Πέμπτη 3 Μαρτίου 2011

Τα Παιδιά από την Πάτρα - Μια συνέντευξη στον Αλέξη Βάκη




ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΡΑ

ΤΟ «ΤΖΟΥΚ ΜΠΟΞ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ» ΠΟΥ ΚΑΤΕΚΤΗΣΕ ΤΑ ΣΑΛΟΝΙΑ


του Αλέξη Βάκη
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Όασις)

Τέσσερις φοιτητές που στα τέλη της δεκαετίας του ’70 βρέθηκαν να σπουδάζουν στην Πάτρα (ο Βαγγέλης Δεληκούρας, ο Αργύρης Παπαγεωργίου, ο Λάμπρος Καρελάς και ο Χρήστος «Σούκας» Παπαδόπουλος), μαζί με τον Παναγιώτη Μανωλάκο που ήταν ήδη επαγγελματίας μουσικός, αποτέλεσαν ένα από τα πιο επιτυχημένα συγκροτήματα μπουζουκιών στην ιστορία. Με ρεπερτόριο που δεν βασιζόταν αποκλειστικά σε ότι θεωρούνταν δικαιωμένο και καταξιωμένο, αλλά με γενναίες δόσεις και από το «ταπεινό και καταφρονεμένο», γρήγορα απέκτησαν τον ιδιαίτερο ήχο τους, που χαρακτηρίζονταν από τις φρενήρεις εκτελέσεις. Από την πεντάδα, ο Παναγιώτης Μανωλάκος δεν είναι πια στη ζωή, ενώ από το σχήμα έχουν αποχωρήσει ο Βαγγέλης Δεληκούρας και ο Λάμπρος Καρελάς. Ο τελευταίος πάντως, μαζί με τους εναπομείναντες Χρήστο Παπαδόπουλο και Αργύρη Παπαγεωργίου, μου παραχώρησαν από κοινού τη συνέντευξη –που λέει ο λόγος συνέντευξη δηλαδή, γιατί ο τρόπος που συμπλήρωνε ο ένας τον άλλον δεν άφηνε και πολλά περιθώρια για δικές μου παρεμβάσεις- που θα διαβάσετε παρακάτω. Σε διπλανή στήλη θα βρείτε και όσα μου είπε ο Βαγγέλης Δεληκούρας στην  ξεχωριστή συνάντηση που είχαμε. Με την ευκαιρία, να ευχαριστήσω την κυρία Δήμητρα, που πρόθυμα μας φιλοξένησε στο μπιλιαρδάδικο Mister 100, στο Κουκάκι.
Α. Β.





-  Κύριοι, ξεκαθαρίστε μου κάτι πριν απ’ όλα: τι σπούδαζε ο καθένας σας τότε στην Πάτρα;

-  Λάμπρος Καρελάς:  Ο Αργύρης ήταν στο Φυσικό, ο Χρήστος στους Μηχανολόγους Μηχανικούς, ο Βαγγέλης στους Πολιτικούς Μηχανικούς και εγώ στο Βιολογικό.  

-  Χρήστος Παπαδόπουλος: Ο μόνος πάντως που πήρε πτυχίο ήμουνα εγώ. (γέλια)

-  Ποιος πήρε λοιπόν την πρωτοβουλία ώστε να φτιαχτεί το συγκρότημα;

