελληνική παροικία του Λονδίνου αλλά και γενικότερα είναι ένα ζωντανό, δραστήριο και παραγωγικό κομμάτι του ελληνισμού. Εκ των πράγματων, είμαστε πρέσβεις του ελληνισμού στο εξωτερικό, και οι δραστηριότητες μας μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό συντελεστή στην προβολή του συγχρόνου ελληνικού πολιτισμού σε ένα διεθνές κοινό και στη δημιουργία εντυπώσεων που αντανακλούν αυτό που είμαστε, μακριά από στερεότυπα και προκαταλήψεις.


Και τι ετοιμάζετε για το μέλλον ως Ark4Art; Υπάρχει κάποια επόμενη μεγάλη συναυλία στα σκαριά;

Πολλές! Οι δύο που μπορούμε τώρα όμως να ανακοινώσουμε είναι αρχικά μία καταπληκτική συνεργασία τριών μεγάλων κυριών του ελληνικού τραγουδιού: της Δήμητρας Γαλάνη, της Ελένης Τσαλιγοπούλου και της Γιώτας Νέγκα. Είναι απίστευτη χαρά και τιμή μας να τις φιλοξενούμε στο Λονδίνο στις 6 Φεβρουαρίου στο Barbican - τρείς ξεχωριστές ερμηνεύτριες και φωνές που έχουν γράψει ιστορία. Ο τίτλος της παράστασης είναι ‘Singing Greece: A Tribute’, καθώς θα παρουσιάσουν σε εμάς αλλά και το διεθνές κοινό τραγούδια που άντεξαν στο χρόνο, στις αυθεντικές τους εκτελέσεις αλλά και διασκευασμένα. Έχουν και οι τρεις δηλώσει πως η παράσταση αυτή θέλουν να είναι μία γιορτή, και αυτό περιμένουμε και εμείς. Να μας εκπλήξουν, να μας θυμίσουν αλλά και να θυμηθούν μαζί μας όλα όσα μας ενώνουν. Και το Μάιο περιμένουμε τη μεγάλη επιστροφή της Ελευθερίας Αρβανιτάκη στο Λονδίνο! Και πολλά άλλα που θα ανακοινωθούν στο άμεσο μέλλον. Όρεξη να υπάρχει!