-  Αργύρης Παπαγεωργίου: Δεν είναι τόσο απλό να απαντηθεί αυτό, υπάρχει μακρά προϊστορία. Όμως σαν μουσικός που ήδη δούλευε στην Πάτρα, αρχαιότερος όλων μας ήταν ο Δεληκούρας. Γιατί όταν μπήκα εγώ στη σχολή, το ’75, ο Βαγγέλης ήταν ήδη στο δεύτερο έτος, τον θυμάμαι να παίζει στο Κατώι, στην Ιζαμπέλλα, και στην Ανδρομέδα. Εκείνη την εποχή σύχναζα στις μπουάτ και έκανα παρέα με τους μουσικούς που έπαιζαν εκεί: τον Βαγγέλη, τον Γιώργο Καλκάνη (σπούδαζε κι αυτός στο Φυσικό) κ.α. Ήταν τα χρόνια της μεταπολίτευσης, παιζόταν πολύ Θεοδωράκης, αντάρτικα, όλα αυτά. Γνώρισα και έναν αριστερόχειρα μπουζουξή, τον Ανδρέα Ανδρικόπουλο -σπούδαζε Μηχανολόγος-, με τον οποίο συμμετείχαμε στο Καλλιτεχνικό Εργαστήρι του Δήμου Πατρέων, που είχε διάφορα τμήματα: θεατρικό, μουσικό, χορευτικό κλπ. Πέρασε πολύς κόσμος από κει. Εγώ συμμετείχα ως τραγουδιστής, ανεβάζαμε μεγάλες παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο: Καταχνιά, Καπνισμένο Τσουκάλι, τέτοια. Μαέστρος και πιανίστας ήταν ο Τρύφωνας Σαράντης. Ενόσω λοιπόν συγκατοικούμε με τον Ανδρικόπουλο, κάποια στιγμή συναντήσαμε τον Λάμπρο σ’ ένα παγκάκι στα Ψηλά Αλώνια να παίζει ακορντεόν. Ξεκινήσαμε λοιπόν οι τρεις μας –τέσσερις μαζί με τον Πέτρο Εξαρχάκο, επίσης φοιτητή του Φυσικού, που αργότερα έπαιξε στην Οπισθοδρομική Κομπανία- πρόβες και σε λίγο καιρό ήδη δουλεύαμε στην κοσμική ταβέρνα Αναμνήσεις..

-  Λ. Κ.  Η πρώτη πρόταση για δουλειά μου είχε γίνει από τον Δεληκούρα για τη μπουάτ Ιζαμπέλλα, που την είχε ο Θόδωρος Χριστοδούλου. Όμως επειδή ο Θόδωρος δεν έψαχνε για ακορντεόν εκείνη την εποχή, όταν ήρθε η πρόταση του Αργύρη δέχτηκα αμέσως. Μαζί μας τραγουδούσε για λίγο καιρό και ο Βασίλης Σουλτανάς. Η μεγάλη πλάκα ήτανε ότι ο μαγαζάτορας δεν πολυσυμπαθούσε τους φοιτητές. Αλλά επειδή οι φοιτητές ήτανε το μόνο οικονομικό δυναμικό της πόλης, είχε βρει την εξής φόρμουλα: Τρίτη, Τετάρτη και Κυριακή ήταν γεμάτο με φοιτητές, ενώ Παρασκευή και Σάββατο, λες και έπεφτε απαγορευτικό στην πόρτα, ερχότανε η αφάν γκατέ των Πατρινών, δικηγόροι, γιατροί κλπ. Μιλάμε για το ’78 πια. Εκεί ήταν που μας άκουσε ο Δεληκούρας και μας πρότεινε να δουλέψουμε όλοι μαζί την επόμενη χρονιά στο Πανόραμα,στον «κουτσό».   

-  Αρ. Π.  Ο Βαγγέλης ήτανε από τότε ένας πολύ κιμπάρης άνθρωπος, άρχοντας. Έτρωγε στα καλύτερα εστιατόρια, στον Ευαγγελάτο και σε τέτοια.

-  Λ. Κ.  Στο Πανόραμα κάποια στιγμή ζητήσαμε μια υποτυπώδη αύξηση, διότι τον καιρό της Αποκριάς το γλέντι ήταν ξέφρενο στην Πάτρα και το ξενύχτι κρατούσε μέχρι τις έξι-εφτά  το πρωί. Ο «κουτσός» δεν μας την έδωσε, έτσι αμέσως μετά φύγαμε και πήγαμε στην Ιζαμπέλλα. Ψάχναμε μάλιστα και για μπουζούκι, διότι ο Ανδρικόπουλος είχε φύγει για φαντάρος, οπότε κάποιος μας είπε για τον Χρήστο. Είχε ήδη το παρατσούκλι «Σούκας» γιατί το παίξιμό του στην κιθάρα θύμιζε τον Κώστα Σούκα.

-  Χρ. Π.  Εγώ τότε έπαιζα στο μπουζούκι μόνο τη Φωτιά και το Περασμένες μου αγάπες του Χιώτη, τίποτα άλλο. Τα παιδιά όμως «μασήσανε» με αυτά διότι τα έπαιζα γρήγορα, νόμισαν ότι ήμουν μπουζουξής. Πάμε λοιπόν στην Ιζαμπέλλα, ξεκινάμε με τη Φραγκοσυριανή, τίποτα εγώ, άσχετος. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ, καθόμουνα σε ένα χαμηλό σκαμπό και ο Λάμπρος από πίσω μου έπαιζε τη φυσούνα καθισμένος σε ένα ψηλότερο σκαμπό. Με κλώτσαγε δε συνέχεια για να παίξω. Είχα φοβερό θράσος να παίζω σε ένα πρόγραμμα με πενήντα τραγούδια και να ξέρω μόνο τα δύο. Αλλά σε μια βδομάδα, με τα σκουντήματα του Καρελά τα έμαθα όλα.

-  Λ. Κ.  Όχι μόνον αυτό, αλλά θυμάμαι που έφυγε ο Χρήστος για διακοπές το καλοκαίρι και όταν γύρισε τον Σεπτέμβριο ήταν πια κανονικός μπουζουξής. Είχε απίστευτη εξέλιξη, ήταν άλλος μουσικός. 

-  Χρ. Π. Οι τραγουδίστριες που είχαμε τότε ήταν η Ρούλα Μπεκάκου και η Αναστασία η ψηλή. Για την επόμενη σαιζόν, διάβασα μια αγγελία που έλεγε «ζητούνται φοιτητές για το κέντρο Άνθεια», μια μικρή ταβέρνα που την είχε ο πατέρας του Στέφανου Οικονόμου, του μετέπειτα ιδιοκτήτη στο Χάραμα. Ο Αργύρης τότε μάζευε λεφτά για να πάει με Interail στη Γερμανία. Δούλεψε λοιπόν ένα μήνα μαζί μας, έβγαλε τα λεφτά και έφυγε, οπότε συνεχίσαμε ο Καρελάς, η Ρούλα και εγώ. Μάλιστα είχα αγοράσει –κατά προτροπήν του Δεληκούρα- έναν πανάκριβο ενισχυτή Fender. Απ’ αυτόν τον ενισχυτή, βγαίναμε δύο τραγουδιστές και δύο όργανα.







-  Τι τραγούδια παίζατε εκείνη την εποχή; Γιατί, απ’ ότι θυμάμαι, ήσασταν οι πρώτοι που τολμήσατε να υπερασπιστείτε το λεγόμενο «βήτα ρεπερτόριο», Ζαγοραίο, Αναγνωστάκη κλπ.

-  Αρ. Π.  Παίζαμε ρεμπέτικα και λαϊκά του ’60, Καζαντζίδη, Γαβαλά, Περπινιάδη κλπ. Αλλά δεν είχαμε στεγανά στα τραγούδια που μας άρεσαν και δεν φοβόμαστε να πάμε κόντρα στο μουσικό κλίμα που επικρατούσε.

-  Χρ. Π.  Η μεγάλη καινοτομία μας ήταν ότι παίξαμε μέσα στα φοιτητικά αμφιθέατρα  -και μάλιστα σε περίοδο καταλήψεων- Ζαγοραίο και όχι το Ένα το χελιδόνι. Θυμάμαι δηλαδή που έβγαινε ο Δεληκούρας με την ηλεκτρική κιθάρα, έπαιζε ένα ντο μινόρε που το ακούω και τώρα και παθαίνω πλάκα με το τέμπο και μετά έσκαγε η εισαγωγή από το Στενοχώρα με. Γινότανε χαμός.

-  Λ. Κ. Μα αυτά τα τραγούδια τα ακούγαμε και στα σπίτια μας, εμείς μεταφέραμε απλώς την ιστορία των τόπων μας: εγώ ερχόμουνα από την Καρδίτσα, ο Αργύρης από τον Ορχομενό Βοιωτίας και ο Χρήστος από τα Γρεβενά. 

-  Πότε πρωτοπαίξατε στο μαγαζί όπου γνωρίσατε τις πιο ένδοξες στιγμές σας, το Χάραμα;

-  Λ. Κ.  Ήταν τη σαιζόν ’79- 80. Εκεί ήταν που για πρώτη φορά μας ανακάλυψαν και οι Πατρινοί, όχι μόνο οι φοιτητές.

-  Χρ. Π.  Η σύνθεση τότε ήταν οι τέσσερίς μας (Βαγγέλης, Αργύρης, Λάμπρος κι εγώ) και η Ρούλα Μπεκάκου. Για την ιστορία, να πω ότι η Ρούλα –που ήταν μια καταπληκτική τραγουδίστρια, ένα κράμα Janis Joplin και Μαρίκας Νίνου- ήταν μια ηγετική μορφή που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξή του συγκροτήματος. 

-  Αρ. Π.  Στο Χάραμα ήταν που έγινε η μεγάλη έκρηξη με μας. Γιατί σιγά- σιγά, όλο αυτό το πράγμα έγινε πανελλαδικά γνωστό, πριν ακόμα βγάλουμε δίσκο. Δηλαδή πολύς κόσμος ήξερε ότι υπάρχουν κάτι τύποι στην Πάτρα που κάνουνε φοβερή κατάσταση. Και ερχόντουσαν από διάφορα μέρη (Θεσσαλονίκη π.χ,) για να μας ακούσουν.

-  Λ. Κ.  Το καλοκαίρι του ΄80 εγώ έφυγα και πήγα με την Οπισθοδρομική Κομπανία, σε διάφορες συναυλίες που κάνανε με τον Σαββόπουλο. Εκεί έμεινα όλη τη σαιζόν ΄80- 81. Έτσι δεν ήμουνα με τα παιδιά τη δεύτερη χρονιά στο Χάραμα, όπως δεν ήταν ούτε ο Δεληκούρας.

-  Χρ. Π. Εκείνη τη χρονιά ήταν μαζί μας ο Μπάμπης Γκολές, ο Γιώργος Τζαμούλιας (ακορντεόν) και ο Σάκης Μπονέλης (ντραμς). Τελικά δουλέψαμε τρεις συνεχόμενες χρονιές στο Χάραμα, ενώ τα καλοκαίρια πηγαίναμε στο Σαλιγκάρι, στη Σίφνο, παρέα με τον Γιώργο Καλκάνη και τον Παναγιώτη Ντουνιαδάκη.

-  Πότε ήρθε στο συγκρότημα ο Παναγιώτης Μανωλάκος;
  
-  Χρ. Π. Τον έφερε την τρίτη χρονιά στο Χάραμα ο Δεληκούρας. Ο Παναγιώτης ήταν ένας μπουζουξής που καθόταν σε μια γωνιά με το κασετόφωνο και έβγαζε νότα- νότα το κομμάτι. Πήγαινα και στο σπίτι του για να κάνουμε πρόβα και στα περισσότερα τραγούδια έπαιζα το δεύτερο μπουζούκι, ήταν κάτι που μου έκανε πάρα πολύ καλό.

-  Λ. Κ.  Ο Παναγιώτης είχε την πιο επαγγελματική νοοτροπία απ’ όλους μας.

-  Πότε σκεφτήκατε να κάνετε τον πρώτο σας δίσκο;

-  Αρ. Π.  Το αποφασίσαμε γύρω στο 1983. Όχι τόσο από φιλοδοξία, θέλαμε απλώς να απαθανατιστεί όλη αυτή η ιστορία που συνέβαινε στο Χάραμα, να υπάρχει ένα αναμνηστικό ντοκουμέντο. Τον δίσκο τον χρηματοδότησε ο Στέφανος Οικονόμου, το αφεντικό μας. Με την ευκαιρία, να πω πως εκείνη την εποχή ήταν που πήραμε και το όνομα «Τα Παιδιά από την Πάτρα». Το όνομα το σκέφτηκε ο Δεληκούρας, εκείνος επίσης έδωσε το όνομα Χάραμα στο μαγαζί.

-  Που έγινε η ηχογράφηση του πρώτου δίσκου;

-  Χρ. Π.  Στο στούντιο Sierra, στην Αθήνα, με ηχολήπτη τον Κώστα Φασόλα. Ηχογραφούσαμε τις Δευτέρες και τις Τρίτες που είχαμε ρεπό. Χωρίς να διαθέτω ακόμα δικό μου αυτοκίνητο, κουβαλούσα τον ενισχυτή κάθε φορά -εξήντα κιλά- για να έχω τον ηλεκτρικό ήχο που ήθελα.

-  Αρ. Π. Με το που ηχογραφήθηκε ο δίσκος, που ήρθανε από όλες τις εταιρείες για να μας πείσουν ώστε να τον βγάλουμε με την ετικέτα τους: ο Μπενέτος της Minos, ο Σαββόπουλος, που τότε εκπροσωπούσε τη Lyra, και άλλοι. Τελικά ο δίσκος κυκλοφόρησε από την ανεξάρτητη εταιρεία των αδελφών Φαληρέα και εκεί που υπολογίζανε να πουλήσει μερικές χιλιάδες δίσκους στην καλύτερη περίπτωση, πούλησε 350.000 δίσκους, χάλασε κόσμο.

-  Τι έγινε μετά;

-  Λ. Κ.  Μετά, ήρθε ο επιχειρηματίας Κοντόπουλος και –μαζί με τον Στέλιο Ελληνιάδη- μας έκαναν την πρόταση να έρθουμε στην Αθήνα και να εμφανιστούμε τη χειμερινή σαιζόν στο Πανόραμα (το παλιό Του Τζίμη του Χοντρού) στην Αχαρνών.

-  Αρ. Π.  Την πρώτη χρονιά στο Πανόραμα είχαμε μαζί μας την Ηλέκτρα, (δεν ζει πια) ενώ η Ρούλα Μπεκάκου άνοιγε το πρόγραμμα.

-  Λ. Κ.  Τις επόμενες χρονιές -πάντα στο Πανόραμα- συνεργαστήκαμε διαδοχικά με τον Σταμάτη Κόκοτα, τη Χαρούλα Ντάνου και τη Ρίτα Σακελλαρίου.

-  Χρ. Π.  Εν τω μεταξύ, από το ’83 έως το ’86 είχαμε ήδη τέσσερις δίσκους. Εκτός από το Αφιερωμένο εξαιρετικά που βγήκε το ’83, κυκλοφόρησαν το Καραβάν και το Αχαρνών 77 το ’85 και το Απόψε πάλι το ’86. Και οι τέσσερις βγήκαν από τους αδελφούς Φαληρέα.

-  Τότε ήταν που άρχισαν οι πρώτες διαφωνίες στο συγκρότημα;

-  Αρ. Π.  Οι διαφωνίες άρχισαν μετά τον τέταρτο δίσκο, σε μια εποχή που είμαστε διάσημοι στο πανελλήνιο. Εμείς, αντί να συνεχίσουμε με τον ήχο των Παιδιών από την Πάτρα που μας έκανε γνωστούς (δηλαδή τα ηλεκτρικά μπουζούκια, το ακορντεόν του Λάμπρου και το τέμπο που το έδινε η ηλεκτρική κιθάρα του Δεληκούρα) και να τον διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού, υπήρχε καλλιτεχνική διάσταση, ο καθένας μας ήθελε να κάνει διαφορετικά πράγματα. Εγώ, ας πούμε, είχα πάει στο στούντιο του Πεντζίκη στη Θεσσαλονίκη και ηχογραφούσα με τους μουσικούς του Νίκου Παπάζογλου, ο Λάμπρος συνεργαζόταν με τον μαέστρο Νέστορα Δάνα και ο Βαγγέλης με τον Χρήστο συνέχισαν μαζί.

-  Λ. Κ.  Η μεγάλη κόντρα πάντως ήταν ανάμεσα σε μένα και στο Βαγγέλη. Η άποψή μου ήταν πως τον ήχο που είχαμε, και ο οποίος στο πέρασμα των χρόνων άρχισε να μου φαντάζει καταστρεπτικός, ήταν θα έπρεπε να τον κάνουμε πιο επαγγελματικό, να συνεργαστούμε και με άλλους μουσικούς και να προσθέσουμε ηχοχρώματα.

-  Αρ. Π.  Κάτι τέτοιο όμως θα αλλοίωνε τον ήχο μας, το «σήμα κατατεθέν» μας.

-  Χρ. Π.  Ένας ακόμα λόγος που άρχισαν οι τριβές ήταν το ότι υπήρχε μια φθίνουσα πορεία στις πωλήσεις των δίσκων μας, αν και παρέμεναν πάντα σε πολύ ψηλά επίπεδα: ο πρώτος δίσκος έσπασε όλα τα ρεκόρ και πήγε στις 350.000, ο δεύτερος 250.000, ο τρίτος -που περιελάμβανε μόνο δικά μας τραγούδια και κανένας δεν πίστευε ότι θα κάνουμε σουξέ μ’ αυτά- 120.000 και ο τέταρτος 80.000. Η πρώτη διάλυση του συγκροτήματος έγινε το 1988.

-  Ποιες ήταν οι επιπτώσεις;

-  Χρ. Π. Ο Μανωλάκος αποχώρησε τότε, απλώς σε κάποια εξτρά που έκανα με τον Δεληκούρα ερχόταν μαζί μας. Όταν ξαναενωθήκαμε το ’91 με το δίσκο Θα χτυπήσω αναβολή, ο Παναγιώτης ξαναγύρισε. Έμεινε στον επόμενο δίσκο (Ανατολή λατρεία μου, το 1992), δούλεψε μαζί μας και στο Επειγόντως την «χρυσή εποχή» ’91- 94 και μετά αποχώρησε οριστικά. Είχε ήδη φύγει και ο Δεληκούρας, ενώ το ’95 αποχώρησε και ο Καρελάς.

-  Εν πάση περιπτώσει, θα πρότεινα να μην επικεντρωθούμε στις εσωτερικές σας διαφωνίες και διασπάσεις. Θα ήθελα να μου πείτε τι κάνει ο καθένας σας σήμερα, με δεδομένο ότι οι μόνοι που συνεχίζουν με το όνομα «Παιδιά από την Πάτρα» είναι ο Αργύρης και ο Χρήστος.

-  Λ. Κ.  Αν μου επιτρέπεις, πρέπει να σου πω πρώτα πως όταν έφυγα από το συγκρότημα, δεν έφυγα έχοντας στην τσέπη μου κάτι ισχυρό. Δεν είχα π.χ. το μέγα συνθέτη που θα μου κάνει ένα δίσκο, οπότε την κοπανάω. Δεν έφυγα εκ του πονηρού δηλαδή. Απλώς βρέθηκα στην κατάσταση του να πρέπει να χτίσω κάτι από τη αρχή, αλλά με το όνομά μου πια. Είναι κάτι πολύ δύσκολο, πίστεψέ με. Αυτό λοιπόν κάνω όλα τα χρόνια από τότε. Και ειδικά αυτή την εποχή επίκειται η κυκλοφορία του καινούργιου προσωπικού μου δίσκου 

-  Αρ. Π. Εγώ, όπως είπες, συνεχίζω να συνεργάζομαι με τον Χρήστο, στα μαγαζιά και στη δισκογραφία.

-  Χρ. Π.  Εγώ, τα τελευταία χρόνια έχω κάνει εννέα soundtrack για τηλεοπτικά σίριαλ, που κυκλοφορούν σε δίσκους. Επίσης, μια ταινία μεγάλου μήκους και ένα ντοκιμαντέρ για την Ελλάδα πριν τους Ολυμπιακούς, που παίχτηκε σε όλη τη Ευρώπη.

2 σχόλια:

ΓΙΑΝΝΗΣ είπε...

ΓΙΑ ΣΑΣ.ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΜΟΥ ΠΕΙΤΕ ΜΗΠΩΣ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΠΟΥ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΖΟΥΚ ΜΠΟΞ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ
ΚΑΙ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΤΟ ΧΑΡΙΣΕΙ ΣΕ ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ.
ΨΑΧΝΩ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΥΣΤΗΧΩΣ ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ! ! !ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΑΓΑΠΩ ΠΟΛΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΗΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΩ ! ! ! !ΟΠΟΙΟΣΔΗΠΟΤΕ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΚΑΤΙ,ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΝΑ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕΙ….
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ….

Μουσικά Προάστια είπε...

Αγαπητέ Γιάννη,
δεν γνωρίζω κάποιον που χαρίζει τζουκ μποξ, θα είστε ιδιαίτερα τυχερός αν τον βρείτε!